Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

εἰς ἅπαντα τὸν αἰ

  • 1 εἰς

    εἰς or [full] ἐς, PREP. WITH ACC. ONLY:—both forms are found in Hom., [dialect] Ion. poets, and early metrical Inscrr.; ἐς is best attested in Hdt. and Hp., and is found in nearly all early [dialect] Ion. Inscrr. (exc. IG12(8).262.16 (Thasos, v B. C.), ib.7.235.1 (Oropus, iv B. C.)); εἰς in [dialect] Att. Inscrr. from iv B. C., IG2.115, etc.; and usu. in [dialect] Att. Prose (exc. Th.) and Com. (exc. in parody): Trag. apptly. prefer εἰς, but ἐς is used before vowels metri gr.; ἐς was retained in the phrases ἐς κόρακας (whence the Verb σκορακίζω) , ἐς μακαρίαν. [dialect] Aeol. poets have εἰς before vowels, ἐς before consonants, and this is given as the rule in Hom. by An.Ox. 1.172, cf. Hellad. ap. Phot.Bibl.p.533B. (Orig. ἐνς, as in IG4.554.7 ([place name] Argos), GDI4986.11 ([place name] Crete); cf. ἐν, ἰν. The diphthong is genuine in [dialect] Aeol. εἰς, but spurious in [dialect] Att.-[dialect] Ion.) Radical sense
    A into, and then more loosely, to:
    I OF PLACE, the oldest and commonest usage, εἰς ἅλα into or to the sea, Il.1.141, al.;

    εἰς ἅλαδε Od.10.351

    ;

    ἔς ῥ' ἀσαμίνθους 4.48

    ; ἐς οἶνον βάλε φάρμακον ib. 220; freq. of places, to,

    εἰς Εὔβοιαν 3.174

    ; ἐς Αἴγυπτον, etc., Hdt.1.5, etc.; ἐς Μίλητον into the territory of Miletus, ib.14;

    εἰς Ἑλλήσποντον εἰσέπλει X.HG1.1.2

    ;

    ἀφίκετο εἰς Μήδους πρὸς Κυαξάρην Id.Cyr.2.1.2

    ; εἰς ἅρματα βαίνειν to step into.., Il.8.115;

    εἰς ἐλάτην ἀναβῆναι 14.287

    ; opp. ἐκ, in such phrases as ἐς σφυρὸν ἐκ πτέρνης, ἐς πόδας ἐκ κεφαλῆς, from heel to ankle-joint, from head to foot, 22.397, 23.169;

    ἐκ πάτου ἐς σκοπιήν 20.137

    ;

    ἐς μυχὸν ἐξ οὐδοῦ Od.7.87

    ; κἠς ἔτος ἐξ ἔτεος from year to year, Theoc. 18.15: with Verbs implying motion or direction, as of looking,

    ἰδεῖν εἰς οὐρανόν Il.3.364

    ; εἰς ὦπα ἰδέσθαι to look in the face, 9.373, etc.; εἰς ὦπα ἔοικεν he is like in face (sc. ἰδόντι), 3.158, etc.; ἐς ὀφθαλμούς τινος ἐλθεῖν to come before another's eyes, 24.204;

    ἐς ὄψιν ἀπικνέεσθαί τινος Hdt.1.136

    ;

    καλέσαι τινὰ ἐς ὄψιν Id.5.106

    , etc.; ἐς ταὐτὸν ἥκειν come to the same point, E.Hipp. 273: less freq. after a Subst.,

    ὁδὸς ἐς λαύρην Od.22.128

    ; τὸ ἐς Παλλήνην τεῖχος facing Pallene, Th.1.56;

    ξύνοδος ἐς τὴν Δῆλον Id.3.104

    , cf.Pl.Tht. 173d.
    b [dialect] Ep. and [dialect] Ion., also c. acc. pers. ([dialect] Att. ὡς, πρός, παρά), Il.7.312, 15.402, Od.14.127, Hdt.4.147; also in [dialect] Att. with collective Nouns,

    ἐς τὸν δῆμον παρελθόντες Th. 5.45

    , or plurals,

    εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον D.18.103

    ; esp. of consulting an oracle,

    ἐς θεὸν ἐλθεῖν Pi.O.7.31

    ;

    εἰς Ἄμμων' ἐλθόντες Ar.Av. 619

    .
    2 with Verbs expressing restin a place, when a previous motion into or to it is implied, ἐς μέγαρον κατέθηκεν ἐπὶ θρόνου he put it in the house (i.e. he brought it into the house, and put it there), Od.20.96; ἐς θρόνους ἕζοντο they sat them down upon the seats, 4.51, cf. 1.130; ἐφάνη λὶς εἰς ὁδόν the lion appeared in the path, Il.15.276;

    ἀπόστολος ἐς τὴν Μίλητον ἦν Hdt.1.21

    (s. v.l.);

    αὐτὸς ἐς Αακεδαίμονα ἀπόστολος ἐγίνετο Id.5.38

    ;

    ἐς κώμην παραγίνονται Id.1.185

    ;

    παρῆν ἐς Σάρδις Id.6.1

    ;

    ἐς δόμους μένειν S.Aj.80

    (cod. Laur.);

    ἐς τὴν νῆσον κατέκλῃσε Th.1.109

    , cf. Hdt.3.13; ἀπόβασιν ποιήσασθαι ἐς .. Th.2.33, etc.; later used like ἐν, τὴν γῆν εἰς ἣν ὑμεῖς κατοικεῖτε LXX Nu.35.34;

    τὸ χρυσίον ὃ εἰλήφεσαν εἰς Ῥώμην D.S.14.117

    ;

    οἰκεῖν εἰς τὰ Ὕπατα Luc.Asin.1

    ;

    εἰς Ἐκβάτανα ἀποθανεῖν Ael.VH7.8

    ;

    εἰς ἅπασαν τὴν γῆν Suid.

    s.v. Καλλίμαχος: generally,

    τοὔνομα εἰς τὴν Ἑλλάδα, φασίν, Ἱππομιγὴς δύναται Ael.VH9.16

    .
    4 elliptical usages,
    a after Verbs which have no sense of motion to or into a place, τὴν πόλιν ἐξέλιπον εἰς χωρίον ὀχυρόν they quitted the city for a strong position, i.e. to seek a strong position, X.An.1.2.24; γράμματα ἑάλωσαν εἰς Ἀθήνας letters were captured [and sent] to Athens, Id.HG1.1.23, cf. Pl.R. 468a;

    ἀνίστασθαι ἐς Ἄργος E.Heracl.59

    , cf. Pl.Phd. 116a.
    b participles signifying motion are freq. omitted with εἰς, τοῖς στρατηγοῖς τοῖς εἰς Σικελίαν (sc. ἀποδειχθεῖσιν) And.1.11, etc.
    c c. gen., mostly of proper names, as εἰς Ἀΐδαο, [dialect] Att. εἰς Ἅιδου [δόμους], Il.21.48; ἐς Ἀθηναίης [ἱερόν] to the temple of Athena, 6.379; ἐς Πριάμοιο [οἶκον] 24.160, cf. 309; εἰς Αἰγύπτοιο [ῥόον] Od.4.581;

    ἐς τοῦ Κλεομένεος Hdt.5.51

    ;

    εἰς Ἀσκληπιοῦ Ar.Pl. 411

    ;

    ἐπὶ δεῖπνον [ἰέναι] εἰς Ἀγάθωνος Pl.Smp. 174a

    : with Appellatives, ἀνδρὸς ἐς ἀφνειοῦ to a rich man's house, Il.24.482;

    ἐς πατρός Od.2.195

    ; πέμπειν εἰς διδασκάλων send to school, X.Lac.2.1;

    εἰς δ. φοιτᾶν Pl.Prt. 326c

    ; ἐς σεωυτοῦ, ἑωυτοῦ, Hdt.1.108, 9.108, etc.
    II OF TIME,
    1 to denote a certain point or limit of time, up to, until,

    ἐς ἠῶ Od.11.375

    ; ἐς ἠέλιον καταδύντα till sunset, 9.161 (but also, towards or near sunset, 3.138);

    ἐκ νεότητος ἐς γῆρας Il.14.86

    ;

    ἐκ παιδὸς ἐς γῆρας Aeschin.1.180

    ; ἐς ἐμέ up to my time, Hdt.1.92, al.: with Advbs., εἰς ὅτε (cf. ἔς τε) against the time when.., Od.2.99; εἰς πότε; until when ? how long ? S.Aj. 1185 (lyr., cf.

    εἰσόκἐ; εἰς ὁπότε Aeschin.3.99

    ; ἐς τί; = εἰς πότε; Il.5.465; ἐς ὅ until, Hdt.1.93, etc.;

    ἐς οὗ Id.1.67

    , 3.31, etc.;

    ἐς τόδε Id.7.29

    , etc.
    2 to determine a period, εἰς ἐνιαυτόν for a year, i.e. a whole year, Il.19.32, Od.4.526; within the year, ib.86 (cf.

    ἐς ἐνίαυτον Alc.Supp.8.12

    );

    εἰς ὥρας Od.9.135

    ; ἐς θέρος ἢ ἐς ὀπώρην for the summer, i.e. throughout it, 14.384; ἡ εἰς ἐνιαυτὸν κειμένη δαπάνη εἰς τὸν μῆνα δαπανᾶται the expenditure for a year is expended in the month, X.Oec.7.36;

    μισθοδοτεῖν τινὰς εἰς ἓξ μῆνας D.S.19.15

    ;

    χοίνικα κριθῶν εἰς τέσσαρας ἡμέρας διεμέτρει Posidon. 36J.

    ; εἰς ἑσπέραν ἥκειν to come at even, Ar.Pl. 998; εἰς τρίτην ἡμέραν or εἰς τρίτην alone, on the third day, in two days, Pl.Hp.Ma. 286b, X.Cyr.5.3.27;

    ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίαν Id.An.2.3.25

    ;

    ἥκειν εἰς τὸ ἔαρ Hell.Oxy.17.4

    ; ἐς τέλος at last, Hdt.3.40; ἐς καιρόν in season, Id.4.139; οὐκ ἐς ἀναβολάς, ἀμβολάς, with no delay, Id.8.21, E.Heracl. 270, etc.; ἐς τότε at this time, v.l. in Od.7.317 (but εἰς τότε at that time (in the [tense] fut.), D.14.24, Pl.Lg. 830b); ἐς ὕστερον or τὸ ὕστερον, Od.12.126, Th.2.20: with Advbs.,

    ἐς αὔριον Il.8.538

    , Pl. Lg. 858b;

    ἔς περ ὀπίσσω Od.20.199

    ;

    ἐς αὖθις Th.4.63

    (v. εἰσαῦθις (; ἐς αὐτίκα μάλ' Ar. Pax 367; εἰς ἔπειτα (v. εἰσέπειτα (; ἐς τὸ ἔ., Th.2.64;

    ἐς ὀψέ Id.8.23

    ; εἰς ἅπαξ, v. εἰσάπαξ; εἰς ἔτι, v. εἰσέτι.
    2 freq. with Numerals,

    ἐς τριακάδας δέκα ναῶν A.Pers. 339

    ; ναῦς ἐς τὰς τετρακοσίας, διακοσίας, to the number of 400, etc., Th.1.74, 100, etc.; εἰς ἕνα, εἰς δύο, εἰς τέσσαρας, one, two, four deep, X.Cyr.2.3.21; but εἰς τέσσαρας four abreast, Aen.Tact.40.6: with Advbs., ἐς τρίς or ἐστρίς thrice, Pi.O.2.68, Hdt.1.86; of round numbers, about, X.An.1.1.10.
    3 distributive, εἰς φυλάς by tribes, LXX 1 Ki.10.21, cf. 2 Ki.18.
    4
    IV to express RELATION, towards, in regard to,

    ἐξαμαρτεῖν εἰς θεούς A.Pr. 945

    , etc.; ἁμάρτημα εἴς τινα, αἰτίαι ἐς ἀλλήλους, Isoc.8.96, Th.1.66;

    ὄνειδος ὀνειδίζειν εἴς τινα S.Ph. 522

    ;

    ἔχθρη ἔστινα Hdt.6.65

    ;

    φιλία ἐς ἀμφοτέρους Th.2.9

    ; λέγειν ἐς .. Hdt.1.86;

    γνώμη ἀποδεχθεῖσα ἐς τὴν γέφυραν Id.4.98

    ;

    ἡ ἐς γῆν καὶ θάλασσαν ἀρχή Th.8.46

    .
    b of the subject of a work, esp. in titles, e.g.

    τὰ ἐς Ἀπολλώνιον Philostr. VA

    ; of the object of a dedication, as in titles of hymns, ἐπινίκια, etc.
    2 in regard to,

    πρῶτος εἰς εὐψυχίαν A.Pers. 326

    ;

    σκώπτειν ἐς τὰ ῥάκια Ar. Pax 740

    , cf. Eq.90;

    διαβάλλειν τινὰ ἔς τι Th.8.88

    ;

    αἰτία ἐπιφερομένη ἐς μαλακίαν Id.5.75

    ;

    μέμφεσθαι εἰς φιλίαν X.An.2.6.30

    ;

    εἰς τὰ πολεμικὰ καταφρονεῖσθαι Id.HG7.4.30

    ;

    πόλεως εὐδοκιμωτάτης εἰς σοφίαν Pl.Ap. 29d

    ; in respect of,

    εὐτυχεῖν ἐς τέκνα E.Or. 542

    , cf. Pl.Ap. 35b, etc.;

    εἰς χρήματα ζημιοῦσθαι Id.Lg. 774b

    , cf. D.22.55; ἐς τὰ ἄλλα Th.I.I;

    εἰς ἄπαντα S.Tr. 489

    ;

    ἐς τὰ πάνθ' ὁμῶς A.Pr. 736

    ;

    εἰς μὲν ταῦτα Pl.Ly. 210a

    ; τό γ' εἰς ἑαυτόν, τὸ εἰς ἐμέ, S.OT 706, E. IT 691, cf. S.Ichn.346;

    ἐς ὀλίγους μᾶλλον τὰς ἀρχὰς ποιεῖν Th.8.53

    ;

    ἐς πλείονας οἰκεῖν Id.2.37

    ; for τελεῖν ἐς Ἕλληνας, Βοιωτούς, ἄνδρας, etc., v. τελέω.
    3 of Manner,

    ἐς τὸν νῦν τρόπον Id.1.6

    ;

    τίθεμεν τἆλλα εἰς τὸν αὐτὸν λόγον; Pl.R. 353d

    ;

    ἐς ἓν μέλος Theoc.18.7

    : freq. periphr. for Advbs., ἐς κοινὸν φράζειν, λέγειν, A.Pr. 844, Eu. 408; ἐς τὸ πᾶν, = πάντως, Id.Ag. 682(lyr.); ἐς τάχος, = ταχέως, Ar.Ach. 686; ἐς εὐτέλειαν, = εὐτελῶς, Id.Av. 805;

    ἐς τἀρχαῖον Id.Nu. 593

    ;

    εἰς καλόν S. OT78

    , cf. Pl.Phd. 76e;

    ἐς δέον γεγονέναι Hdt.1.119

    , cf. S.OT 1416, and v. δέον.
    V ofan end or limit, ἔρχεσθαι, τελευτᾶν, λήγειν ἐς.., to end in.., Hdt.1.120,3.125,4.39, etc.;

    ἐς ἑβδομήκοντα ἔτεα ου,ρον ἀνθρώπῳ προτίθημι Id.1.32

    ; καταξαίνειν ἐς φοινικίδα to cut into red rags, Ar.Ach. 320 (troch.);

    στρέφειν τι εἰς αἷμα Apoc.11.6

    ; εἰς ἄνδρας ἐκ μειρακίων τελευτᾶν, εἰς ἄνδρα γενειᾶν, Pl.Tht. 173b, Theoc.14.28;

    ἐκτρέφειν τὸ σπέρμα εἰς καρπόν X.Oec.17.10

    : so with εἶναι or γίγνομαι to form a predicate,

    ἔσται εἰς ἔθνη LXXGe.17.16

    ; ἐγενήθη εἰς γυναῖκα ib.20.12; πιστὸς (sc.ἦν) εἰς προφήτην ib.IKi.3.20;

    ἐγένετο εἰς δένδρον Ev.Luc.13.19

    ,al.
    2 of Purpose or Object, εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν, πείσεται εἰς ἀγαθόν, for good, for his good, Il.9.102,11.789;

    εἰς ἀγαθὰ μυθεῖσθαι 23.305

    ;

    ἐς πόλεμον θωρήξομαι 8.376

    , cf. Hdt.7.29, etc.; ἐς φόβον to cause fear, Il.15.310;

    ἐς ὑποδήματα δεδόσθαι Hdt.2.98

    ;

    κόσμος ὁ εἰς ἑορτάς X.Oec.9.6

    ;

    ἐπιτηδεότατος, εὐπρεπής, ἔς τι Hdt.1.115

    ,2.116; εἰς κάλλος ζῆν to live for show, X.Cyr.8.1.33, cf. Ages. 9.1;

    ἐς δαίτην ἐκάλεσσε Call.Aet.1.1.5

    ;

    εἰς κέρδος τι δρᾶν S.Ph.

    III;

    πάσας φωνὰς ἱέντων εἰς ἀπόφυξιν Ar.V. 562

    ;

    εἰς γράμματα παιδὶ δεκετεῖ ἐνιαυτοὶ τρεῖς Pl.Lg. 809e

    ; εἰς τὸ πρᾶγμα εἶναι to be pertinent, to the purpose, D.36.54; freq. of expenditure on an object, IG22.102.11, 116.41, al.;

    ἐς τὸ δέον Ar.Nu. 859

    , etc.; ἐς δᾷδα ib. 612.
    B POSITION: εἰς is sts. parted from its acc. by several words,

    εἰς ἀμφοτέρω Διομήδεος ἅρματα βήτην Il.8.115

    ;

    εἰς δὲ μονάρχου δῆμος ἀϊδρίῃ δουλοσύνην ἔπεσεν Sol.9

    : seldom (only in Poets) put after its case, Il.15.59, Od.3.137,15.541, S.OC 126(lyr.): after an Adv.,

    αὔριον ἔς· τῆμος δὲ.. Od.7.318

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰς

  • 2 αἰών

    αἰών, ῶνος, , [dialect] Ion. and [dialect] Ep. also , as in Pi.P.4.186, E.Ph. 1484: apocop. acc. αἰῶ,
    A like Ποσειδῶ, restored by Ahrens (from AB 363) in A.Ch. 350: (properly αἰϝών, cf. aevum, v. αἰεί):— period of existence (

    τὸ τέλος τὸ περιέχον τὸν τῆς ἑκάστου ζωῆς χρόνον.. αἰὼν ἑκάστου κέκληται Arist.Cael. 279a25

    ):
    I lifetime, life,

    ψυχή τε καὶ αἰών Il.16.453

    ;

    ἐκ δ' αἰ. πέφαται Il.19.27

    ;

    μηδέ τοι αἰ. φθινέτω Od.5.160

    ;

    λείπει τινά Il.5.685

    ; ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο (Zenod. νέον) 24.725;

    τελευτᾶν τὸν αἰῶνα Hdt.1.32

    , etc.;

    αἰῶνος στερεῖν τινά A.Pr. 862

    ;

    αἰῶνα διοιχνεῖν Id.Eu. 315

    ;

    συνδιατρίβειν Cratin. 1

    ; αἰ. Αἰακιδᾶν, periphr. for the Aeacidae, S.Aj. 645 s. v. l.;

    ἀπέπνευσεν αἰῶνα E.Fr. 801

    ;

    ἐμὸν κατ' αἰῶνα A.Th. 219

    .
    2 age, generation, αἰ. ἐς τρίτον ib. 744; ὁ μέλλων αἰών posterity, D.18.199, cf. Pl.Ax. 370c.
    3 one's life, destiny, lot, S.Tr.34, E.Andr. 1215, Fr.30, etc.
    II long space of time, age, αἰὼν γίγνεται 'tis an age, Men.536.5; esp. with Preps., ἀπ' αἰῶνος of old, Hes.Th. 609, Ev.Luc.1.70;

    οἱ ἀπὸ τοῦ αἰ. Ῥωμαῖοι D.C. 63.20

    ; δι' αἰῶνος perpetually, A.Ch.26, Eu. 563; all one's life long, S. El. 1024; δι' αἰῶνος μακροῦ, ἀπαύστου, A.Supp. 582, 574; τὸν δι' αἰ. χρόνον for ever, Id.Ag. 554; εἰς ἅπαντα τὸν αἰ. Lycurg.106, Isoc.10.62; εἰς τὸν αἰ. LXX Ge.3.23, al., D.S.21.17, Ev.Jo.8.35, Ps.-Luc. Philopatr.17;

    εἰς αἰῶνα αἰῶνος LXX Ps.131(132).14

    ; ἐξ αἰῶνος καὶ ἕως αἰῶνος ib.Je.7.7; ἐπ' αἰ. ib.Ex.15.18; ἕως αἰῶνος ib.1 Ki.1.22, al.:— without a Prep., τὸν ἅπαντα αἰ. Arist. Cael. 279a22;

    τὸν αἰῶνα Lycurg. 62

    , Epicur.Ep.1p.8U.; eternity, opp. χρόνος, Pl.Ti. 37d, cf. Metrod. Fr.37, Ph.1.496, 619, Plot.3.7.5, etc.;

    τοὺς ὑπὲρ τοῦ αἰῶνος φόβους Epicur.Sent.20

    .
    2 space of time clearly defined and marked out, epoch, age, ὁ αἰὼν οὗτος this present world, opp. ὁ μέλλων, Ev.Matt.13.22, cf. Ep.Rom.12.2; ὁ νῦν αἰ. 1 Ep.Tim.6.17, 2 Ep.Tim.4.10:—hence in pl., the ages, i.e. eternity, Phld.D.3 Fr.84;

    εἰς πάντας τοὺς αἰ. LXX To.13.4

    ; εἰς τοὺς αἰ.ib.Si.45.24, al., Ep.Rom.1.25, etc.;

    εἰς τοὺς αἰ. τῶν αἰώνων LXX 4 Ma.18.24

    , Ep.Phil.4.20, etc.; ἀπὸ τῶν αἰ., πρὸ τῶν αἰ., Ep.Eph.3.9, 1Cor.2.7; τὰ τέλη τῶν αἰ. ib.10.11.
    3 Αἰών, , personified,

    Αἰὼν Χρόνου παῖς E.Heracl. 900

    (lyr.), cf. Corp.Herm.11, etc.; as title of various divine beings, Dam.Pr. 151, al.; esp.=Persian Zervan, Suid. s.v. Ἡρασκος.
    4 Pythag., = 10, Theol.Ar.59.
    B spinal marrow (perh. regarded as seat of life), h.Merc 42, 119, Pi.Fr. 111, Hp.Epid.7.122; perh. also Il.19.27.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αἰών

  • 3 παραδίδωμι

    παραδίδωμι (Pind., Hdt.+) pres. 3 sg. παραδίδει (-δίδη cod. [ApcEsdr 3:12 p. 27, 23 Tdf.]), subj. 3 sg. παραδιδῷ and παραδιδοῖ 1 Cor 15:24 (B-D-F §95, 2; W-S. §14, 12; Mlt-H. 204), ptc. παραδιδούς; impf. 3 sg. παρεδίδου Ac 8:3 and 1 Pt 2:23, pl. παρεδίδουν Ac 16:4 v.l.; 27:1 and παρεδίδοσαν 16:4 (B-D-F §94, 1; Mlt-H. 202); fut. παραδώσω; 1 aor. παρέδωκα; 2 aor. indic. παρέδοσαν Lk 1:2; 2 aor. subj. 3 sg. παραδῷ and παραδοῖ Mk 4:29; 14:10, 11; J 13:2 (B-D-F §95, 2; Mlt-H. 210f), impv. παράδος, ptc. παραδούς; pf. παραδέδωκα, ptc. παραδεδωκώς (Ac 15:26); plpf. 3 pl. παραδεδώκεισαν Mk 15:10 (on the absence of augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Pass.; impf. 3 sg. παρεδίδετο 1 Cor 11:23b (-δίδοτο is also attested; B-D-F §94, 1; Mlt-H. 206); 1 fut. παραδοθήσομαι; 1 aor. παρεδόθην; perf. 3 sg. παραδέδοται Lk 4:6, ptc. παραδεδομένος (Ac 14:26).
    to convey someth. in which one has a relatively strong personal interest, hand over, give (over), deliver, entrust
    a thing τινί τι (Jos., Ant 4, 83; Mel., P. 42, 290; 292; 294) τάλαντά μοι Mt 25:20, 22. αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ vs. 14. ὑμῖν τὴν γῆν 1 Cl 12:5. τινὶ τὴν κτίσιν Hv 3, 4, 1; λίθους Hs 9, 7, 1; ἀμπελῶνα 5, 6, 2. Also in the sense give back, restore, give up (X., Hell. 2, 3, 7 τινί τι) αὐτῷ τὴν παρακαταθήκην ἣν ἔλαβον Hm 3:2.—Pass., w. the thing easily supplied fr. the context ἐμοὶ παραδέδοται Lk 4:6.—παρέδωκεν τὸ πνεῦμα J 19:30 (ApcMos 42; cp. TestAbr B 12 p. 117, 4f [Stone p. 82] Σαρρα … παρέδωκε τὴν ψυχήν; ParJer 9:8; ApcEsdr 7:14) needs no dat.: he gave up his spirit voluntarily. ἄνθρωποι παραδεδωκότες τὰς ψυχὰς αὐτῶν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ κυρίου men who have risked ( pledged Field, Notes 124) their lives for the name of the Lord Ac 15:26. καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσομαι and if I give up my body to be burned 1 Cor 13:3 (Maximus Tyr. 1, 9i τῇ Αἴτνῃ αὐτοῦ παραδοὺς σῶμα; Syntipas p. 60, 11 πυρὶ σεαυτὴν παραδίδως). ὅταν παραδιδοῖ τ. βασιλείαν τῷ θεῷ when (Christ) delivers the kingship to God 15:24.
    hand over, turn over, give up a person ([Lat. trado] as a t.t. of police and courts ‘hand over into [the] custody [of]’ OGI 669, 15; PHib 92, 11; 17; PLille 3, 59 [both pap III B.C.]; PTebt 38, 6 [II B.C.] al.—As Military term ‘surrender’: Paus. 1, 2, 1; X., Cyr. 5, 1, 28; 5, 4, 51.) τινά someone Mt 10:19; 24:10; 27:18; Mk 13:11; Ac 3:13. Pass. Mt 4:12; Mk 1:14; Lk 21:16. τινά τινι Mt 5:25 (fr. one official to another, as UPZ 124, 19f [II B.C.]; TestAbr B 10 p. 115, 11 [Stone p. 78]); 18:34; 27:2; Mk 10:33b; cp. 15:1; Lk 12:58; 20:20; J 18:30, 35; Ac 27:1; 28:16 v.l.; Hs 7:5; 9, 10, 6; Pass. Lk 18:32; J 18:36; Hv 5:3f; m 4, 4, 3; Hs 6, 3, 6b; 9, 11, 2; 9, 13, 9; 9, 20, 4; 9, 21, 4. τὸν Ἰησοῦν παρέδωκεν τῷ θελήματι αὐτῶν Lk 23:25.—Esp. of Judas (s. Brown, Death I 211f on tendency of translators to blur the parallelism of Judas’ action to the agency of others in the passion narrative), whose information and action leads to the arrest of Jesus, w. acc. and dat. ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν Mt 26:15. Cp. Mk 14:10; Lk 22:4, 6; J 19:11. Pass. Mt 20:18; Mk 10:33a. Without a dat. Mt 10:4; 26:16, 21, 23; Mk 3:19; 14:11, 18; Lk 22:48; J 6:64, 71; 12:4; 13:21. Pass. Mt 26:24; Mk 14:21; Lk 22:22; 1 Cor 11:23b (NRSV et al. render ‘betrayed’, but it is not certain that when Paul refers to ‘handing over’, ‘delivering up’, ‘arresting’ [so clearly Posidon.: 87 Fgm. 36, 50 Jac. παραδοθείς ‘surrendered’] he is even thinking of the action taken against Jesus by Judas much less interpreting it as betrayal; cp. Ac 3:13 παρεδώκατε). ὁ παραδιδοὺς αὐτόν (παραδιδούς με) his (my) informer (on the role of a מסוֹר in Israelite piety s. WKlassen, Judas ’96, 62–66; but Ac 1:18 the action of Judas as ἀδικία) Mt 26:25, 46, 48; Mk 14:42, 44; Lk 22:21; J 13:11; 18:2, 5. Cp. Mt 27:3, 4; J 21:20. The article w. pres. ptc. connotes the notoriety (cp. the use of traditor in Tacitus, Histories 4, 24) of Judas in early tradition. His act is appraised as betrayal Lk 6:16, s. προδότης.—τινὰ εἰς χεῖράς τινος deliver someone/someth. into someone’s hands (a Semitic construction, but paralleled in Lat., cp. Livy 26, 12, 11; Dt 1:27; Jer 33:24; Jdth 6:10; 1 Macc 4:30; 1 Esdr 1:50. Pass. Jer 39:4, 36, 43; Sir 11:6; Da 7:25, 11:11; TestJob 20:3; ParJer 2:7 τὴν πόλιν; AscIs 2:14; cp. Jos., Ant. 2, 20) Ac 21:11. Pass. Mt 17:22; 26:45; Mk 9:31; 14:41; Lk 9:44; 24:7 (NPerrin, JJeremias Festschr., ’70, 204–12); Ac 28:17. ἡ γῆ παραδοθήσεται εἰς χεῖρας αὐτοῦ D 16:4b. Also ἐν χειρί τινος (Judg 7:9; 2 Esdr 9:7; cp. 2 Ch 36:17; 1 Macc 5:50; Just., D. 40, 2 ὁ τόπος τοῖς ἐχθροῖς ὑμῶν παραδοθήσεται) 1 Cl 55:5b.—W. indication of the goal, or of the purpose for which someone is handed over: in the inf. (Jos., Bell. 1, 655) παραδιδόναι τινά τινι φυλάσσειν αὐτόν hand someone over to someone to guard him (X., An. 4, 6, 1) Ac 12:4. W. local εἰς (OGI 669, 15 εἰς τὸ πρακτόρειόν τινας παρέδοσαν; PGiss 84 II, 18 [II A.D.] εἰς τ. φυλακήν): εἰς συνέδρια hand over to the local courts Mt 10:17; Mk 13:9. εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς hand someone over to the synagogues and prisons Lk 21:12. εἰς φυλακήν put in prison Ac 8:3; cp. 22:4. Also εἰς δεσμωτήριον (of a transcendent place of punishment: cp. PGM 4, 1245ff ἔξελθε, δαῖμον, … παραδίδωμί σε εἰς τὸ μέλαν χάος ἐν ταῖς ἀπωλείαις) Hs 9, 28, 7. ἑαυτοὺς εἰς δεσμά give oneself up to imprisonment 1 Cl 55:2a. W. final εἰς (cp. En 97:10 εἰς κατάραν μεγάλην παρα[δο]θήσεσθε): ἑαυτοὺς εἰς δουλείαν give oneself up to slavery 55:2b (cp. Just., D. 139, 4). εἰς τὸ σταυρωθῆναι hand over to be crucified Mt 26:2. εἰς τὸ ἐμπαῖξαι κτλ. 20:19. εἰς θλῖψιν 24:9. εἰς κρίμα θανάτου Lk 24:20. εἰς κρίσιν 2 Pt 2:4. εἰς θάνατον hand over to death (POxy 471, 107 [II A.D.]): Mt 10:21 (Unknown Sayings, 68 n. 3: by informing on the other); Mk 13:12; Hm 12, 1, 2f; pass.: ending of Mk in the Freer ms.; 2 Cor 4:11; 1 Cl 16:13 (Is 53:12); B 12:2; Hs 9, 23, 5. π. ἑαυτὸν εἰς θάνατον give oneself up to death 1 Cl 55:1; fig. hand oneself over to death Hs 6, 5, 4. εἰς θλῖψιν θανάτου παραδίδοσθαι be handed over to the affliction of death B 12:5. π. τὴν σάρκα εἰς καταφθοράν give up his flesh to corruption 5:1.—ἵνα stands for final εἰς: τὸν Ἰησοῦν παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ he handed Jesus over to be crucified Mt 27:26; Mk 15:15; cp. J 19:16.—π. alone w. the mng. hand over to suffering, death, punishment, esp. in relation to Christ: κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν 1 Cl 16:7 (cp. Is 53:6).—Ro 8:32. Pass. 4:25; cp. B 16:5. π. ἑαυτὸν ὑπέρ τινος Gal 2:20 (GBerényi, Biblica 65, ’84, 490–537); Eph 5:25. παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ θεῷ he gave himself to God for us as a sacrifice and an offering vs. 2.—π. τινὰ τῷ σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός hand someone over to Satan for destruction of his physical body 1 Cor 5:5. οὓς παρέδωκα τῷ σατανᾷ, ἵνα whom I have turned over to Satan, in order that 1 Ti 1:20 (cp. INikaia I, 87, 4f of someone handed over to the gods of the netherworld for tomb violation [New Docs 4, 165]; also the exorcism PGM 5, 334ff νεκυδαίμων, … παραδίδωμί σοι τὸν δεῖνα, ὅπως … ; s. the lit. s.v. ὄλεθρος 2; also CBruston, L’abandon du pécheur à Satan: RTQR 21, 1912, 450–58; KLatte, Heiliges Recht 1920; LBrun, Segen u. Fluch im Urchr. ’32, 106ff). The angel of repentance says: ἐμοὶ παραδίδονται εἰς ἀγαθὴν παιδείαν they are turned over to me for good instruction Hs 6, 3, 6a (Demetr. Phaler. [IV/III B.C.] Fgm. 164 FWehrli ’49: Demosthenes παραδίδωσι ἑαυτὸν τῷ Ἀνδρονίκῳ to be initiated into dramatic art).—ἑαυτοὺς παρέδωκαν τῇ ἀσελγείᾳ they gave themselves over to debauchery Eph 4:19. ταῖς ἐπιθυμίαις τ. αἰῶνος τούτου Hs 6, 2, 3. ταῖς τρυφαῖς καὶ ἀπάταις 6, 2, 4. παρεδώκατε ἑαυτοὺς εἰς τὰς ἀκηδίας Hv 3, 11, 3 (s. ἀκηδία). Of God, who punishes evil-doers: παρέδωκεν αὐτοὺς εἰς ἀκαθαρσίαν he abandoned them to impurity Ro 1:24 (for the thought cp. 1QH 2:16–19. See also EKlostermann, ZNW 32, ’33, 1–6 [retribution]). εἰς πάθη ἀτιμίας to disgraceful passions vs. 26. εἰς ἀδόκιμον νοῦν vs. 28. παρέδωκεν αὐτοὺς λατρεύειν τῇ στρατιᾷ τοῦ οὐρανοῦ Ac 7:42. God, the All-Gracious One, is the subject of the extraordinary (s. lit. διδαχή 2) expression εἰς ὸ̔ν παρεδόθητε τύπον διδαχῆς = τῷ τύπῳ δ. εἰς ὸ̔ν π. (obedient) to the form of teaching, for the learning of which you were given over i.e. by God Ro 6:17 (cp. the ins. fr. Transjordania in Nabataean times NGG Phil.-Hist. Kl. Fachgr. V n.s. I, 1, ’36, p. 3, 1 Abedrapsas thanks his paternal god: παρεδόθην εἰς μάθησιν τέχνης=‘I was apprenticed to learn a trade’. AFridrichsen, ConNeot 7, ’42, 6–8; FBeare, NTS 5, ’59, 206–10; UBorse, BZ 12, ’68, 95–103; FDanker, Gingrich Festschr., ’72, 94).
    to entrust for care or preservation, give over, commend, commit w. dat. (cp. PFlor 309, 5 σιωπῇ παραδ. ‘hand over to forgetfulness’; Just., A II, 5, 2 τὴν … τῶν ἀνθρώπων … πρόνοιαν ἀγγέλοις … παρέδωκεν ‘[God] entrusted angels with concern for humans’; Tat. 7, 3 τῇ σφῶν ἀβελτερίᾳ παρεδόθησαν ‘they were handed over to their own stupidity’) παραδίδοσθαι τῇ χάριτι τοῦ κυρίου ὑπό τινος be commended by someone to the grace of the Lord Ac 15:40. Ἀντιόχεια, ὅθεν ἦσαν παραδεδομένοι τῇ χάριτι τοῦ θεοῦ εἰς τὸ ἔργον Antioch, from which (city they had gone out) commended to the grace of God for the work 14:26.—παρεδίδου τῷ κρίνοντι he committed his cause to the one who judges 1 Pt 2:23.
    to pass on to another what one knows, of oral or written tradition, hand down, pass on, transmit, relate, teach (Theognis 1, 28f passes on what he himself learned as παῖς, ἀπὸ τῶν ἀγαθῶν; Pla., Phil. 16c, Ep. 12, 359d μῦθον; Demosth. 23, 65; Polyb. 7, 1, 1; 10, 28, 3; Diod S 12, 13, 2 π. τινί τι pass on someth. to future generations εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα; Plut., Nic. 524 [1, 5]; Herm. Wr. 13, 15; Jos., C. Ap. 1, 60 τὴν κατὰ νόμους παραδεδομένην εὐσέβειαν; PMagd 33, 5 of a report to the police concerning the facts in a case; Just.; A I, 54, 1 τὰ μυθοποιηθέντα) Lk 1:2. παραδόσεις Mk 7:13 (of the tradition of the Pharisees, as Jos., Ant. 13, 297; cp. the rabbinic term מָסַר); 1 Cor 11:2. ἔθη Ac 6:14. ὁ ἡμῖν παραδοθεὶς λόγος the teaching handed down to us Pol 7:2 (Just., D. 53, 6). ἡ παραδοθεῖσα αὐτοῖς ἁγία ἐντολή 2 Pt 2:21 (ApcMos 23 τὴν ἐντολήν μου ἣν παρέδωκά σοι). ἡ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις πίστις Jd 3. τὰ παραδοθέντα (Philo, Fuga 200) Dg 11:1. παρεδίδοσαν αὐτοῖς φυλάσσειν τὰ δόγματα they handed down to them the decisions to observe Ac 16:4.—(In contrast to παραλαμβάνειν [the same contrast in Diod S 1, 91, 4; 3, 65, 6; 5, 2, 3; PHerm 119 III, 22; BGU 1018, 24; PThéad 8, 25]) pass on 1 Cor 11:23a; 15:3; AcPlCor 2:4; EpilMosq 2. W. a connotation of wonder and mystery (of mysteries and ceremonies: Theon Smyrn., Expos. Rer. Math. p. 14 Hiller τελετὰς παραδιδόναι; Diod S 5, 48, 4 μυστηρίων τελετὴ παραδοθεῖσα; Strabo 10, 3, 7; Wsd 14:15 μυστήρια καὶ τελετάς. ParJer 9:29 τὰ μυστήρια … τῷ Βαρούχ; Just., D. 70, 1 τὰ τοῦ Μίθρου μυστήρια παραδιδόντες; cp. 78, 6. Cp. Herm. Wr. 13, 1 παλιγγενεσίαν; PGM 4, 475) πάντα (πᾶς 1dβ) μοι παρεδόθη ὑπὸ τ. πατρός μου Mt 11:27; Lk 10:22 (cp. Herm. Wr. 1, 32 πάτερ … παρέδωκας αὐτῷ [ὁ σὸς ἄνθρωπος is meant] τὴν πᾶσαν ἐξουσίαν; in Vett. Val. 221, 23 astrology is ὑπὸ θεοῦ παραδεδομένη τ. ἀνθρώποις.—For lit. on the saying of Jesus s. under υἱός 2dβ).—S. παράδοσις, end.
    to make it possible for someth. to happen, allow, permit (Hdt. 5, 67; 7, 18 [subj. ὁ θεός]; X., An. 6, 6, 34 [οἱ θεοί]; Isocr. 5, 118 [οἱ καιροί]; Polyb. 22, 24, 9 τῆς ὥρας παραδιδούσης) ὅταν παραδοῖ ὁ καρπός when the (condition of the) crop permits Mk 4:29.—On the whole word: WPopkes, Christus Traditus, ’67.—M-M. EDNT. TW. Spicq. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > παραδίδωμι

  • 4 μνημονεύω

    μνημον-εύω, [tense] pf.
    A

    ἐμνημόνευκα Pl.Phd. 103b

    (ἀπ-), J.Ap.1.1;

    μεμνημόνευκα Ruf.

    ap. Orib.44.17.2:—[voice] Pass., [tense] fut.

    μνημονευθήσομαι Isoc.12.128

    ; also μνημονεύσομαι in pass. sense (v. infr. B): [tense] aor. ἐμνημονεύθην ib.192: [tense] pf. ἐμνημόνευμαι (δι-) Pl. Criti. 117e:—[voice] Med., [tense] aor.

    ἐμνημονευσάμην Gal.15.50

    : ([etym.] μνήμων):— call to mind, remember, think of, c. acc., Hdt.1.36, A.Pers. 783, S.Ph. 121, Fr.1120.9, Epicur.Ep.2p.55U., etc.: c. gen., Phld.Piet.94, Plu. Oth.1, etc.: c. inf., remember to do, Ar.Ec. 264; μ. ὅτι .. Pl.R. 480a; εἰ .. D.1.11; ὡς .. LXX 2 Ma.10.6.
    2 abs.,

    μ. γὰρ καλῶς Cratin. 122

    , cf. Pl.Grg. 499e, Men.Pk. 142; opp. ἀναμιμνήσκεσθαι, as animal instinct from human faculty, Arist.Mem. 453a6.
    II call to another's mind, mention, say, c. acc.,

    ἀληθῆ -εύεις Pl.Lg. 646b

    , etc.; μ. τινί τινος make mention of a thing to another, Phalar.Ep.2: c. gen., make mention of, τοῦ ἔθνους ἐν ταῖς ἱστορίαις J.l.c., cf. Plu.Them.32, etc.;

    μ. ἀδελφῶν LXX 1 Ma.12.11

    .
    III serve as

    μνήμων 11.3

    , SIG 45.11 (Halic., v B. C.);

    μ. ἁγναῖς θεαῖς IG14.204

    ([place name] Acrae), cf. 9(1).689 (Corc.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μνημονεύω

  • 5 αἰών

    αἰών, ῶνος, ὁ (Hom.+; gener. ‘an extended period of time’, in var. senses)
    a long period of time, without ref. to beginning or end,
    of time gone by, the past, earliest times, readily suggesting a venerable or awesome eld οἱ ἅγιοι ἀπʼ αἰῶνος προφῆται the holy prophets fr. time immemorial (cp. Hes., Theog. 609; Περὶ ὕψους 34, 4 τοὺς ἀπʼ αἰ. ῥήτορας; Cass. Dio 63, 20 τῶν ἀπὸ τοῦ αἰ. Ῥωμαίων; IMagnMai 180, 4; SIG index; Gen 6:4; Tob 4:12; Sir 14:17; 51:8; En 14:1; 99:14; Jos., Bell. 1, 12; Just., D. 11, 1) Lk 1:70; Ac 3:21; make known from of old Ac 15:18; πρὸ παντὸς τ. αἰ. before time began Jd 25a (for the combination with πᾶς cp. Sallust. 20 p. 36, 5 τὸν πάντα αἰῶνα=through all eternity); pl. πρὸ τῶν αἰ. 1 Cor 2:7 (cp. Ps 54:20 θεὸς ὁ ὑπάρχων πρὸ τῶν αἰ. [PGM 4, 3067 ἀπὸ τ. ἱερῶν αἰώνων]); ἐξ αἰ. since the beginning D 16:4 (Diod S 1, 6, 3; 3, 20, 2; 4, 83, 3; 5, 2, 3; Sext. Emp., Math. 9, 62; OGI 669, 61; Philo, Somn. 1, 19; Jos., Bell. 5, 442; Sir 1:4; SibOr Fgm. 1, 16 of God μόνος εἰς αἰῶνα κ. ἐξ αἰῶνος). W. neg. foll. ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη never has it been heard J 9:32.
    of time to come which, if it has no end, is also known as eternity (so commonly in Gk. lit. Pla. et al.); εἰς τὸν αἰῶνα (since Isocr. 10, 62, also Diod S 1, 56, 1 εἰς τ. αἰ.=εἰς ἅπαντα τ. χρόνον; 4, 1, 4; SIG 814, 49 and OGI index VIII; POxy 41, 30=‘Long live the Caesars’; PGM 8, 33; 4, 1051 [εἰς αἰ.]; LXX; En 12:6; 102:3; PsSol 2:34, 37; ParJer 8:5; JosAs 15:3 εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον 4:10 al. Jos., Ant. 7, 356 [εἰς αἰ.]) to eternity, eternally, in perpetuity: live J 6:51, 58; B 6:3; remain J 8:35ab; 12:34; 2 Cor 9:9 (Ps. 111:9); 1 Pt 1:23 v.l., 25 (Is 40:8); 1J 2:17; 2J 2; be with someone J 14:16. Be priest Hb 5:6; 6:20; 7:17, 21, 24, 28 (each Ps 109:4). Darkness reserved Jd 13. W. neg.=never, not at all, never again (Ps 124:1; Ezk 27:36 al.) Mt 21:19; Mk 3:29; 11:14; 1 Cor 8:13. ἕως αἰῶνος (LXX) 1 Cl 10:4 (Gen 13:15); Hv 2, 3, 3; Hs 9, 24, 4. In Johannine usage the term is used formulaically without emphasis on eternity (Lackeit [s. 4 below] 32f): never again thirst J 4:14; never see death 8:51f; cp. 11:26; never be lost 10:28; never (= by no means) 13:8. εἰς τὸν αἰ. τοῦ αἰῶνος (Ps 44:18; 82:18 al.) Hb 1:8 (Ps 44:7). ἕως αἰῶνος (LXX; PsSol 18:11) Lk 1:55 v.l. (for εἰς τὸν αἰ.); εἰς ἡμέραν αἰῶνος 2 Pt 3:18.—The pl. is also used (Emped., Fgm. 129, 6 αἰῶνες=generations; Theocr. 16, 43 μακροὺς αἰῶνας=long periods of time; Philod. περὶ θεῶν 3 Fgm. 84; Sext. Emp., Phys. 1, 62 εἰς αἰῶνας διαμένει; SibOr 3, 767; LXX, En; TestAbr B 7 p. 112, 3 [Stone p. 72].—B-D-F §141, 1), esp. in doxologies: εἰς τοὺς αἰῶνας (Ps 60:5; 76:8) Mt 6:13 v.l.; Lk 1:33 (cp. Wsd 3:8); Hb 13:8. εἰς πάντας τοὺς αἰ. (Tob 13:4; Da 3:52b; En 9:4; SibOr 3, 50) Jd 25b. εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας to all eternity (cp. Ps 88:53) Ro 1:25; 9:5; 2 Cor 11:31. αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰ. Ro 11:36; ᾧ κτλ. 16:27 (v.l. αὐτῷ). τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰ. 1 Pt 5:11; more fully εἰς τοὺς αἰ. τῶν αἰώνων (Ps 83:5; GrBar 17:4; PGM 4, 1038; 22b, 15) for evermore in doxologies Ro 16:27 v.l.; Gal 1:5; Phil 4:20; 1 Ti 1:17; 2 Ti 4:18; Hb 13:21; 1 Pt 4:11; 5:11 v.l.; Rv 1:6, 18; 5:13; 7:12; 11:15 al. 1 Cl 20:12; 32:4; 38:4; 43:6; εἰς πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰ. Eph 3:21 (cp. Tob 1:4; 13:12; En 103:4; 104:5). Of God ὁ ζῶν εἰς τοὺς αἰ. (cp. Tob 13:2; Sir 18:1; Da 6:27 Theod.) Rv 4:9f; 10:6; 15:7; formulaically= eternal 14:11; 19:3; 20:10; 22:5.—κατὰ πρόθεσιν τῶν αἰώνων according to the eternal purpose Eph 3:11. All-inclusive ἀπὸ αἰώνων καὶ εἰς τ. αἰῶνας from (past) eternity to (future) eternity B 18:2 (cp. Ps 40:14 and Ps.-Aristot., De Mundo 7, 401a, 16 ἐξ αἰῶνος ἀτέρμονος εἰς ἕτερον αἰῶνα; M. Ant. 9, 28, 1 ἐξ αἰῶνος εἰς αἰῶνα; SibOr Fgm. 1, 16 of God μόνος εἰς αἰῶνα κ. ἐξ αἰῶνος).
    a segment of time as a particular unit of history, age
    ὁ αἰὼν οὗτος (הָעוֹלָם הַזֶּה) the present age (nearing its end) (Orig., C. Cels. 1, 13, 15, in ref. to 1 Cor 3:18; s. Bousset, Rel. 243ff; Dalman, Worte 120ff; Schürer II 537f; NMessel, D. Einheitlichkeit d. jüd. Eschatol. 1915, 44–60) contrasted w. the age to come (Philo and Joseph. do not have the two aeons) Mt 12:32. A time of sin and misery Hv 1, 1, 8; Hs 3:1ff; ending of Mk in the Freer ms. 2; ἡ μέριμνα τοῦ αἰ. (v.l. + τούτου) the cares of the present age Mt 13:22; pl. cp. Mk 4:19. πλοῦτος earthly riches Hv 3, 6, 5. ματαιώματα vain, futile things Hm 9:4; Hs 5, 3, 6. πραγματεῖαι m 10, 1, 4. ἐπιθυμία m 11:8; Hs 6, 2, 3; 7:2; 8, 11, 3. πονηρία Hs 6, 1, 4. ἀπάται Hs 6, 3, 3 v.l. οἱ υἱοὶ τοῦ αἰ. τούτου the children of this age, the people of the world (opp. children of light, enlightened ones) Lk 16:8; 20:34.—The earthly kingdoms βασιλεῖαι τοῦ αἰ. τούτου IRo 6:1. συσχηματίζεσθαι τῷ αἰ. τούτῳ be conformed to this world Ro 12:2. As well as everything non-Christian, it includes the striving after worldly wisdom: συζητητὴς τοῦ αἰ. τούτου searcher after the wisdom of this world 1 Cor 1:20. σοφία τοῦ αἰ. τούτου 2:6. ἐν τῷ αἰ. τούτῳ 3:18 prob. belongs to what precedes=those who consider themselves wise in this age must become fools (in the estimation of this age). The ruler of this age is the devil: ὁ θεὸς τοῦ αἰ. τούτου 2 Cor 4:4 (θεός 5). ἄρχων τοῦ αἰ. τούτου IEph 17:1; 19:1; IMg 1:3; ITr 4:2; IRo 7:1; IPhld 6:2; his subordinate spirits are the ἄρχοντες τοῦ αἰ. τούτου 1 Cor 2:6, 8 (ἄρχων 1c).—Also ὁ νῦν αἰών (Did., Gen. 148, 21): πλούσιοι ἐν τῷ νῦν αἰ. 1 Ti 6:17; ἀγαπᾶν τὸν νῦν αἰ. 2 Ti 4:10; Pol 9:2. Cp. Tit 2:12. Or (Orig., C. Cels. 2, 42, 30) ὁ αἰ. ὁ ἐνεστώς the present age Gal 1:4 (cp. SIG 797, 9 [37 A.D.] αἰῶνος νῦν ἐνεστῶτος). The end of this period (cp. SibOr 3, 756 μέχρι τέρματος αἰῶνος) συντέλεια (τοῦ) αἰ. Mt 13:39f, 49; 24:3; 28:20 (cp. TestJob 4:6; TestBenj 11:3; JRobinson, Texts and Studies V introd. 86). συντέλεια τῶν αἰ. Hb 9:26; on GMary 463, 1 s. καιρός end.
    ὁ αἰὼν μέλλων (הָעוֹלָם הַבָּא) the age to come, the Messianic period (on the expr. cp. Demosth. 18, 199; Hippocr., Ep. 10, 6 ὁ μ. αἰ.=the future, all future time; Ael. Aristid. 46 p. 310 D.: ἡ τοῦ παρελθόντος χρόνου μνεία κ. ὁ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος λόγος; Jos., Ant. 18, 287; Ar. 15, 3; Orig., C. Cels. 8, 24, 20; Did., Gen. 164, 2) in 2 Cl 6:3, cp. Hs 4:2ff, opposed to the αἰὼν οὗτος both in time and quality, cp. Mt 12:32; Eph 1:21; δυνάμεις μέλλοντος αἰ. Hb 6:5. Also αἰ. ἐκεῖνος: τοῦ αἰ. ἐκείνου τυχεῖν take part in the age to come Lk 20:35. ὁ αἰ. ὁ ἐρχόμενος Mk 10:30; Lk 18:30; Hs 4:2, 8. ὁ αἰ. ὁ ἐπερχόμενος Hv 4, 3, 5: pl. ἐν τοῖς αἰῶσιν τοῖς ἐπερχομένοις in the ages to come Eph 2:7. As a holy age ὁ ἅγιος αἰ. (opp. οὗτος ὁ κόσμος; cp. εἰς τὸν μείζονα αἰ. TestJob 47:3) B 10:11 and as a time of perfection αἰ. ἀλύπητος an age free from sorrow 2 Cl 19:4 (cp. αἰ. … τοῦ ἀπαραλλάκτου TestJob 33:5), while the present αἰών is an ‘aeon of pain’ (Slav. Enoch 65, 8).—The plurals 1 Cor 10:11 have been explained by some as referring to both ages, i.e. the end-point of the first and beginning of the second; this view urges that the earliest Christians believed that the two ages came together during their own lifetimes: we, upon whom the ends of the ages have come (JWeiss. A Greek would not refer to the beginning as τέλος. The Gordian knot has οὔτε τέλος οὔτε ἀρχή: Arrian, Anab. 2, 3, 7). But since τὰ τέλη can also mean ‘end’ in the singular (Ael. Aristid. 44, 17 K.=17 p. 406 D.: σώματος ἀρχαὶ κ. τέλη=‘beginning and end’; 39 p. 737 D.: τὰ τέλη … δράματος; Longus 1, 23, 1 ms. ἦρος τέλη; Vi. Thu. 2, 2 [=OxfT ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΒΙΟΣ 2] τέλη τοῦ πολέμου; Aëtius, Eye Diseases p. 120, 25 Hirschb. after Galen: τὰ τέλη τ. λόγου=the close of the section; Philo, Virt. 182) and, on the other hand, the pl. αἰῶνες is often purely formal (s. above 1a and b, 2a at end) τὰ τέλη τῶν αἰ. can perh. be regarded as equal to τέλος αἰώνων (SibOr 8, 311)=the end of the age(s). Cp. TestLevi 14:1 ἐπὶ τὰ τέλη τῶν αἰώνων.—For the essential equivalence of sing. and pl. cp. Maximus Tyr. 14, 8b τὰ τῆς κολακείας τέλη beside τέλος τῆς σπουδῆς. Cp. also τέλος 5.
    the world as a spatial concept, the world (αἰ. in sg. and pl. [B-D-F §141, 1]: Hippocr., Ep. 17, 34; Diod S 1, 1, 3 God rules ἅπαντα τὸν αἰῶνα; Ael. Aristid. 20, 13 K.=21 p. 434 D.: ἐκ τοῦ παντὸς αἰῶνος; Maximus Tyr. 11, 5e; IAndrosIsis, Cyrene 4 [103 A.D.] P. p. 129]; Ps 65:7; Ex 15:18 [cp. Philo, Plant. 47; 51]; Wsd 13:9; 14:6; 18:4; αἰῶνες οἱ κρείττονε Tat. 20:2) ApcPt 4:14. Created by God through the Son Hb 1:2; through God’s word 11:3. Hence God is βασιλεὺς τῶν αἰ. 1 Ti 1:17; Rv 15:3 (v.l. for ἐθνῶν); 1 Cl 61:2 (cp. PGM 12, 247 αἰώνων βασιλεῦ; Tob 13:7, 11, cp. AcPh 2 and 11 [Aa II/2, 2, 20 and 6, 9]); πατὴρ τῶν αἰ. 35:3 (cp. Just., A I, 41, 2; AcPh 144 [Aa II/2, 84, 9]); θεὸς τῶν αἰ. 55:6 (cp. Sir 36:17; ὁ θεὸς τοῦ αἰ.; En 1:4; PGM 4, 1163; TSchermann, Griech. Zauber-pap 1909, 23; AcJ 82 [Aa II/1, 191, 24f]). But many of these pass. may belong under 2.
    the Aeon as a person, the Aeon (Rtzst., Erlösungsmyst. 268 index under Aion, Taufe 391 index; Epict. 2, 5, 13 οὐ γάρ εἰμι αἰών, ἀλλʼ ἄνθρωπος=I am not a being that lasts forever, but a human being [and therefore I know that whatever is must pass away]; Mesomedes 1, 17=Coll. Alex. p. 197, 17; Simplicius in Epict. p. 81, 15 οἱ αἰῶνες beside the μήτηρ τῆς ζωῆς and the δημιουργός; En 9:4 κύριος τ. κυρίων καὶ θεὸς τ. θεῶν κ. βασιλεὺς τ. αἰώνων; PGM 4, 520; 1169; 2198; 2314; 3168; 5, 468; AcPh 132 [Aa II/2, 63, 5]; Kephal. I p. 24, 6; 45, 7) ὁ αἰ. τοῦ κόσμου τούτου Eph 2:2. The secret hidden from the Aeons Col 1:26; Eph 3:9 (Rtzst., Erlösungsmyst. 235f); IEph 19:2 (Rtzst. 86, 3); cp. 8:1 (Rtzst. 236, 2). Various other meanings have been suggested for these passages.—CLackeit, Aion I, diss. Königsbg. 1916; EBurton, ICC Gal 1921, 426–32; HJunker, Iran. Quellen d. hellenist. Aionvorstellung: Vortr. d. Bibl. Warburg I 1923, 125ff; ENorden, D. Geburt des Kindes 1924; MZepf, D. Gott Αιων in d. hellenist. Theologie: ARW 25, 1927, 225–44; ANock, HTR 27, 1934, 78–99=Essays I, ’72, 377–96; RLöwe, Kosmos u. Aion ’35; EOwen, αἰών and αἰώνιος: JTS 37, ’36, 265–83; 390–404; EJenni, Das Wort ˓ōlām im AT: ZAW 64, ’52, 197–248; 65, ’53, 1–35; KDeichgräber, RGG I3 193–95; HSasse, RAC I 193–204; MNilsson, Die Rel. in den gr. Zauberpapyri, K. humanist. Vetenskapssamfundets Lund II ’47/48, 81f; GJennings, A Survey of αιων and αιωνιος and their meaning in the NT, ’48; GStadtmüller, Aion: Saeculum 2, ’51, 315–20 (lit.); EDegani, ΑΙΩΝ da Omero ad Aristotele ’61 (s. Classen, Gnomon 34, ’62, 366–70; D.’s reply in RivFil 91, ’63, 104–10); MTreu, Griech. Ewigkeitswörter, Glotta 43, ’65, 1–24; JBarr, Biblical Words for Time2 ’69; OCullman, Christus u. die Zeit3 ’62.—B. 13. EDNT. DDD s.v. Aion. DELG. M-M. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > αἰών

  • 6 λόγος

    λόγος, , verbal noun of λέγω (B), with senses corresponding to λέγω (B) II and III (on the various senses of the word v. Theo Sm.pp.72,73 H., An.Ox.4.327): common in all periods in Prose and Verse, exc. Epic, in which it is found in signf. derived from λέγω (B) 111, cf.infr. VI. 1 a:
    I computation, reckoning (cf. λέγω (B) II).
    1 account of money handled,

    σανίδες εἰς ἃς τὸν λ. ἀναγράφομεν IG12.374.191

    ; ἐδίδοσαν τὸν λ. ib.232.2;

    λ. δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων Hdt.3.142

    , cf. 143;

    οὔτε χρήματα διαχειρίσας τῆς πόλεως δίδωμι λ. αὐτῶν οὔτε ἀρχὴν ἄρξας οὐδεμίαν εὐθύνας ὑπέχω νῦν αὐτῆς Lys.24.26

    ;

    λ. ἀπενεγκεῖν Arist.Ath.54.1

    ;

    ἐν ταῖς εὐθύναις τοῦ τοιούτου λ. ὑπεχέτω Pl.Lg. 774b

    ;

    τὸν τῶν χρημάτων λ. παρὰ τούτων λαμβάνειν D.8.47

    ;

    ἀδικήματα εἰς ἀργυρίου λ. ἀνήκοντα Din.1.60

    ; συνᾶραι λόγον μετά τινος settle accounts with, Ev.Matt.18.23, etc.; δεύτεροι λ. a second audit, Cod.Just.1.4.26.1; ὁ τραπεζιτικὸς λ. banking account, Theo Sm.p.73 H.: metaph.,

    οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λ. βροτόν S.Aj. 477

    .
    b public accounts, i. e. branch of treasury, ἴδιος λ., in Egypt, OGI188.2, 189.3, 669.38; also as title of treasurer, ib.408.4, Str.17.1.12;

    ὁ ἐπὶ τῶν λ. IPE2.29

    A ([place name] Panticapaeum); δημόσιος λ., = Lat. fiscus, OGI669.21 (Egypt, i A.D.), etc. (but later, = aerarium, Cod.Just.1.5.15); also

    Καίσαρος λ. OGI669.30

    ; κυριακὸς λ. ib.18.
    2 generally, account, reckoning, μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ λ. excels the whole account, i.e. is best of all, S.OC 1225 (lyr.); δόντας λ. τῶν ἐποίησαν accounting for, i.e. paying the penalty for their doings, Hdt.8.100;

    λ. αἰτεῖν Pl.Plt. 285e

    ;

    λ. δοῦναι καὶ δέξασθαι Id.Prt. 336c

    , al.;

    λαμβάνειν λ. καὶ ἐλέγχειν Id.Men. 75d

    ;

    παρασχεῖν τῶν εἰρημένων λ. Id.R. 344d

    ;

    λ. ἀπαιτεῖν D.30.15

    , cf. Arist. EN 1104a3; λ. ὑπέχειν, δοῦναι, D.19.95;

    λ. ἐγγράψαι Id.24.199

    , al.;

    λ. ἀποφέρειν τῇ πόλει Aeschin.3.22

    , cf. Eu. Luc.16.2, Ep.Hebr.13.17;

    τὸ παράδοξον τῶν συμβεβηκότων ὑπὸ λόγον ἄγειν Plb.15.34.2

    ; λ. ἡ ἐπιστήμη, πολλὰ δὲ ὁ λ. the account is manifold, Plot.6.9.4; ἔχων λόγον τοῦ διὰ τί an account of the cause, Arist.APo. 74b27; ἐς λ. τινός on account of,

    ἐς χρημάτων λ. Th.3.46

    , cf. Plb.5.89.6, LXX 2 Ma1.14, JRS 18.152 ([place name] Jerash); λόγῳ c. gen., by way of, Cod.Just.3.2.5. al.; κατὰ λόγον τοῦ μεγέθους if we take into account his size, Arist.HA 517b27;

    πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λ. Ep.Hebr.4.13

    , cf. D.Chr.31.123.
    3 measure, tale (cf. infr. 11.1),

    θάλασσα.. μετρέεται ἐς τὸν αὐτὸν λ. ὁκοῖος πρόσθεν Heraclit.31

    ;

    ψυχῆς ἐστι λ. ἑαυτὸν αὔξων Id.115

    ; ἐς τούτου (sc. γήραος) λ. οὐ πολλοί τινες ἀπικνέονται to the point of old age, Hdt.3.99, cf.7.9.β; ὁ ξύμπας λ. the full tale, Th.7.56, cf. Ep.Phil.4.15; κοινῷ λ. νομίσαντα common measure, Pl.Lg. 746e; sum, total of expenditure, IG42(1).103.151 (Epid., iv B.C.); ὁ τῆς οὐσίας λ., = Lat. patrimonii modus, Cod.Just.1.5.12.20.
    4 esteem, consideration, value put on a person or thing (cf. infr. VI. 2 d), οὗ πλείων λ. ἢ τῶν ἄλλων who is of more worth than all the rest, Heraclit.39; βροτῶν λ. οὐκ ἔσχεν οὐδέν' A.Pr. 233;

    οὐ σμικροῦ λ. S.OC 1163

    : freq. in Hdt.,

    Μαρδονίου λ. οὐδεὶς γίνεται 8.102

    ;

    τῶν ἦν ἐλάχιστος ἀπολλυμένων λ. 4.135

    , cf. E.Fr.94;

    περὶ ἐμοῦ οὐδεὶς λ. Ar.Ra.87

    ; λόγου οὐδενὸς γίνεσθαι πρός τινος to be of no account, repute with.., Hdt.1.120, cf.4.138; λόγου ποιήσασθαί τινα make one of account, Id.1.33; ἐλαχίστου, πλείστου λ. εἶναι, to be highly, lowly esteemed, Id.1.143, 3.146; but also λόγον τινὸς ποιεῖσθαι, like Lat. rationem habere alicujus, make account of, set a value on, Democr.187, etc.: usu. in neg. statements,

    οὐδένα λ. ποιήσασθαί τινος Hdt.1.4

    , cf. 13, Plb.21.14.9, etc.;

    λ. ἔχειν Hdt.1.62

    , 115;

    λ. ἴσχειν περί τινος Pl.Ti. 87c

    ;

    λ. ἔχειν περὶ τοὺς ποιητάς Lycurg.107

    ;

    λ. ἔχειν τινός D.18.199

    , Arist.EN 1102b32, Plu.Phil.18 (but also, have the reputation of.., v. infr. VI. 2 e);

    ἐν οὐδενὶ λ. ποιήσασθαί τι Hdt.3.50

    ; ἐν οὐδενὶ λ. ἀπώλοντο without regard, Id.9.70;

    ἐν σμικρῷ λ. εἶναι Pl.R. 550a

    ; ὑμεῖς οὔτ' ἐν λ. οὔτ' ἐν ἀριθμῷ Orac. ap. Sch.Theoc.14.48; ἐν ἀνδρῶν λ. [εἶναι] to be reckoned, count as a man, Hdt.3.120; ἐν ἰδιώτεω λόγῳ καὶ ἀτίμου reckoned as.., Eus.Mynd.Fr. 59;

    σεμνὸς εἰς ἀρετῆς λ. καὶ δόξης D.19.142

    .
    II relation, correspondence, proportion,
    1 generally, ὑπερτερίης λ. relation (of gold to lead), Thgn.418 = 1164;

    πρὸς λόγον τοῦ σήματος A.Th. 519

    ; κατὰ λόγον προβαίνοντες τιμῶσι in inverse ratio, Hdt.1.134, cf. 7.36;

    κατὰ λ. τῆς ἀποφορῆς Id.2.109

    ; τἄλλα κατὰ λ. in like fashion, Hp.VM16, Prog.17: c. gen., κατὰ λ. τῶν πρόσθεν ib. 24;

    κατὰ λ. τῶν ἡμερῶν Ar. Nu. 619

    ;

    κατὰ λ. τῆς δυνάμεως X. Cyr.8.6.11

    ;

    ἐλάττω ἢ κατὰ λ. Arist. HA 508a2

    , cf. PA 671a18;

    ἐκ ταύτης ἐγένετο ἐκείνη κατὰ λ. Id.Pol. 1257a31

    ; cf. εὔλογος: sts. with ὁ αὐτός added, κατὰ τὸν αὐτὸν λ. τῷ τείχεϊ in fashion like to.., Hdt.1.186; περὶ τῶν νόσων ὁ αὐτὸς λ. analogously, Pl.Tht. 158d, cf. Prm. 136b, al.; εἰς τὸν αὐτὸν λ. similarly, Id.R. 353d; κατὰ τὸν αὐτὸν λ. in the same ratio, IG12.76.8; by parity of reasoning, Pl.Cra. 393c, R. 610a, al.; ἀνὰ λόγον τινός, τινί, Id.Ti. 29c, Alc.2.145d; τοῦτον ἔχει τὸν λ. πρὸς.. ὃν ἡ παιδεία πρὸς τὴν ἀρετήν is related to.. as.., Procl.in Euc.p.20 F., al.
    2 Math., ratio, proportion (ὁ κατ' ἀνάλογον λ., λ. τῆς ἀναλογίας, Theo Sm.p.73 H.), Pythag. 2;

    ἰσότης λόγων Arist.EN 113a31

    ;

    λ. ἐστὶ δύο μεγεθῶν ἡ κατὰ πηλικότητα ποιὰ σχέσις Euc.5

    Def.3;

    τῶν ἁρμονιῶν τοὺς λ. Arist.Metaph. 985b32

    , cf. 1092b14; λόγοι ἀριθμῶν numerical ratios, Aristox.Harm.p.32 M.; τοὺς φθόγγους ἀναγκαῖον ἐν ἀριθμοῦ λ. λέγεσθαι πρὸς ἀλλήλους to be expressed in numerical ratios, Euc.Sect.Can. Proëm.: in Metre, ratio between arsis and thesis, by which the rhythm is defined, Aristox.Harm.p.34 M.;

    ἐὰν ᾖ ἰσχυροτέρα τοῦ αἰσθητηρίου ἡ κίνησις, λύεται ὁ λ. Arist.de An. 424a31

    ; ἀνὰ λόγον analogically, Archyt.2; ἀνὰ λ. μερισθεῖσα [ἡ ψυχή] proportionally, Pl. Ti. 37a; so

    κατὰ λ. Men.319.6

    ; πρὸς λόγον in proportion, Plb.6.30.3, 9.15.3 (but πρὸς λόγον ἐπὶ στενὸν συνάγεται narrows uniformly, Sor. 1.9, cf. Diocl.Fr.171);

    ἐπὶ λόγον IG5(1).1428

    ([place name] Messene).
    3 Gramm., analogy, rule, τῷ λ. τῶν μετοχικῶν, τῆς συγκοπῆς, by the rule of the participles, of syncope, Choerob. in Theod.1.75 Gaisf., 1.377 H.;

    εἰπέ μοι τὸν λ. τοῦ Αἴας Αἴαντος, τουτέστι τὸν κανόνα An.Ox. 4.328

    .
    1 plea, pretext, ground, ἐκ τίνος λ.; A.Ch. 515;

    ἐξ οὐδενὸς λ. S.Ph. 731

    ;

    ἀπὸ παντὸς λ. Id.OC 762

    ;

    χὠ λ. καλὸς προσῆν Id.Ph. 352

    ;

    σὺν ἀφανεῖ λ. Id.OT 657

    (lyr., v.l. λόγων)

    ; ἐν ἀφανεῖ λ. Antipho 5.59

    ;

    ἐπὶ τοιούτῳ λ. Hdt.6.124

    ; κατὰ τίνα λ.; on what ground? Pl.R. 366b; οὐδὲ πρὸς ἕνα λ. to no purpose, Id.Prt. 343d; ἐπὶ τίνι λ.; for what reason? X.HG2.2.19; τὸν λ. τοῦτον this ground of complaint, Aeschin.3.228; τίνι δικαίῳ λ.; what just cause is there? Pl.Grg. 512c; τίνι λ.; on what account? Act.Ap.10.29; κατὰ λόγον ἂν ἠνεσχόμην ὑμῶν reason would that.., ib.18.14; λ. ἔχειν, with personal subject, εἶχον ἄν τινα λ. I (i.e. my conduct) would have admitted of an explanation, Pl.Ap. 31b; τὸν ὀρθὸν λ. the true explanation, ib. 34b.
    b plea, case, in Law or argument (cf. VIII. I), τὸν ἥττω λ. κρείττω ποιεῖν to make the weaker case prevail, ib. 18b, al., Arist.Rh. 1402a24, cf. Ar.Nu. 1042 (pl.); personified, ib. 886, al.;

    ἀμύνεις τῷ τῆς ἡδονῆς λ. Pl.Phlb. 38a

    ;

    ἀνοίσεις τοὺς λ. αὐτῶν πρὸς τὸν θεόν LXXEx.18.19

    ; ἐχειν λ. πρός τινα to have a case, ground of action against.., Act.Ap.19.38.
    2 statement of a theory, argument, οὐκ ἐμεῦ ἀλλὰ τοῦ λ. ἀκούσαντας prob. in Heraclit.50; λόγον ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης discourse and reflection on reality, Parm.8.50; δηλοῖ οὗτος ὁ λ. ὅτι .. Democr.7; οὐκ ἔχει λόγον it is not arguable, i.e. reasonable, S.El. 466, Pl.Phd. 62d, etc.;

    ἔχει λ. D.44.32

    ;

    οὐδεὶς αὐτὰ καταβαλεῖ λ. E.Ba. 202

    ;

    δίκασον.. τὸν λ. ἀκούσας Pl.Lg. 696b

    ; personified, φησὶ οὗτος ὁ λ. ib. 714d, cf. Sph. 238b, Phlb. 50a; ὡς ὁ λ. (sc. λέγει) Arist.EN 1115b12; ὡς ὁ λ. ὁ ὀρθὸς λέγει ib. 1138b20, cf. 29;

    ὁ λ. θέλει προσβιβάζειν Phld.Rh.1.41

    , cf.1.19 S.;

    οὐ γὰρ ἂν ἀκούσειε λόγου ἀποτρέποντος Arist.EN 1179b27

    ;

    λ. καθαίρων Aristo Stoic.1.88

    ; λόγου τυγχάνειν to be explained, Phld.Mus.p.77 K.; ὁ τὸν λ. μου ἀκούων my teaching, Ev.Jo.5.24; ὁ προφητικὸς λ., collect., of VT prophecy, 2 Ep.Pet.1.19: pl.,

    ὁκόσων λόγους ἤκουσα Heraclit.108

    ;

    οὐκ ἐπίθετο τοῖς ἐμοῖς λ. Ar.Nu.73

    ; of arguments leading to a conclusion ([etym.] ὁ λ.), Pl. Cri. 46b;

    τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία γέμει τούτων τῶν λ. Id.Ap. 26d

    ; λ. ἀπὸ τῶν ἀρχῶν, ἐπὶ τὰς ἀρχάς, Arist.EN 1095a31; συλλογισμός ἐστι λ. ἐν ᾧ τεθέντων τινῶν κτλ. Id.APr. 24b18; λ. ἀντίτυπός τε καὶ ἄπορος, of a self-contradictory theory, Plot.6.8.7.
    b ὁ περὶ θεῶν λ., title of a discourse by Protagoras, D.L.9.54; ὁ Ἀχιλλεὺς λ., name of an argument, ib.23;

    ὁ αὐξόμενος λ. Plu.2.559b

    ; καταβάλλοντες (sc. λόγοι), title of work by Protagoras, S.E.M.7.60;

    λ. σοφιστικοί Arist.SE 165a34

    , al.;

    οἱ μαθηματικοὶ λ. Id.Rh. 1417a19

    , etc.; οἱ ἐξωτερικοὶ λ., current outside the Lyceum, Id.Ph. 217b31, al.; Δισσοὶ λ., title of a philosophical treatise (= Dialex.); Λ. καὶ Λογίνα, name of play of Epicharmus, quibble, argument, personified, Ath.8.338d.
    c in Logic, proposition, whether as premiss or conclusion,

    πρότασίς ἐστι λ. καταφατικὸς ἢ ἀποφατικός τινος κατά τινος Arist.APr. 24a16

    .
    d rule, principle, law, as embodying the result of λογισμός, Pi.O.2.22, P.1.35, N.4.31;

    πείθεσθαι τῷ λ. ὃς ἄν μοι λογιζομένῳ βέλτιστος φαίνηται Pl.Cri. 46b

    , cf. c; ἡδονὰς τοῖς ὀρθοῖς λ. ἑπομένας obeying right principles, Id.Lg. 696c; προαιρέσεως [ἀρχὴ] ὄρεξις καὶ λ. ὁ ἕνεκά τινος principle directed to an end, Arist.EN 1139a32; of the final cause,

    ἀρχὴ ὁ λ. ἔν τε τοῖς κατὰ τέχνην καὶ ἐν τοῖς φύσει συνεστηκόσιν Id.PA 639b15

    ; ἀποδιδόασι τοὺς λ. καὶ τὰς αἰτίας οὗ ποιοῦσι ἑκάστου ib.18; [

    τέχνη] ἕξις μετὰ λ. ἀληθοῦς ποιητική Id.EN 1140a10

    ; ὀρθὸς λ. true principle, right rule, ib. 1144b27, 1147b3, al.; κατὰ λόγον by rule, consistently,

    ὁ κατὰ λ. ζῶν Pl.Lg. 689d

    , cf. Ti. 89d; τὸ κατὰ λ. ζῆν, opp. κατὰ πάθος, Arist.EN 1169a5; κατὰ λ. προχωρεῖν according to plan, Plb.1.20.3.
    3 law, rule of conduct,

    ᾧ μάλιστα διηνεκῶς ὁμιλοῦσι λόγῳ Heraclit.72

    ;

    πολλοὶ λόγον μὴ μαθόντες ζῶσι κατὰ λόγον Democr.53

    ; δεῖ ὑπάρχειν τὸν λ. τὸν καθόλου τοῖς ἄρχουσιν universal principle, Arist.Pol. 1286a17;

    ὁ νόμος.. λ. ὢν ἀπό τινος φρονήσεως καὶ νοῦ Id.EN 1180a21

    ; ὁ νόμος.. ἔμψυχος ὢν ἑαυτῷ λ. conscience, Plu. 2.780c; τὸν λ. πρόχειρον ἔχειν precept, Phld.Piet.30, cf. 102;

    ὁ προστακτικὸς τῶν ποιητέων ἢ μὴ λ. κοινός M.Ant.4.4

    .
    4 thesis, hypothesis, provisional ground, ὡς ἂν εἰ λέγοι λόγον maintain a thesis, Pl. Prt. 344b; ὑποθέμενος ἑκάστοτε λ. provisionally assuming a proposition, Id.Phd. 100a; τὸν τῆς ὁμοιότητος λ. hypothesis of equivalence, Arist.Cael. 296a20.
    5 reason, ground,

    πάντων γινομένων κατὰ τὸν λ. τόνδε Heraclit.1

    ;

    οὕτω βαθὺν λ. ἔχει Id.45

    ; ἐκ λόγου, opp. μάτην, Leucipp. 2;

    μέγιστον σημεῖον οὗτος ὁ λ. Meliss.8

    ; [ἐμπειρία] οὐκ ἔχει λ. οὐδένα ὧν προσφέρει has no grounds for.., Pl.Grg. 465a; μετὰ λόγου

    τε καὶ ἐπιστήμης θείας Id.Sph. 265c

    ; ἡ μετα λόγου ἀληθὴς δόξα ([etym.] ἐπιστήμη) Id.Tht. 201c; λόγον ζητοῦσιν ὧν οὐκ ἔστι λ. proof, Arist. Metaph. 1011a12;

    οἱ ἁπάντων ζητοῦντες λ. ἀναιροῦσι λ. Thphr.Metaph. 26

    .
    6 formula (wider than definition, but freq. equivalent thereto), term expressing reason,

    λ. τῆς πολιτείας Pl.R. 497c

    ; ψυχῆς οὐσία τε καὶ λ. essential definition, Id.Phdr. 245e;

    ὁ τοῦ δικαίου λ. Id.R. 343a

    ; τὸν λ. τῆς οὐσίας ib. 534b, cf. Phd. 78d;

    τὰς πολλὰς ἐπιστήμας ἑνὶ λ. προσειπεῖν Id.Tht. 148d

    ;

    ὁ τῆς οἰκοδομήσεως λ. ἔχει τὸν τῆς οἰκίας Arist. PA 646b3

    ;

    τεθείη ἂν ἴδιον ὄνομα καθ' ἕκαστον τῶν λ. Id.Metaph. 1006b5

    , cf. 1035b4;

    πᾶς ὁρισμὸς λ. τίς ἐστι Id.Top. 102a5

    ; ἐπὶ τῶν σχημάτων λ. κοινός generic definition, Id.de An. 414b23; ἀκριβέστατος λ. specific definition, Id.Pol. 1276b24;

    πηγῆς λ. ἔχον Ph.2.477

    ; τὸ ᾠὸν οὔτε ἀρχῆς ἔχει λ. fulfils the function of.., Plu.2.637d; λ. τῆς μίξεως formula, i. e. ratio (cf. supr. II) of combination, Arist.PA 642a22, cf. Metaph. 993a17.
    7 reason, law exhibited in the world-process, κατὰ λόγον by law,

    κόσμῳ πάντα καὶ κατὰ λ. ἔχοντα Pl.R. 500c

    ; κατ τὸν < αὐτὸν αὖ> λ. by the same law, Epich.170.18;

    ψυχῆς τὸ πᾶν τόδε διοικούσης κατὰ λ. Plot.2.3.13

    ; esp. in Stoic Philos., the divine order,

    τὸν τοῦ παντὸς λ. ὃν ἔνιοι εἱμαρμένην καλοῦσιν Zeno Stoic.1.24

    ; τὸ ποιοῦν τὸν ἐν [τῇ ὕλῃ] λ. τὸν θεόν ibid., cf. 42;

    ὁ τοῦ κόσμου λ. Chrysipp.Stoic.2.264

    ; λόγος, = φύσει νόμος, Stoic.2.169;

    κατὰ τὸν κοινὸν θεοῖς καὶ ἀνθρώποις λ. M.Ant.7.53

    ;

    ὁ ὀρθὸς λ. διὰ πάντων ἐρχόμενος Chrysipp.Stoic.3.4

    : so in Plot.,

    τὴν φύσιν εἶναι λόγον, ὃς ποιεῖ λ. ἄλλον γέννημα αὑτοῦ 3.8.2

    .
    b σπερματικὸς λ. generative principle in organisms,

    ὁ θεὸς σπ. λ. τοῦ κόσμου Zeno Stoic.1.28

    : usu. in pl., Stoic. 2.205,314,al.;

    γίνεται τὰ ἐν τῷ παντὶ οὐ κατὰ σπερματικούς, ἀλλὰ κατὰ λ. περιληπτικούς Plot.3.1.7

    , cf.4.4.39: so without

    σπερματικός, ὥσπερ τινὲς λ. τῶν μερῶν Cleanth.Stoic.1.111

    ;

    οἱ λ. τῶν ὅλων Ph.1.9

    .
    c in Neo-Platonic Philos., of regulative and formative forces, derived from the intelligible and operative in the sensible universe,

    ὄντων μειζόνων λ. καὶ θεωρούντων αὑτοὺς ἐγὼ γεγέννημαι Plot.3.8.4

    ;

    οἱ ἐν σπέρματι λ. πλάττουσι.. τὰ ζῷα οἷον μικρούς τινας κόσμους Id.4.3.10

    , cf.3.2.16,3.5.7; opp. ὅρος, Id.6.7.4;

    ἀφανεῖς λ. τῆς φύσεως Procl.

    in R.1.18 K.; τεχνικοὶ λ. ib.142 K., al.
    IV inward debate of the soul (cf.

    λ. ὃν αὐτὴ πρὸς αὑτὴν ἡ ψυχὴ διεξέρχεται Pl.Tht. 189e

    ( διάλογος in Sph. 263e); ὁ ἐν τῇ ψυχῇ, ὁ ἔσω λ. (opp. ὁ ἔξω λ.), Arist.APo. 76b25, 27; ὁ ἐνδιάθετος, opp. ὁ προφορικὸς λ., Stoic.2.43, Ph.2.154),
    1 thinking, reasoning, τοῦ λ. ἐόντος ξυνοῦ, opp. ἰδία φρόνησις, Heraclit. 2; κρῖναι δὲ λόγῳ.. ἔλεγχον test by reflection, Parm.1.36; reflection, deliberation (cf. VI.3),

    ἐδίδου λόγον ἑωυτῷ περὶ τῆς ὄψιος Hdt.1.209

    , cf. 34, S.OT 583, D.45.7; μὴ εἰδέναι.. μήτε λόγῳ μήτε ἔργῳ neither by reasoning nor by experience, Anaxag.7;

    ἃ δὴ λόγῳ μὲν καὶ διανοίᾳ ληπτά, ὄψει δ' οὔ Pl.R. 529d

    , cf. Prm. 135e;

    ὁ λ. ἢ ἡ αἴσθησις Arist.EN 1149a35

    ,al.; αὐτῷ μόνον τῷ λ. πιστεύειν (opp. αἰσθήσεις), of Parmenides and his school, Aristocl. ap. Eus.PE14.17: hence λόγῳ or τῷ λ. in idea, in thought,

    τῷ λ. τέμνειν Pl.R. 525e

    ; τῷ λ. δύο ἐστίν, ἀχώριστα πεφυκότα two in idea, though indistinguishable in fact, Arist. EN 1102a30, cf. GC 320b14, al.; λόγῳ θεωρητά mentally conceived, opp. sensibly perceived, Placit.1.3.5, cf. Demetr.Lac.Herc.1055.20;

    τοὺς λ. θεωρητοὺς χρόνους Epicur.Ep.1p.19U.

    ; διὰ λόγου θ. χ. ib.p.10 U.;

    λόγῳ καταληπτός Phld.Po.5.20

    , etc.; ὁ λ. οὕτω αἱρέει analogy proves, Hdt.2.33; ὁ λ. or λ. αἱρέει reasoning convinces, Id.3.45,6.124, cf. Pl.Cri. 48c (but, our argument shows, Lg. 663d): also c. acc. pers., χρᾶται ὅ τι μιν λ. αἱρέει as the whim took him, Hdt.1.132; ἢν μὴ ἡμέας λ. αἱρῇ unless we see fit, Id.4.127, cf. Pl.R. 607b; later ὁ αἱρῶν λ. ordaining reason, Zeno Stoic.1.50, M.Ant.2.5, cf. 4.24, Arr.Epict. 2.2.20, etc.: coupled or contrasted with other functions, καθ' ὕπνον ἐπειδὴ λόγου καὶ φρονήσεως οὐ μετεῖχε since reason and understanding are in abeyance, Pl.Ti. 71d; μετὰ λόγου τε καὶ ἐπιστήμης, opp. αἰτία αὐτομάτη, of Nature's processes of production, Id.Sph. 265c; τὸ μὲν δὴ νοήσει μετὰ λόγου περιληπτόν embraced by thought with reflection, opp. μετ' αἰσθήσεως ἀλόγου, Id.Ti. 28a; τὸ μὲν ἀεὶ μετ' ἀληθοῦς λ., opp. τὸ δὲ ἄλογον, ib. 51e, cf. 70d, al.;

    λ. ἔχων ἑπόμενον τῷ νοεῖν Id.Phlb. 62a

    ; ἐπιστήμη ἐνοῦσα καὶ ὀρθὸς λ. scientific knowledge and right process of thought, Id.Phd. 73a;

    πᾶς λ. καὶ πᾶσα ἐπιστήμη τῶν καθόλου Arist.Metaph. 1059b26

    ;

    τὸ λόγον ἔχον Id.EN 1102b15

    , 1138b9, al.: in sg. and pl., contrasted by Pl. and Arist. as theory, abstract reasoning with outward experience, sts. with depreciatory emphasis on the former,

    εἰς τοὺς λ. καταφυγόντα Pl.Phd. 99e

    ; τὸν ἐν λόγοις σκοπούμενον τὰ ὄντα, opp. τὸν ἐν ἔργοις (realities), ib. 100a;

    τῇ αἰσθήσει μᾶλλον τῶν λ. πιστευτέον Arist.GA 760b31

    ; γνωριμώτερα κατὰ τὸν λ., opp. κατὰ τὴν αἴσθησιν, Id.Ph. 189a4; ἐκ τῶν λ. δῆλον, opp. ἐκ τῆς ἐπαγωγῆς, Id.Mete. 378b20; ἡ τῶν λ. πίστις, opp. ἐκ τῶν ἔργων φανερόν, Id.Pol. 1326a29;

    ἡ πίστις οὐ μόνον ἐπὶ τῆς αἰσθήσεως ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ λ. Id.Ph. 262a19

    ;

    μαρτυρεῖ τὰ γιγνόμενα τοῖς λ. Id.Pol. 1334a6

    ; ὁ μὲν λ. τοῦ καθόλου, ἡ δὲ αἴσθησις τοῦ κατὰ μέρος explanation, opp. perception, Id.Ph. 189a7; ἔσονται τοῖς λ. αἱ πράξεις ἀκόλουθοι theory, opp. practice, Epicur.Sent.25; in Logic, of discursive reasoning, opp. intuition, Arist.EN 1142a26, 1143b1; reasoning in general, ib. 1149a26; πᾶς λ. καὶ πᾶσα ἀπόδειξις all reasoning and demonstration, Id.Metaph. 1063b10;

    λ. καὶ φρόνησιν Phld.Mus.p.105

    K.; ὁ λ. ἢ λογισμός ibid.; τὸ ἰδεῖν οὐκέτι λ., ἀλλὰ μεῖζον λόγου καὶ πρὸ λόγου, of mystical vision, opp. reasoning, Plot.6.9.10.—Phrases, κατὰ λ. τὸν εἰκότα by probable reasoning, Pl.Ti. 30b;

    οὔκουν τόν γ' εἰκότα λ. ἂν ἔχοι Id.Lg. 647d

    ; παρὰ λόγον, opp. κατὰ λ., Arist.Rh.Al. 1429a29, cf. EN 1167b19; cf. παράλογος (but παρὰ λ. unexpectedly, E.Ba. 940).
    2 reason as a faculty, ὁ λ. ἀνθρώπους κυβερνᾷ [Epich.] 256; [

    θυμοειδὲς] τοῦ λ. κατήκοον Pl.Ti. 70a

    ; [

    θυμὸς] ὑπὸ τοῦ λ. ἀνακληθείς Id.R. 440d

    ; σύμμαχον τῷ λ. τὸν θυμόν ib. b;

    πειθαρχεῖ τῷ λ. τὸ τοῦ ἐγκρατοῦς Arist. EN 1102b26

    ; ἄλλο τι παρὰ τὸν λ. πεφυκός, ὃ μάχεται τῷ λ. ib.17;

    ἐναντίωσις λόγου πρὸς ἐπιθυμίας Plot.4.7.13(8)

    ;

    οὐ θυμός, οὐκ ἐπιθυμία, οὐδὲ λ. οὐδέ τις νόησις Id.6.9.11

    : freq. in Stoic. Philos. of human Reason, opp. φαντασία, Zeno Stoic.1.39; opp. φύσις, Stoic.2.206; οὐ σοφία οὐδὲ λ. ἐστὶν ἐν [τοῖς ζῴοις] ibid.;

    τοῖς ἀλόγοις ζῴοις ὡς λ. ἔχων λ. μὴ ἔχουσι χρῶ M.Ant.6.23

    ;

    ὁ λ. κοινὸν πρὸς τοὺς θεούς Arr.Epict. 1.3.3

    ;

    οἷον [εἰκὼν] λ. ὁ ἐν προφορᾷ λόγου τοῦ ἐν ψυχῇ, οὕτω καὶ αὐτὴ λ. νοῦ Plot.5.1.3

    ; τὸ τὸν λ. σχεῖν τὴν οἰκείαν ἀρετήν (sc. εὐδαιμονίαν) Procl.in Ti.3.334 D.; also of the reason which pervades the universe, θεῖος λ. [Epich.] 257;

    τὸν θεῖον λ. καθ' Ἡράκλειτον δι' ἀναπνοῆς σπάσαντες νοεροὶ γινόμεθα S.E.M.7.129

    (cf. infr. x).
    b creative reason,

    ἀδύνατον ἦν λόγον μὴ οὐκ ἐπὶ πάντα ἐλθεῖν Plot.3.2.14

    ;

    ἀρχὴ οὖν λ. καὶ πάντα λ. καὶ τὰ γινόμενα κατ' αὐτόν Id.3.2.15

    ;

    οἱ λ. πάντες ψυχαί Id.3.2.18

    .
    V continuous statement, narrative (whether fact or fiction), oration, etc. (cf. λέγω (B) 11.2),
    1 fable, Hdt.1.141;

    Αἰσώπου λόγοι Pl.Phd. 60d

    , cf. Arist.Rh. 1393b8;

    ὁ τοῦ κυνὸς λ. X.Mem. 2.7.13

    .
    2 legend,

    ἱρὸς λ. Hdt.2.62

    , cf. 47, Pi.P.3.80 (pl.);

    συνθέντες λ. E.Ba. 297

    ;

    λ. θεῖος Pl.Phd. 85d

    ; ἱεροὶ λ., of Orphic rhapsodies, Suid. S.V. Ὀρφεύς.
    3 tale, story,

    ἄλλον ἔπειμι λ. Xenoph. 7.1

    , cf. Th.1.97, etc.;

    συνθέτους λ. A.Pr. 686

    ; σπουδὴν λόγου urgent tidings, E.Ba. 663; ἄλλος λ. 'another story', Pl.Ap. 34e; ὁμολογούμενος ὁ λ. ἐστίν the story is consistent, Isoc.3.27: pl., histories,

    ἐν τοῖσι Ἀσσυρίοισι λ. Hdt.1.184

    , cf. 106, 2.99; so in sg., a historical work, Id.2.123, 6.19,7.152: also in sg., one section of such a work (like later βίβλος), Id.2.38,6.39, cf. VI.3d; so in pl.,

    ἐν τοῖσι Λιβυκοῖσι λ. Id.2.161

    , cf. 1.75,5.22,7.93, 213;

    ἐν τῷ πρώτῳ τῶν λ. Id.5.36

    ; ὁ πρῶτος λ., of St. Luke's gospel, Act.Ap.1.1: in Pl., opp. μῦθος, as history to legend, Ti. 26e;

    ποιεῖν μύθους ἀλλ' οὐ λόγους Phd. 61b

    , cf. Grg. 523a (but μῦθον λέγειν, opp. λόγῳ ( argument)

    διεξελθεῖν Prt. 320c

    , cf. 324d);

    περὶ λόγων καὶ μύθων Arist.Pol. 1336a30

    ;

    ὁ λ... μῦθός ἐστι Ael.NA4.34

    .
    4 speech, delivered in court, assembly, etc.,

    χρήσομαι τῇ τοῦ λ. τάξει ταύτῃ Aeschin.3.57

    , cf. Arist.Rh. 1358a38;

    δικανικοὶ λ. Id.EN 1181a4

    ;

    τρία γένη τῶν λ. τῶν ῥητορικῶν, συμβουλευτικόν, δικανικόν, ἐπιδεικτικόν Id.Rh. 1358b7

    ;

    τῷ γράψαντι τὸν λ. Thphr. Char.17.8

    , cf.

    λογογράφος 11

    ; ἐπιτάφιος λ. funeral oration, Pl.Mx. 236b; esp. of the body of a speech, opp. ἐπίλογος, Arist.Rh. 1420b3; opp. προοίμιον, ib. 1415a12; body of a law, opp. proem, Pl.Lg. 723b; spoken, opp. written word,

    τὸν τοῦ εἰδότος λ. ζῶντα καὶ ἔμψυχον οὗ ὁ γεγραμμένος εἴδωλόν τι Id.Phdr. 276a

    ; ὁ ἐκ τοῦ βιβλίου ῥηθεὶς [λ.] speech read from a roll, ib. 243c; published speech, D.C.40.54; rarely of the speeches in Tragedy ([etym.] ῥήσεις), Arist.Po. 1450b6,9.
    VI verbal expression or utterance (cf. λέγω (B) 111), rarely a single word, v. infr. b, never in Gramm. signf. of vocable ([etym.] ἔπος, λέξις, ὄνομα, ῥῆμα), usu. of a phrase, cf. IX. 3 (the only sense found in [dialect] Ep.).
    a pl., without Art., talk,

    τὸν ἔτερπε λόγοις Il.15.393

    ;

    αἱμύλιοι λ. Od.1.56

    , h.Merc. 317, Hes.Th. 890, Op.78, 789, Thgn.704, A.R.3.1141; ψευδεῖς Λ., personified, Hes.Th. 229;

    ἀφροδίσιοι λ. Semon.7.91

    ;

    ἀγανοῖσι λ. Pi.P. 4.101

    ; ὄψον δὲ λ. φθονεροῖσιν tales, Id.N.8.21; σμικροὶ λ. brief words, S.Aj. 1268 (s.v.l.), El. 415; δόκησις ἀγνὼς λόγων bred of talk, Id.OT 681 (lyr.): also in sg., λέγ' εἴ σοι τῷ λ. τις ἡδονή speak if thou delightest in talking, Id.El. 891.
    b sg., expression, phrase,

    πρὶν εἰπεῖν ἐσθλὸν ἢ κακὸν λ. Id.Ant. 1245

    , cf. E.Hipp. 514;

    μυρίας ὡς εἰπεῖν λόγῳ Hdt.2.37

    ; μακρὸς λ. rigmarole, Simon.189, Arist.Metaph. 1091a8; λ. ἠρέμα λεχθεὶς διέθηκε τὸ πόρρω a whispered message, Plot.4.9.3; ἑνὶ λόγῳ to sum up, in brief phrase, Pl.Phdr. 241e, Phd. 65d; concisely, Arist. EN 1103b21 (but also, = ἁπλῶς, περὶ πάντων ἑνὶ λ. Id.GC 325a1): pl., λ. θελκτήριοι magic words, E.Hipp. 478; rarely of single words,

    λ. εὐσύνθετος οἷον τὸ χρονοτριβεῖν Arist.Rh. 1406a36

    ; οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λ. answered her not a word, Ev.Matt.15.23.
    c coupled or contrasted with words expressed or understood signifying act, fact, truth, etc., mostly in a depreciatory sense,

    λ. ἔργου σκιή Democr. 145

    ;

    ὥσπερ μικρὸν παῖδα λόγοις μ' ἀπατᾷς Thgn.254

    ; λόγῳ, opp. ἔργῳ, Democr.82, etc.;

    νηπίοισι οὐ λ. ἀλλὰ ξυμφορὴ διδάσκαλος Id.76

    ;

    ἔργῳ κοὐ λόγῳ τεκμαίρομαι A.Pr. 338

    , cf. S.El.59, OC 782;

    λόγῳ μὲν λέγουσι.. ἔργῳ δὲ οὐκ ἀποδεικνῦσι Hdt.4.8

    ;

    οὐ λόγων, φασίν, ἡ ἀγορὴ δεῖται, χαλκῶν δέ Herod.7.49

    ;

    οὔτε λ. οὔτε ἔργῳ Lys.9.14

    ; λόγοις, opp. ψήφῳ, Aeschin.2.33; opp. νόῳ, Hdt.2.100;

    οὐ λόγῳ μαθών E.Heracl.5

    ;

    ἐκ λόγων, κούφου πράγματος Pl.Lg. 935a

    ; λόγοισι εἰς τὸ πιθανὸν περιπεπεμμένα ib. 886e, cf. Luc.Anach.19;

    ἵνα μὴ λ. οἴησθε εἶναι, ἀλλ' εἰδῆτε τὴν ἀλήθειαν Lycurg.23

    , cf. D.30.34; opp. πρᾶγμα, Arist.Top. 146a4; opp. βία, Id.EN 1179b29, cf. 1180a5; opp. ὄντα, Pl.Phd. 100a; opp. γνῶσις, 2 Ep.Cor.11.6; λόγῳ in pretence, Hdt.1.205, Pl.R. 361b, 376d, Ti. 27a, al.; λόγου ἕνεκα merely as a matter of words,

    ἄλλως ἕνεκα λ. ἐλέγετο Id.Cri. 46d

    ; λόγου χάριν, opp. ὡς ἀληθῶς, Arist.Pol. 1280b8; but also, let us say, for instance, Id.EN 1144a33, Plb.10.46.4, Phld. Sign.29, M.Ant.4.32; λόγου ἕνεκα let us suppose, Pl.Tht. 191c; ἕως λόγου, μέχρι λ., = Lat. verbo tenus, Plb.10.24.7, Epict.Ench.16: sts. without depreciatory force, the antithesis or parallelism being verbal (cf. 'word and deed'),

    λόγῳ τε καὶ σθένει S.OC68

    ;

    ἔν τε ἔργῳ καὶ λ. Pl.R. 382e

    , cf. D.S.13.101, Ev.Luc.24.19, Act.Ap.7.22, Paus.2.16.2; ὅσα μὲν λόγῳ εἶπον, opp. τὰ ἔργα τῶν πραχθέντων, Th. 1.22.
    2 common talk, report, tradition,

    ὡς λ. ἐν θνητοῖσιν ἔην Batr. 8

    ;

    λ. ἐκ πατέρων Alc.71

    ;

    οὐκ ἔστ' ἔτυμος λ. οὗτος Stesich.32

    ;

    διξὸς λέγεται λ. Hdt.3.32

    ;

    λ. ὑπ' Αἰγυπτίων λεγόμενος Id.2.47

    ; νέον [λ.] tidings, S.Ant. 1289 (lyr.); τὰ μὲν αὐτοὶ ὡρῶμεν, τὰ δὲ λόγοισι ἐπυνθανόμεθα by hearsay, Hdt.2.148: also in pl., ἐν γράμμασιν λόγοι κείμενοι traditions, Pl.Lg. 886b.
    b rumour,

    ἐπὶ παντὶ λ. ἐπτοῆσθαι Heraclit. 87

    ; αὐδάεις λ. voice of rumour, B.14.44; περὶ θεῶν διῆλθεν ὁ λ. ὅτι .. Th.6.46; λ. παρεῖχεν ὡς .. Plb.3.89.3; ἐξῆλθεν ὁ λ. οὗτος εῖς τινας ὅτι .. Ev.Jo.21.23, cf. Act.Ap.11.22; fiction, Ev.Matt.28.15.
    c mention, notice, description, οὐκ ὕει λόγου ἄξιον οὐδέν worth mentioning, Hdt.4.28, cf. Plb.1.24.8, etc.; ἔργα λόγου μέζω beyond expression, Hdt.2.35; κρεῖσσον λόγου τὸ εἶδος τῆς νόσου beyond description, Th. 2.50;

    μείζω ἔργα ἢ ὡς τῷ λ. τις ἂν εἴποι D.6.11

    .
    d the talk one occasions, repute, mostly in good sense, good report, praise, honour (cf. supr. 1.4),

    πολλὰ φέρειν εἴωθε λ... πταίσματα Thgn.1221

    ;

    λ. ἐσλὸν ἀκοῦσαι Pi.I.5(4).13

    ;

    πλέονα.. λ. Ὀδυσσέος ἢ πάθαν Id.N.7.21

    ;

    ἵνα λ. σε ἔχῃ πρὸς ἀνθρώπων ἀγαθός Hdt.7.5

    , cf. 9.78; Τροίαν.. ἧς ἁπανταχοῦ λ. whose fame, story fills the world, E.IT 517;

    οὐκ ἂν ἦν λ. σέθεν Id.Med. 541

    : less freq. in bad sense, evil report, λ. κακόθρους, κακός, S. Aj. 138 (anap.), E.Heracl. 165: pl., λόγους ψιθύρους πλάσσων slanders, S.Aj. 148 (anap.).
    e λ. ἐστί, ἔχει, κατέχει, the story goes, c. acc. et inf.,

    ἔστ τις λ. τὰν Ἀρετὰν ναίειν Simon.58.1

    , cf. S.El. 417; λ. μὲν ἔστ' ἀρχαῖος ὡς .. Id.Tr.1; λ. alone, E.Heracl.35;

    ὡς λ. A.Supp. 230

    , Pl. Phlb. 65c, etc.;

    λ. ἐστί Hdt.7.129

    ,9.26, al.;

    λ. αἰὲν ἔχει S.OC 1573

    (lyr.); ὅσον ὁ λ. κατέχει tradition prevails, Th.1.10: also with a personal subject in the reverse construction. Κλεισθένης λ. ἔχει τὴν Πυθίην ἀναπεῖσαι has the credit of.., Hdt.5.66, cf. Pl.Epin. 987b, 988b;

    λ. ἔχοντα σοφίας Ep.Col.2.23

    , v.supr.1.4.
    3 discussion, debate, deliberation,

    πολλὸς ἦν ἐν τοῖσι λ. Hdt.8.59

    ;

    συνελέχθησαν οἱ Μῆδοι ἐς τὠυτὸ καὶ ἐδίδοσαν σφίσι λόγον, λέγοντες περὶ τῶν κατηκόντων Id.1.97

    ;

    οἱ Πελασγοὶ ἑωυτοῖσι λόγους ἐδίδοσαν Id.6.138

    ;

    πολέμῳ μᾶλλον ἢ λόγοις τὰ ἐγκλήματα διαλύεσθαι Th.1.140

    ;

    οἱ περὶ τῆς εἰρήνης λ. Aeschin.2.74

    ; τοῖς ἔξωθεν λ. πεπλήρωκε τὸν λ. [Plato] has filled his dialogue with extraneous discussions, Arist.Pol. 1264b39;

    τὸ μῆκος τῶν λ. D.Chr.7.131

    ; μεταβαίνων ὁ λ. εἰς ταὐτὸν ἀφῖκται our debate, Arist.EN 1097a24; ὁ παρὼν λ. ib. 1104a11; θεῶν ὧν νῦν ὁ λ. ἐστί discussion, Pl.Ap. 26b, cf. Tht. 184a, M.Ant.8.32; τῷ λ. διελθεῖν, διϊέναι, Pl.Prt. 329c, Grg. 506a, etc.; τὸν λ. διεξελθεῖν conduct the debate, Id.Lg. 893a; ξυνελθεῖν ἐς λόγον confer, Ar.Eq. 1300: freq. in pl., ἐς λόγους συνελθόντες parley, Hdt. 1.82; ἐς λ. ἐλθεῖν τινι have speech with, ib.86;

    ἐς λ. ἀπικέσθαι τινί Id.2.32

    ;

    διὰ λόγων ἰέναι E.Tr. 916

    ;

    ἐμαυτῇ διὰ λ. ἀφικόμην Id.Med. 872

    ;

    ἐς λ. ἄγειν τινά X.HG4.1.2

    ;

    κοινωνεῖν λόγων καὶ διανοίας Arist.EN 1170b12

    .
    b right of discussion or speech, ἢ 'πὶ τῷ πλήθει λ.; S.OC 66; λ. αἰτήσασθαι ask leave to speak, Th.3.53;

    λ. διδόναι X.HG5.2.20

    ; οὐ προυτέθη σφίσιν λ. κατὰ τὸν νόμον ib.1.7.5;

    λόγου τυχεῖν D.18.13

    , cf. Arist.EN 1095b21, Plb.18.52.1;

    οἱ λόγου τοὺς δούλους ἀποστεροῦντες Arist.Pol. 1260b5

    ;

    δοῦλος πέφυκας, οὐ μέτεστί σοι λόγου Trag.Adesp.304

    ;

    διδόντας λ. καὶ δεχομένους ἐν τῷ μέρει Luc.Pisc.8

    : hence, time allowed for a speech,

    ἐν τῷ ἐμῷ λ. And.1.26

    ,al.;

    ἐν τῷ ἑαυτοῦ λ. Pl.Ap. 34a

    ;

    οὐκ ἐλάττω λ. ἀνήλωκε D.18.9

    .
    c dialogue, as a form of philosophical debate,

    ἵνα μὴ μαχώμεθα ἐν τοῖς λ. ἐγώ τε καὶ σύ Pl. Cra. 430d

    ;

    πρὸς ἀλλήλους τοὺς λ. ποιεῖσθαι Id.Prt. 348a

    : hence, dialogue as a form of literature,

    οἱ Σωκρατικοὶ λ. Arist.Po. 1447b11

    , Rh. 1417a20; cf. διάλογος.
    d section, division of a dialogue or treatise (cf. v. 3),

    ὁ πρῶτος λ. Pl.Prm. 127d

    ; ὁ πρόσθεν, ὁ παρελθὼν λ., Id.Phlb. 18e, 19b;

    ἐν τοῖς πρώτοις λ. Arist.PA 682a3

    ; ἐν τοῖς περὶ κινήσεως λ. in the discussion of motion (i. e. Ph.bk.8), Id.GC 318a4;

    ἐν τῷ περὶ ἐπαίνου λ. Phld.Rh.1.219

    ; branch, department, division of a system of philosophy,

    τὴν φρόνησιν ἐκ τριῶν συνεστηκέναι λ., τῶν φυσικῶν καὶ τῶν ἠθικῶν καὶ τῶν λογικῶν Chrysipp.Stoic.2.258

    .
    e in pl., literature, letters, Pl.Ax. 365b, Epin. 975d, D.H.Comp.1,21 (but, also in pl., treatises, Plu.2.16c);

    οἱ ἐπὶ λόγοις εὐδοκιμώτατοι Hdn.6.1.4

    ; Λόγοι, personified, AP9.171 (Pall.).
    VII a particular utterance, saying:
    1 divine utterance, oracle, Pi.P.4.59;

    λ. μαντικοί Pl. Phdr. 275b

    ;

    οὐ γὰρ ἐμὸν ἐρῶ τὸν λ. Pl.Ap. 20e

    ;

    ὁ λ. τοῦ θεοῦ Apoc.1.2

    ,9.
    2 proverb, maxim, saying, Pi.N.9.6, A.Th. 218; ὧδ' ἔχει λ. ib. 225; τόνδ' ἐκαίνισεν λ. ὡς .. Critias 21, cf. Pl.R. 330a, Ev.Jo.4.37;

    ὁ παλαιὸς λ. Pl.Phdr. 240c

    , cf. Smp. 195b, Grg. 499c, Lg. 757a, 1 Ep.Ti.1.15, Plu.2.1082e, Luc.Alex.9, etc.;

    τὸ τοῦ λόγου δὴ τοῦτο Herod.2.45

    , cf. D.Chr.66.24, Luc.JTr.3, Alciphr.3.56, etc.: pl., Arist.EN 1147a21.
    3 assertion, opp. oath, S.OC 651; ψιλῷ λ. bare word, opp. μαρτυρία, D.27.54.
    4 express resolution, κοινῷ λ. by common consent, Hdt.1.141,al.; ἐπὶ λ. τοιῷδε, ἐπ' ᾧ τε .. on the following terms, Id.7.158, cf. 9.26;

    ἐνδέξασθαι τὸν λ. Id.1.60

    , cf. 9.5; λ. ἔχοντες πλεονέκτην a greedy proposal, Id.7.158: freq. in pl., terms, conditions, Id.9.33, etc.
    5 word of command, behest, A.Pr.17,40 (both pl.), Pers. 363;

    ἀνθρώπους πιθανωτέρους ποιεῖν λόγῳ X.Oec.13.9

    ;

    ἐξέβαλε τὰ πνεύματα λόγῳ Ev.Matt.8.16

    ; οἱ δέκα λ. the ten Commandments, LXX Ex.34.28, Ph.1.496.
    VIII thing spoken of, subject-matter (cf. 111.1 b and 2),

    λ. τοῦτον ἐάσομεν Thgn.1055

    ; προπεπυσμένος πάντα λ. the whole matter, Hdt.1.21, cf. 111; τὸν ἐόντα λ. the truth of the matter, ib.95, 116; μετασχεῖν τοῦ λ. to be in the secret, ib. 127;

    μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λ. τοῦτον εῐπῃς Id.8.65

    ; τίς ἦν λ.; S.OT 684 ( = πρᾶγμα, 699); περί τινος λ. διελεγόμεθα subject, question, Pl.Prt. 314c; [τὸ προοίμιον] δεῖγμα τοῦ λ. case, Arist.Rh. 1415a12, cf. 111.1b; τέλος δὲ παντὸς τοῦ λ. ψηφίζονται the end of the matter was that.., Aeschin.3.124;

    οὐκ ἔστεξε τὸν λ. Plb.8.12.5

    ;

    οὐκ ἔστι σοι μερὶς οὐδὲ κλῆρος ἐν τῷ λ. τούτῳ Act.Ap.8.21

    ;

    ἱκανὸς αὐτῷ ὁ λ. Pl.Grg. 512c

    ; οὐχ ὑπολείπει [Γοργίαν] ὁ λ. matter for talk, Arist.Rh. 1418a35;

    μηδένα λ. ὑπολιπεῖν Isoc.4.146

    ; πρὸς λόγον to the point, apposite,

    οὐδὲν πρὸς λ. Pl.Phlb. 42e

    , cf. Prt. 344a;

    ἐὰν πρὸς λ. τι ᾖ Id.Phlb. 33c

    ; also

    πρὸς λόγου Id.Grg. 459c

    (s. v.l.).
    2 plot of a narrative or dramatic poem, = μῦθος, Arist.Po. 1455b17, al.
    b in Art, subject of a painting,

    ζωγραφίας λόγοι Philostr.VA 6.10

    ;

    λ. τῆς γραφῆς Id.Im.1.25

    .
    3 thing talked of, event,

    μετὰ τοὺς λ. τούτους LXX 1 Ma.7.33

    , cf. Act.Ap.15.6.
    IX expression, utterance, speech regarded formally, τὸ ἀπὸ [ψυχῆς] ῥεῦμα διὰ τοῦ στόματος ἰὸν μετὰ φθόγγου λ., opp. διάνοια, Pl.Sph. 263e; intelligent utterance, opp. φωνή, Arist.Pol. 1253a14;

    λ. ἐστὶ φωνὴ σημαντικὴ κατὰ συνθήκην Id.Int. 16b26

    , cf. Diog.Bab.Stoic.3.213; ὅθεν (from the heart)

    ὁ λ. ἀναπέμπεται Stoic.2.228

    , cf. 244; Protagoras was nicknamed λόγος, Hsch. ap. Sch.Pl.R. 600c, Suid.;

    λόγου πειθοῖ Democr.181

    : in pl., eloquence, Isoc.3.3,9.11;

    τὴν ἐν λόγοις εὐρυθμίαν Epicur.Sent.Pal.5p.69

    v. d. M.; λ. ἀκριβής precise language, Ar.Nu. 130 (pl.), cf. Arist.Rh. 1418b1;

    τοῦ μὴ ᾀδομένου λ. Pl.R. 398d

    ; ἡδυσμένος λ., of rhythmical language set to music, Arist.Po. 1449b25; ἐν παντὶ λ. in all manner of utterance, 1 Ep.Cor.1.5; ἐν λόγοις in orations, Arist.Po. 1459a13; λ. γελοῖοι, ἀσχήμονες, ludicrous, improper speech, Id.SE 182b15, Pol. 1336b14.
    2 of various modes of expression, esp. artistic and literary,

    ἔν τε ᾠδαῖς καὶ μύθοις καὶ λόγοις Pl.Lg. 664a

    ;

    ἐν λόγῳ καὶ ἐν ᾠδαῖς X.Cyr.1.4.25

    , cf. Pl.Lg. 835b; prose, opp. ποίησις, Id.R. 390a; opp. ψιλομετρία, Arist.Po. 1448a11; opp. ἔμμετρα, ib. 1450b15 (pl.); τῷ λ. τοῦτο τῶν μέτρων (sc. τὸ ἰαμβεῖον)

    ὁμοιότατον εἶναι Id.Rh. 1404a31

    ; in full, ψιλοὶ λ. prose, ib. b33 (but ψιλοὶ λ., = arguments without diagrams, Pl.Tht. 165a); λ. πεζοί, opp. ποιητική, D.H.Comp.6; opp. ποιήματα, ib.15;

    κοινὰ καὶ ποιημάτων καὶ λόγων Phld.Po.5.7

    ; πεζὸς λ. ib.27, al.
    b of the constituents of lyric or dramatic poetry, words,

    τὸ μέλος ἐκ τριῶν.. λόγου τε καὶ ἁρμονίας καὶ ῥυθμοῦ Pl.R. 398d

    ; opp. πρᾶξις, Arist.Po. 1454a18; dramatic dialogue, opp. τὰ τοῦ χοροῦ, ib. 1449a17.
    3 Gramm., phrase, complex term, opp. ὄνομα, Id.SE 165a13; λ. ὀνοματώδης noun- phrase, Id.APo. 93b30, cf. Rh. 1407b27; expression, D.H.Th.2, Demetr.Eloc.92.
    b sentence, complete statement, "

    ἄνθρωπος μανθάνει λόγον εἶναί φῃς.. ἐλάχιστόν τε καὶ πρῶτον Pl.Sph. 262c

    ;

    λ. αὐτοτελής A.D.Synt.3.6

    , D.T.634.1; ῥηθῆναι λόγῳ to be expressed in a sentence, Pl.Tht. 202b; λ. ἔχειν to be capable of being so expressed, ib. 201e, cf. Arist.Rh. 1404b26.
    c language, τὰ τοῦ λ. μέρη parts of speech, Chrysipp.Stoic.2.31, S.E.M.9.350, etc.;

    τὰ μόρια τοῦ λ. D.H.Comp.6

    ;

    μέρος λ. D.T.633.26

    , A.D.Pron.4.6, al. (but ἓν μέρος <τοῦ cod.> λόγου one word, Id.Synt.340.10, cf. 334.22); περὶ τῶν στοιχείων τοῦ λ., title of work by Chrysippus.
    X the Word or Wisdom of God, personified as his agent in creation and world-government,

    ὁ παντοδύναμός σου λ. LXX Wi.18.15

    ;

    ὁ ἐκ νοὸς φωτεινὸς λ. υἱὸς θεοῦ Corp.Herm.1.6

    , cf. Plu.2.376c; λ. θεοῦ δι' οὗ κατεσκευάσθη [ὁ κόσμος] Ph.1.162; τῆς τοῦ θεοῦ σοφίας· ἡ δέ ἐστιν ὁ θεοῦ λ. ib.56; λ. θεῖος.. εἰκὼν θεοῦ ib. 561, cf. 501; τὸν τομέα τῶν συμπάντων [θεοῦ] λ. ib. 492; τὸν ἄγγελον ὅς ἐστι λ. ib. 122: in NT identified with the person of Christ,

    ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λ. Ev.Jo.1.1

    , cf. 14, 1 Ep.Jo.2.7, Apoc.19.13;

    ὁ λ. τῆς ζωῆς 1 Ep.Jo.1.1

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λόγος

  • 7 συναρίθμοξα

    συνᾰρίθμ-οξα Pi.N.10.12:—[tense] pf. [voice] Pass. - ήρμοσμαι, [tense] aor. - ηρμόσθην (v. infr.):
    1 in physical sense, fit together,

    κεραίαν δίχα πρίσαντες ξ. πάλιν ὥσπερ αὐλόν Th.4.100

    ; ξυνάρμοσον βλέφαρα.. Χερί close them, E.Ph. 1451, cf. IT 1167;

    σ. τοὺς πόρους Thphr.Sens.9

    ;

    τι πρός τι Hp.

    Aër.9, Arist.HA 541b4:—[voice] Pass.,

    λίθοι εὖ συνηρμος μένοι Hdt.1.163

    ;

    ἀλλήλοιν συναρμοσθῆναι Pl.R. 412a

    ; to be joined in wedlock, Arist.Mir. 840b14, PSI2.166.17 (ii B.C.), IG5(2).268.30 (Mantinea, i B.C.), BGU1103.23 (i B.C.),
    b put together, so as to make a whole, σκάφος, ἵππον, E. Hel. 233 (lyr.), Tr.11; πόλινς. Pl.Lg. 628a;

    σ. τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ Id.R. 519e

    ;

    τὰ τῆς ἀρχῆς οὐ συνηρμοσμένα καλῶς D.11.8

    :—[voice] Pass.,

    συναρμοσθέντ' Ἀφροδίτῃ Emp.71.4

    .
    3 metaph., adapt or conform one thing to another, εὐχερείᾳ σ. βροτούς, i.e. make them indifferent to crime, A.Eu. 495 (lyr.);

    σ. τοῖς παροῦσι τὸν τρόπον Ephipp.7

    ;

    ταῖς ποιότησι τὰς ποσότητας Theon

    ap.Gal.6.96:—[voice] Pass.,

    πρὸς παρόντα συνηρμοσμένος X.Ap.16

    ; esp. of Music,

    λύρα συνηρμος μένη πρὸς τὸν αὐλόν Id.Smp.3.1

    .
    II intr., fit together, Pl.Tht. 204a, Arist. GA 747b1, PA 654b19.
    2 metaph., agree together,

    ἀλλήλοις Pl. Prt. 333a

    , Phld.Po.Herc.994.27;

    τοσαύτῃ φιλίᾳ Lys.Fr. 261

    S.;

    σ. εἰς φιλίαν X.Mem.2.6.20

    : abs., Id.Cyr.7.5.60, etc.;

    σ. εἰς ἅπαντα Pl.Lg. 729a

    .
    III [voice] Med. much like [voice] Act., join together, unite, Id.Ti. 53e, Plt. 309c;

    δεῖ γάμον -εσθαι πρὸς τὸν ἴδιον τόνον τᾶς ψυχᾶς Callicrat.

    ap.Stob.4.28.18, cf. Plu.Sol.15; join in wedlock,

    νέαν καὶ ὡραίαν Ocell. 4.6

    .
    2 adapt oneself,

    ἅπαντι καιρῷ D.L.4.37

    , cf. Socr. ap. Stob. 3.4.58.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συναρίθμοξα

  • 8 φαίνω

    φαίνω, Od.7.102, etc., [dialect] Ep. also [full] φαείνω (q. v.):—[tense] fut. φᾰνῶ, A.Fr. 304.5, Ar.Ach. 827, etc. ( φᾱνῶ acc. to A.D.Adv.187.26, but φᾱνῶ, Ar. Eq. 300, and ἀναφᾱνῶ, E.Ba. 528, are dub.); [dialect] Ion. φᾰνέω ([etym.] ἀπο-) Hp.Steril. 213, opt.
    A

    φᾰνοίην S.Aj. 313

    (cod. rec., rightly): [tense] aor. 1

    ἔφηνα Il.2.318

    , Hdt.1.95, etc.; [dialect] Dor.

    ἔφᾱνα Pi.I.4(3).2

    , IG42(1).123.28 (Epid., iv B.C.), also later [dialect] Att., subj., ἀπο-φάνῃ dub. l. in IG22.1631.379 ( = 2.811c133);

    φάνῃς Philem.233

    (

    ἐκ-φάνῃς Men.Mon. 418

    = Chares Iamb.4b20); so in late Prose, ([etym.] ἐξ-) Ael.VH12.33, ([etym.] ἐπι-) Ev.Luc.1.79, ([etym.] ἀνα-) Act.Ap. 21.3; [dialect] Ep. iter. φάνεσκε (intr.) Il.11.64, al., Hes.Fr.14.3: [tense] pf.

    πέφαγκα Ps.-Callisth.2.10

    , ([etym.] ἀπο-) Din.1.15, al.: intr. [tense] pf. πέφηνα (v. infr.A 111.2), [dialect] Dor.[ per.] 3pl.

    ἐκ-πεφάναντι Sophr.83

    ; [tense] plpf.

    ἐπεφήνειν D.C.46.10

    :—[voice] Med., [tense] fut. inf.

    φᾰνεῖσθαι Od.12.230

    , [dialect] Ion.

    φᾰνέομαι Hdt.3.35

    ; opt.

    φανοῖσθε Lys.26.10

    (nisi leg. φανεῖσθε); the forms φανῆσθον and [dialect] Dor. imper. φάνευ are corrupt in Pl.Erx. 399e, Teles p.58 H. (leg. φαίνευ): [tense] aor. 1 ἐφηνάμην (trans.) S.Ph. 944, ([etym.] ἀπ-) Hdt.7.52, etc.:—[voice] Pass., [dialect] Ion. [tense] impf.

    φαινέσκετο Od.13.194

    : [tense] fut.

    φᾰνήσομαι Hdt.8.108

    , Sicilian [dialect] Dor. (inf.) φᾰνήσειν (fort. - ησεῖν) Archim.A ren.4.20; [dialect] Ep. [tense] fut.

    πεφήσεται Il.17.155

    : [tense] aor. 1

    ἐφάνθην A.Pers. 263

    (lyr.), S.OT 525, etc.:rare in Prose, X.HG6.4.11, D.58.13, ([etym.] ἀπο-) IG12.10.35, D.19.44; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    φαάνθη Il.17.650

    , [ per.] 3pl.

    φάανθεν 1.200

    : [tense] aor. 2 ἐφάνην [ᾰ], [dialect] Ep.

    φάνην Il.1.477

    , etc.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    φάνεν Od.18.68

    ; [dialect] Ep. subj.

    φανήῃ Il.19.375

    ; [dialect] Ep. inf.

    φανήμεναι 9.240

    : [tense] pf.

    πέφασμαι S.OC 1543

    , [ per.] 3sg.

    πέφανται Il.2.122

    , 16.207, Pi.P.5.115, A.Ag. 374(lyr.); πέφᾰται in B.9.52, Perict. ap. Stob. 4.28.19 belongs either to φαίνω in sense A. 1.5, or to φημί; inf.

    πεφάνθαι Pl.Euthd. 294a

    , etc.; part.

    πεφασμένος Il.14.127

    , Thgn.227, A.Pr. 843, S.OC 1122, Pl.Phdr. 245e, etc.; [ per.] 3pl. [tense] plpf.

    ἐπέφαντο Hes.Sc. 166

    .
    A [voice] Act., bring to light, cause to appear, in physical sense, τέρας τινὶ φ. make a sign appear to one, Il.2.324, cf. Od.3.173, etc.;

    σήματα φαίνων Il.2.353

    ;

    γένυσι φ. ὀπώραν Pi.N.5.6

    ;

    δύο μορφὰς φ. A.Fr.304.5

    ;

    τὸν αὐχένα Hdt.2.132

    ; ἔφην' ἄφαντον φῶς, i.e. fire, S.Ph. 297;

    λαμπάδας Ar.Ra. 1524

    (anap.);

    φ. θησαυρόν E.El. 565

    ; φ. μηρούς, ἐπιγουνίδα, show by baring, i.e. uncover.., Od.18.67,74;

    φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεια Pi.N.5.17

    ; reflect an image in water,

    τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει Theoc.6.11

    :—[voice] Med., τὰ τόξα.. τοῖσιν Ἀργείοισι φήνασθαι θέλει exhibit them as his own, S.Ph. 944.
    c γόνον Ἑλένῃ φ. show her a child, i. e. grant her to bear one, Od.4.12; φ. παράκοιτίν τινι show (i.e. give) one a wife, 15.26.
    2 of sound, make it clear to the ear, make it ring clear,

    ἀοιδὴν φαίνειν 8.499

    ;

    σάλπιγξ.. ὑπέρτονον γήρυμα φαινέτω στρατῷ A.Eu. 569

    .
    3 show forth, display in action,

    ἀρετήν Od.8.237

    ;

    ἀεικείας 20.309

    ;

    βίην Hes.Th. 689

    ;

    εὐμαχανίαν Pi.I.4(3).2

    ;

    εὔνοιαν Hdt.3.36

    ; ὕβριν ib. 127;

    ὀργάς A.Ch. 326

    (lyr.).
    b set forth, expound,

    νοήματα Il.18.295

    ;

    λόγον Hdt.1.116

    ;

    τριφασίας λόγων ὁδούς Id.1.95

    ; but τὰ λαμπρὰ.. φ. ἔπη make them good, S.OC 721.
    4 inform against one, denounce, φανῶ σε ( σε φανῶ codd.)

    τοῖς πρυτάνεσι Ar.Eq. 300

    (lyr.), cf. Ach. 824, S.Ant. 325: denounce a thing as contraband, Ar.Ach. 542, 819, al.;

    φαίνειν πλοῖον D.58.9

    ; τὰ φανθέντα articles denounced as contraband, ib. 13: abs., give information,

    ὁ φήνας ἢ ὁ γραψάμενος IG12.45.3

    , cf. 4.24, Isoc.18.20, X.Cyr.1.2.14, Phld.Rh.2.207 S., etc.
    5 φαίνειν φρουράν, call up a levy, at Sparta, X.HG3.2.23, al.; also φ. θυσίαν proclaim, order a sacrifice, Philod.Scarph.112:—[voice] Pass., πέφαται θνατοῖσι νίκας ὕστερον εὐφροσύνα has been ordained, B.9.52.
    II abs., give light, shine,

    φαίνοντες νύκτας.. δαιτυμόνεσσι Od.7.102

    , cf. 19.25; of the sun, moon, etc.,

    φ. τινί Ar.Nu. 586

    (troch.);

    εἰς ἅπαντα φ. τὸν οὐρανόν Pl.Ti. 39b

    ;

    ἀλλά, σελάνα, φαῖνε καλόν Theoc.2.11

    ;

    οἱ λύχνοι φ. ἧττον Thphr.Ign.11

    ; cf. φάω: so ἦρι μὲν φαίνοντι in spring when it shines forth, A.Fr.304.4 codd. (leg. φανέντι); of the Dioscuri shining in mid-air, E.El. 1234 (anap.): metaph., ἀγανὴ φαίνουσ' ἐλπίς soft shining hope, A.Ag. 101 (anap., dub.).
    b Φαίνων, οντος, , the planet Saturn, Arist.Mu. 392a23, Cic.ND2.20.52, etc.;

    Φ. ὁ τοῦ Ἡλίου Eudox. Ars5.19

    ; acc.

    - ωνα Placit.2.15.4

    .
    III [dialect] Ep. iter. φάνεσκε appeared,

    μετὰ πρώτοισι φάνεσκε Il.11.64

    ;

    ὑπένερθε δὲ γαῖα φάνεσκε Od. 12.242

    , cf. 11.587, Hes.Fr.14.3.
    2 [tense] pf. 2 πέφηνα is also used intr., S.OC 328, etc.; less freq. in Prose, Hdt.9.120, D.3.22, Plb.9.13.8.
    B [voice] Pass., come to light, appear, φάνεν δέ οἱ εὐρέες ὦμοι, being stripped bare, Od.18.68, cf. Il.22.324, Od.19.39: freq. of fire, shine brightly,

    πυρὰ φαίνετο Ἰλιόθι πρό Il.8.561

    ;

    ἕκαθεν δέ τε φαίνεται αὐγή 2.456

    ;

    δεινὼ δέ οἱ ὄσσε φάανθεν

    shone like fire,

    Il.1.200

    : freq. of the rising of heavenly bodies,

    ἄστρα φαεινὴν ἀμφὶ σελήνην φαίνετ' ἀριπρεπέα 8.556

    , cf. Hes.Op. 598; of the first gleam of daybreak,

    ἦμος δ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς Il.1.477

    , Od.2.1, al.; ἅμ' ἠοῖ φαινομένηφι at break of day, Il.9.618, cf. Od.4.407, al.;

    ἀκτὶς ἀελίου, τὸκάλλιστον.. φανὲν.. τῶν προτέρων φάος, ἐφάνθης ποτ' S.Ant. 100

    (lyr.): of a rising wind,

    οὐδέ ποτ' οὖροι πνείοντες φαίνονθ' ἁλιαέες Od.4.361

    ; of a vapour,

    ἐκ νεφέων ἐρεβεννὴ φ. ἀήρ Il.5.864

    .
    2 of persons, οἴῳ φαινομένη appearing to him alone, Il.1.198, cf. Od.15.517, etc.;

    ἐφάνη λὶς εἰς ὁδόν Il.15.275

    ; οὗπερ κἀφάνης where thou didst first appear, S.OC77;

    χρόνιος φανείς Id.Ph. 1446

    (anap.); ὁδόν φανῆναι a pregnant expression for ἐλθεῖν ὁδὸν ὥστε φανῆναι, Id.El. 1274 (lyr.);

    κέλευθον φανείς Aj. 878

    (lyr.); πόθεν φαίνῃ; whence come you? Pl.Prt. 309a, X.Mem.2.8.1; οὐδαμοῦ φ. is nowhere to be seen, Id.An.1.10.16.
    b come into being, φανεὶς δύστηνος born to misery, S.OC 974, cf. 1225 (lyr.); become,

    ἐκ βασιλέως ἰδιώτην φανῆναι X.An.7.7.28

    ;

    δυοῖν ἐφάνη τριήραρχος D.18.104

    ; to be made out,

    δοῦλος λόγοισιν.. φανείς S.Aj. 1020

    , cf. 1241.
    3 of events, come about,

    τέλος οὔ πώ τι πέφανται Il.2.122

    ;

    φάνη βιότοιο τελευτή 7.104

    ; ἔργον, ἄεθλον, etc., 16.207, Od.21.106, etc.;

    τὸ φανθέν S.Tr. 743

    ; of sayings, to be set forth, λόγος ἀρχαῖος φανείς ib.1, cf. OT 474 (lyr.), 848.
    II appear to be so and so, c. inf.,

    δμῳάων ἥ τίς τοι ἀρίστη φαίνεται εἶναι Od.15.25

    , cf. 11.336;

    οὐ γάρ σφιν ἐφαίνετο κέρδιον εἶναι 14.355

    ;

    τοῦτό μοι θειότατον φαίνεται γενέσθαι Hdt.7.137

    ;

    εὖ σὺ λέγειν φαίνει Ar.Nu. 403

    (anap.), cf. A.Pr. 319, etc.: freq. with inf. omitted,

    οὗ καὶ πρόσθεν ἀρίστη φαίνετο βουλή Il.9.94

    , cf. 2.5;

    ὅς τις φαίνηται ἄριστος Od.14.106

    ;

    σμερδαλέος αὐτῇσι φάνη 6.137

    ;

    ἕρμαιον ἂν ἐφάνη Pl.R. 368d

    , etc.: but in Hdt., etc., also c. part., to be manifest: thus, ἐμοὶ σὺ πλουτέειν μέγα φαίνεαι you appear to me to be very rich, Hdt.1.32; but εὔνοος ἐφαίνετο ἐών he was manifestly well-inclined, Id.7.173, cf. 175, Th.1.2; οὐκ ἄκαιρα φαίνεται λέγειν he appears to be speaking.., A.Pr. 1036; but φανέονται λέγοντες οὐδέν it will be manifest that they talk nonsense, Hdt.3.35;

    φαίνομαι δύο καθορᾶν εἴδη Pl.Sph. 235d

    ; but

    οὐκ ἂν φανεῖμεν πήματ' ἔρξαντες A.Pers. 786

    ;

    πλαγκτὸς οὖσ' ἐφαινόμην Id.Ag. 593

    , cf. Hdt.9.89, E.Andr. 343;

    ἐφάνησαν πεπονθότες Pl.Ap. 22c

    : with part. omitted, πέφανται ἁρματηλάτας σοφός (sc. ὤν) Pi.P.5.115, cf. N.6.14;

    κρατηθεὶς ἡμερώτερος φανεῖ A.Ag. 1632

    ; Κᾶρες ἐφάνησαν (sc. ὄντες) they were seen to be Carians, Th.1.8; τί φαίνομαι (sc. ὤν) δῆτ'; what do I look like? E.Ba. 925;

    ὡς ἀγαθοὶ.. ἐφάνησαν Pl.R. 408a

    : hence φαίνεσθαι, opp.

    εἶναι, εἶναι μὲν ὅσπερ εἰμί, φαίνεσθαι δὲ μή E.Fr. 698

    (ap.Ar.Ach. 441);

    στρατηγὸς ἀγαθὸς μὴ ὢν φαίνεσθαι X.Mem.1.7.3

    ;

    ὀλίγοι καὶ ὄντες καὶ φαινόμενοι Id.HG6.5.28

    .
    2 in Philosophy, φαίνομαι (abs.) is sts. used of what appears to the senses,

    φαίνεται δ' οὐδὲν

    is observed,

    Arist. Ph. 204b35

    , cf. Cael. 312b30;

    φ. κατὰ τὴν αἴσθησιν Id.GA 716a31

    : sts. of what is mentally manifest, Id.EN 1175a29; to be evident, Id.APr. 24b24: esp. appear to the imagination (cf.

    φαντασία 2

    ), Pl.Sph. 264b;

    φ. καὶ μύουσιν ὁράματα Arist.de An. 428a16

    ; φ. δέ τι.. οἷον τὰ ἐν τοῖς ὕπνοις ib.a7: distd. from αἰσθάνεσθαι and δοξάζειν, ib.b1: esp. in part. φαινόμενος, η, ον:
    a appearing in sense experience,

    τὰ φ. κατὰ τὴν αἴσθησιν Id.Cael. 303a22

    , al.;

    εἴτε τὰ δοκοῦντα πάντα ἐστὶν ἀληθῆ καὶ τὰ φ. Id.Metaph. 1009a8

    , cf. de An. 404a29 (sg.);

    τὰ φ.

    sense-data,

    Id.PA 639b8

    , Epicur.Ep.1pp.9,10 U., al.: Astron., τὰ φ. = celestial phenomena, title of a work by Eudoxus, versified by Aratus, Hipparch. 1.1.8, cf. Arist. Cael. 293b27; πρός τινας δόξας αὑτῶν τὰ φ. προσέλκοντες ib. 293a26: generally,

    τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὸ βλεπόμενον γεγονέναι Ep.Heb.11.3

    .
    b mentally apparent, opp. ὄντα τῇ ἀληθείᾳ, Pl.R. 596e, cf. Arist.Top. 100b24, EN 1113a24;

    τὰ οὖν ἐμοὶ φαινόμενα οὕτω φαίνεται Pl.R. 517b

    ; [

    νοῦς] τῶν φ. θειότατον Arist. Metaph. 1074b16

    ; τὸ φ. εἰπεῖν to express one's opinion, Plu.2.158c: hence, specious, fallacious, φ. ἐνθυμήματα, opp. ὄντα, Arist.Rh. 1402a28.
    c

    τὰ φ.

    what is to be seen, show,

    Lib.Or.30.28

    .
    3 freq. in answers in Plato's dialogue, φαίνεται, yes, Prt. 332e, R.333c, al.;

    ὥς γέ μοι φ. Prt.324d

    , cf. R.383a, al.: [τοῦτο] φῂς εἶναι; Answ. φαίνομαι (sc. λέγειν) X.Mem.4.2.20.
    b later impers. c. dat. pers. et inf., it seems good, ἐάν σοι φαίνηται Wilcken Chr.304.11 (iii B.C.), cf. PCair.Zen.44.7,16 (iii B.C.), etc.;

    ὁπότε αὐτῷ φανείη στρατιὰν ἐξάγειν D.H.2.14

    , cf. 4.85.
    4 joined with

    δοκέω, εἰ δὴ κακός τε φ. δοκῶ τέ σοι E.Hipp. 1071

    ;

    δοκοῖμεν ἂν.. χείρους φαίνεσθαι Th.1.122

    , cf. Pl.Phdr. 269d, Erx. 399c, X.Mem.2.1.22.
    5 οὐδαμοῦ φαίνεσθαι 'to be nowhere', metaph. from racing, Pl.Phd. 72c, cf. Grg. 456b, D.18.310.
    III τὰ φανθέντα, v. supr. A. 1.4.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φαίνω

  • 9 λοιπός

    λοιπός, ή, όν, ([etym.] λείπω)
    A remaining over, not in Hom., freq.from Pi. and Hdt. downwards;

    λ. βίοτος Pi.O.1.97

    ; λ.εὐχαί ib.4.15; λ.γένος ib.2.15; also λοιποί descendants, Id.I.4(3).39: in Prose the Art. is commonly added, and ὁ λ. either agrees with the Noun or takes a dependent genitive,

    αἱ λ. τῶν νεῶν Th.7.72

    ; τὴν λοιπὴν (sc. ὁδὸν)

    πορευσόμεθα X.An.3.4.46

    ; τὸ λ. τῆς ἡμέρας ib.16, etc.
    2 λοιπόν [ἐστι] c. inf., it remains to show, etc., ἀποδεικνύναι, διελέσθαι, etc., Id.Smp.4.1, Pl.R. 466d, etc.: also c. Art., τὸ λ. ἤδη ἡμῖν ἐστι σκέψασθαι, πότερον what remains for us is to.., ib. 444e; διανομὴ τοίνυν τὸ λ. σοι ib. 535a: without inf., ὃ δὲ λ. quod superest, A.Ag. 1571 (lyr.);

    ὅ τι λ. πόνων Id.Pr. 684

    ;

    τὸ εὐπρεπείας πέρι.. λοιπόν Pl.Phdr. 274b

    .
    3 freq. of Time, ὁ λ. χρόνος the future, Pi.N.7.67;

    πρὸς τὸν λοιπὸν τοῦ χρόνου D.15.16

    ; τὸν λ. χρόνον for the future, S.Ph.84;

    τοῦ λ. χρόνου Id.El. 817

    ;

    εἰς τὸν λ. χρόνον Pl.Ep. 358b

    ;

    ἐκ τοῦ λ. χρόνου D.59.46

    : so without Subst. in neut., τὸ λ. henceforward, hereafter, Pi.P.5.118, A.Eu. 1031, S.OT 795, etc.;

    τὸ λ. εἰς ἅπαντα.. χρόνον A.Eu. 763

    ;

    τὰ λ. Id.Th.66

    , S.El. 1226, Th.8.21;

    ἐς τὸ λ. A.Pers. 526

    , Eu. 708, cf. Inscr.Prien.64 (ii B. C.); also

    τοῦ λ. Hdt.1.189

    , Ar. Pax 1084;

    ἐκ τοῦ λ. X. HG3.4.9

    ;

    ἐκ τῶν λ. Pl.Lg. 709e

    , Ep. 316d; καθεύδετε τὸ λ. sleep now.., Ev.Matt.26.45, Ev.Marc.14.41; ἑσπέρα δὲ ἦν λ. καὶ .. it was now evening, Jul.Or.1.24c.
    4 τὸ λ. and τὰ λ. the rest, A.Pr. 476, 697, 699. etc.; καὶ τὰ λ., = 'etc.', Aristeas 190, Plu.2.1084c, etc.; also λοιπόν without the Art., as Adv., for the rest, further, and so freq., = ἤδη, already,

    λ. δή Pl.Prt. 321c

    ;

    αἰσχρὸν δὴ τὸ λ. γίγνεται Id.Grg. 458d

    .
    5 λοιπόν, Adv. then, well then, Plb.1.15.11, al., Dsc.2.83, Arr.Epict.1.24.1;

    οὐδεμία λ. ἀμφισβήτησίς ἐστιν BGU969.19

    (ii A. D.).
    b finally,

    λ., ἀδελφοί, χαίρετε 2 Ep.Cor.13.11

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λοιπός

  • 10 συντρέχω

    συντρέχω dep. fut. 3 pl. συνδραμοῦνται Jdth 14:3; 2 aor. συνέδραμον (Hom., Aeschyl., Hdt. et al.; pap, LXX; Test12Patr; ApcSed 11:11 p. 134, 25 Ja.; Philo, Aet. M. 103; Joseph.; Ath., R. 15 p. 66, 5) ‘run together’.
    to run together to a place and gather, run together (X. et al.; Mitt-Wilck. I/2, 20 III, 8; LXX) πρός τινα (Diod S 19, 13, 7 πρὸς ἀλλήλους; Plut., Alc. 209 [32, 3], Mar. 423 [29, 10], Pomp. 423 [60, 5]; Chariton 5, 9, 5; Jos., Bell. 1, 250) Ac 3:11 (Jos., Ant. 7, 257 ἅπαντα τὸν λαὸν συνδραμεῖν πρὸς αὐτόν). ἐκεῖ (Diod S 20, 96, 4) Mk 6:33. εἰς ναόν IMg 7:2 (cp. Jdth 6:16; Archilochus Fgm. 54 Diehl3; Posidon.: 87 Fgm. 36, 51 Jac.; Diod S 4, 42, 3, εἰς ἐκκλησίαν).
    ‘run w. someone’ (Appian, Bell. Civ. 2, 49 §200), then by fig. ext. to be in league with, go with, in imagery of close association in some activity, abs. IPol 6:1 (with other συν-compounds). τινί someone 1 Cl 35:8 (Ps 49:18). Also μετά τινος B 4:2. εἴς τι to denote the common goal (Himerius, Or. [Ecl. 10, 3 fig.]) συντρέχειν εἰς τὴν αὐτὴν τῆς ἀσωτίας ἀνάχυσιν dash with (them) into the same stream of debauchery 1 Pt 4:4.
    to be in harmony with, agree with (Aeschyl. et al.) τινί someth. (Soph., Trach. 880; Mitt-Wilck. II/2, 96, 11 τούτῳ τῷ λόγῳ) τῇ γνώμῃ τοῦ θεοῦ IEph 3:2; cp. 4:1.—M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > συντρέχω

  • 11 αἰώνιος

    αἰώνιος (ία Pla., Tim. 38b; Jer 39:40; Ezk 37:26; OdeSol 11:22; TestAbr A; JosAs 8:11 cod. A; 2 Th 2:16; Hb 9:12; mss. Ac 13:48; 2 Pt 1:11; AcPl BMM recto 27=Ox 1602, 29; Just., A I, 8, 4 al.; B-D-F §59, 2; Mlt-H. 157), ον eternal (since Hyperid. 6, 27; Pla.; ins, pap, LXX, En, TestSol, TestAbr A, Test12Patr; JosAs 12:12; GrBar 4:16; ApcEsdr; ApcMos 29; Ps.-Phocyl. 112; Just.; Tat. 17, 1; Ath., Mel.; standard epithet for princely, esp. imperial, power: OGI index VIII; BGU 176, 12; 303, 2; 309, 4; Sb 7517, 5 [211/12 A.D.] κύριος αἰ.; al. in pap; Jos., Ant. 7, 352).
    pert. to a long period of time, long ago χρόνοις αἰ. long ages ago Ro 16:25; πρὸ χρόνων αἰ. before time began 2 Ti 1:9; Tit 1:2 (in these two last pass. the prep. bears the semantic content of priority; on χρόνος αἰ. cp. OGI 248, 54; 383, 10).
    pert. to a period of time without beginning or end, eternal of God (Ps.-Pla., Tim. Locr. 96c θεὸν τ. αἰώνιον; IBM 894, 2 αἰ. κ. ἀθάνατος τοῦ παντὸς φύσις; Gen 21:33; Is 26:4; 40:28; Bar 4:8 al.; Philo, Plant. 8; 74; SibOr Fgm. 3, 17 and 4; PGM 1, 309; 13, 280) Ro 16:26; of the Holy Spirit in Christ Hb 9:14. θρόνος αἰ. 1 Cl 65:2 (cp. 1 Macc 2:57).
    pert. to a period of unending duration, without end (Diod S 1, 1, 5; 5, 73, 1; 15, 66, 1 δόξα αἰ. everlasting fame; in Diod S 1, 93, 1 the Egyptian dead are said to have passed to their αἰ. οἴκησις; Arrian, Peripl. 1, 4 ἐς μνήμην αἰ.; Jos., Bell. 4, 461 αἰ. χάρις=a benefaction for all future time; OGI 383, 10 [I B.C.] εἰς χρόνον αἰ.; EOwen, οἶκος αἰ.: JTS 38, ’37, 248–50; EStommel, Domus Aeterna: RAC IV 109–28) of the next life σκηναὶ αἰ. Lk 16:9 (cp. En 39:5). οἰκία, contrasted w. the οἰκία ἐπίγειος, of the glorified body 2 Cor 5:1. διαθήκη (Gen 9:16; 17:7; Lev 24:8; 2 Km 23:5 al.; PsSol 10:4 al.) Hb 13:20. εὐαγγέλιον Rv 14:6; κράτος in a doxolog. formula (=εἰς τοὺς αἰῶνας) 1 Ti 6:16. παράκλησις 2 Th 2:16. λύτρωσις Hb 9:12. κληρονομία (Esth 4:17m) vs. 15; AcPl Ha 8, 21. αἰ. ἀπέχειν τινά (opp. πρὸς ὥραν) keep someone forever Phlm 15 (cp. Job 40:28). Very often of God’s judgment (Diod S 4, 63, 4 διὰ τὴν ἀσέβειαν ἐν ᾅδου διατελεῖν τιμωρίας αἰωνίου τυγχάνοντα; similarly 4, 69, 5; Jer 23:40; Da 12:2; Ps 76:6; 4 Macc 9:9; 13:15) κόλασις αἰ. (TestReub 5:5) Mt 25:46; 2 Cl 6:7; κρίμα αἰ. Hb 6:2 (cp. κρίσις αἰ. En 104:5). θάνατος B 20:1. ὄλεθρον (4 Macc 10:15) 2 Th 1:9. πῦρ (4 Macc 12:12; GrBar 4:16.—SibOr 8, 401 φῶς αἰ.) Mt 18:8; 25:41; Jd 7; Dg 10:7 (cp. 1QS 2:8). ἁμάρτημα Mk 3:29 (v.l. κρίσεως, κολάσεω, and ἁμαρτίας). On the other hand, of eternal life (Maximus Tyr. 6, 1d θεοῦ ζωὴ αἰ.; Diod S 8, 15, 3 life μετὰ τὸν θάνατον lasts εἰς ἅπαντα αἰῶνα; Da 12:2; 4 Macc 15:3;PsSol PsSol:3, 12; OdeSol 11:16c; JosAs 8:11 cod. A [p. 50, 2 Bat.]; Philo, Fuga 78; Jos., Bell. 1, 650; SibOr 2, 336) in the Reign of God: ζωὴ αἰ. (Orig., C. Cels. 2, 77, 3) Mt 19:16, 29; 25:46; Mk 10:17, 30; Lk 10:25; 18:18, 30; J 3:15f, 36; 4:14, 36; 5:24, 39; 6:27, 40, 47, 54, 68; 10:28; 12:25, 50; 17:2f; Ac 13:46, 48; Ro 2:7; 5:21; 6:22f; Gal 6:8; 1 Ti 1:16; 6:12; Tit 1:2; 3:7; 1J 1:2; 2:25; 3:15; 5:11, 13, 20; Jd 21; D 10:3; 2 Cl 5:5; 8:4, 6; IEph 18:1; Hv 2, 3, 2; 3, 8, 4 al. Also βασιλεία αἰ. 2 Pt 1:11 (ApcPt Rainer 9; cp. Da 4:3; 7:27; Philo, Somn. 2, 285; Mel., P. 68, 493; OGI 569, 24 ὑπὲρ τῆς αἰωνίου καὶ ἀφθάρτου βασιλείας ὑμῶν; Dssm. B 279f, BS 363). Of the glory in the next life δόξα αἰ. 2 Ti 2:10; 1 Pt 5:10 (cp. Wsd 10:14; Jos., Ant. 15, 376.—SibOr 8, 410 φῶς αἰῶνιον). αἰώνιον βάρος δόξης 2 Cor 4:17; σωτηρία αἰ. (Is 45:17; Ps.-Clem., Hom. 1, 19) Hb 5:9; short ending of Mk. Of unseen glory in contrast to the transitory world of the senses τὰ μὴ βλεπόμενα αἰώνια 2 Cor 4:18.—χαρά IPhld ins; δοξάζεσθαι αἰωνίῳ ἔργῳ be glorified by an everlasting deed IPol 8:1. DHill, Gk. Words and Hebr. Mngs. ’67, 186–201; JvanderWatt, NovT 31, ’89, 217–28 (J).—DELG s.v. αἰών. M-M. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > αἰώνιος

  • 12 δουλεύω

    δουλεύω fut. δουλεύσω; 1 aor. ἐδούλευσα; pf. δεδούλευκα J 8:33, ptc. δεδουλευκώς 2 Cl 17:7 (Aeschyl., Hdt.+; the basic diff. between master and slave is stated Aeschyl., Pr. 927).
    to be owned by another, be a slave, be subjected
    lit., of Hagar and Jerusalem Gal 4:25. τινί to someone (Jos., Ant. 4, 115.—C. Ap. 2, 128 the Egyptians claim τὸ μηδενὶ δουλεῦσαι. Likew. in Appian, Bell. Civ. 4, 67 §286 the Rhodians are proud ἕνεκα τύχης ἐς τὸ νῦν ἀδουλώτου; Diod S 5, 15, 3 the Iolaës of Sardinia have maintained their freedom ἅπαντα τὸν αἰῶνα … μέχρι τοῦ νῦν; in 5, 15, 4 even the Carthaginians οὐκ ἠδυνήθησαν [αὐτοὺς] … καταδουλώσασθαι) J 8:33; Ac 7:7 (Gen 15:14); Ro 9:12; B 13:2 (both Gen 25:23; cp. Jos., Ant. 1, 275); 13:5 (Gen 48:19 altered after 25:23); 1 Cl 31:4 (Jacob by Laban [Gen 29:15, 20]; cp. Just., D. 134, 3).
    in imagery: of a change in masters Ro 7:6.
    to act or conduct oneself as one in total service to another, perform the duties of a slave, serve, obey.
    be in service to personal beings
    α. to humans, w. dat. of pers. (PHal 1, 219 [III B.C.] ὁ Ἀλεξανδρεὺς τῷ Ἀλεξανδρεῖ μὴ δουλευέτω) Mt 6:24; Lk 16:13; 2 Cl 6:1 (on being a slave to more than one master s. Billerb. on Mt 6:24; Mitt-Wilck. I/2, 203 II, 13f; 206, 16ff). τοσαῦτα ἔτη δ. σοι I have slaved for you so many years Lk 15:29, a statement about toil rather than actual status (cp. Gen 31:41). Abs. ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ 2 Cl 11:1; μᾶλλον δ. let them be all the better slaves 1 Ti 6:2; πλέον δ. IPol 4:3. On Eph 6:7, see β. Fig., of loving service ἀλλήλοις Gal 5:13. δίκαιον εὖ δουλεύοντα πόλλοις 1 Cl 16:12 (Is 53:11).
    β. to transcendent beings, esp. in expressions relating to God or Jesus Christ as recipients of undivided allegiance, for, as indicated in α, a slave can take orders from only one master δ. τῷ θεῷ serve God, where God is thought of as κύριος, and a human as δοῦλος (Eur., Or. 418; Ex 23:33; Philo, Cher. 107, Somn. 2, 100; Jos., Ant. 7, 367; 8, 257; SibOr 3, 740; Orig., C. Cels. 8, 8, 17; cp. τοῖ κτισθεῖσιν ἀντὶ θεοῦ 3, 15, 17): Mt 6:24; Lk 16:13 (on both cp. Sextus 574 οὐκ ἔστιν ἅμα δουλεύειν ἡδονῇ κ. θεῷ); 1 Th 1:9; 2 Cl 11:1; 17:7; Pol 2:1 (Ps 2:11); 6:3; MPol 9:3; Hm 8:6; 12, 6, 2; Hs 4:2; Dg 2:5 τῷ δημιουργῷ; 1 Cl 26:1. τῷ Χριστῷ Ro 14:18; cp. 16:18; Col 3:24; abs. μετʼ εὐνοίας δ. render service (to your masters) w. good will Eph 6:7 (through wordplay Jesus Christ, as κύριος, is here viewed as the ultimate recipient of the slave’s service); τῷ κυρίῳ (Judg 2:7; 1 Km 7:4; 12:20) Ac 20:19; Ro 12:11 (v.l. τῷ καιρῷ.—δ. τῷ καιρῷ means ‘accommodate oneself to the occasion’ [Plut., Arat. 1047 [43, 2]; Pallad.: Anth. Pal. 9, 441; Procop. Soph., Ep. 113 H. δουλεύειν τῇ χρείᾳ καὶ πείθεσθαι τῷ καιρῷ. The contrast is with πράττειν ὅσα τις βούλεται, or Herodas 2, 9f: ζῶμεν οὐχ ὡς βουλόμεσθʼ, ἀλλʼ ὡς ἡμέας ὁ καιρὸς ἕλκει], and can have the unfavorable connotation ‘be an opportunist’; for this reason it is expressly rejected for this pass. by Athanas., Origen-Rufinus, and Jerome, but they may be interested in sanitizing the text. S. Ltzm. ad loc.); Hv 4, 2, 5; Hs 1:7; 4:5ff; 6, 3, 6; 8, 6, 2; the Holy Spirit 5, 6, 5; 7; elements or elemental spirits Gal 4:9, cp. vs. 8 (in a relig. sense also PGM 13, 72 κύριε, δουλεύω ὑπὸ τὸν σὸν κόσμον τῷ σῷ ἀγγέλῳ; lesser divinities [δαίμονες] Just., D. 83, 4; Tat. 17, 3).
    to things, by fig. ext. of mng. in a: Be a slave to sin Ro 6:6; the law (Orig., C. Cels. 5, 6, 28) 7:25; desire Hm 12, 2, 5; Tit 3:3 (X., Mem. 1, 5, 5, Apol. 16; Pla., Phdr. 238e ἡδονῇ; Polyb. 18, 15, 16; Herodian 1, 17, 9; Philo, Cher. 71; Jos., Ant. 15, 91 δ. ταῖς ἐπιθυμίαις; Iren., 1, 6, 3 [Harv. I 56, 2]); the virtues Hv 3, 8, 8; m 12, 3, 1; faith m 9:12; τῇ κοιλίᾳ the belly, i.e. appetite (γαστρί X., Mem. 1, 6, 8; Anth. 11, 410, 4; cp. Ath. 31, 2) Ro 16:18. εἰς τὸ εὐαγγέλιον serve in the gospel Phil 2:22. For Ro 12:11 v.l. καιρῷ s. 2aβ.—M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > δουλεύω

  • 13

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 14

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 15 τίθημι

    τίθημι [pron. full] [τῐ], [ per.] 2sg.
    A

    τιθεῖς Pi.P.8.11

    , S.Ph. 992 cod. B ( τιθείς LA rec.), E.Cyc. 545 codd. Lp (- θείς P,

    τίθης

    l), Alc.

    890

    codd. pler., corrupted to

    τιθείς Pl.R. 376e

    Stob., Arr.Epict.3.22.76, Pl.Euthd. 301e ([etym.] ἐπι-), Lib. Or.46.28 ([etym.] προς-) ; ἐν-τιθεῖς (v.l. -εὶς) Ar.Eq. 717;

    περι-τιθεῖς BGU 1141.19

    (i B.C.); but τίθης is found in Pl.R.l.c. codd. AD, Ar. l.c. cod. A, Lib.Or.27.11 ([etym.] προς-), etc., and is taught by Choerob. in Theod. 2.328 H.; [dialect] Ep.

    τίθησθα Od.9.404

    , 24.476, and so in [dialect] Aeol., Alc.Supp.4.27 (

    τίθεισθα Hsch.

    ); [ per.] 3sg.

    τίθησι Il.4.83

    , al., and [dialect] Att.; [dialect] Dor.

    τίθητι SIG 331.13

    (Megara, iv B.C.), Theoc.3.48; [ per.] 3pl.

    τιθέασι Th.5.96

    , Alex.128; [dialect] Ep. and [dialect] Ion.

    τιθεῖσι Il.16.262

    , Hes.Th. 597, Hdt.2.91 (also A.Ag. 466 (lyr.)); [dialect] Aeol. τίθεισι ([etym.] προ-) Schwyzer 631 A 2 (ii B.C.); [dialect] Dor.

    τίθεντι IG12(3).103.10

    ([place name] Nisvrus); [dialect] Ion. [ per.] 3sg.

    τιθεῖ Il.13.732

    , Mimn.1.6, Hdt. 1.113, also Arc., SIG559.16 (Megalop., iii B.C. ) (

    τιθῶ Luc.Ocyp.43

    ,81, διατιθῶ cited by A.D.Synt.290.6): [tense] impf.

    ἐτίθην Pl.Grg. 500b

    ;

    ἐτίθεις Id.R. 528d

    , Ar.Nu.59 ([etym.] ἐν-), etc.;

    ἐτίθει Il.18.541

    , al., Ar.Ach. 532, Nu. 63 ([etym.] προς-), etc., [dialect] Ep.

    τίθει Il.1.441

    , al.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    τίθεσαν Od.22.456

    ;

    τίθεν Pi.P.3.65

    ;

    πρό-τιθεν Od.1.112

    (Aristarch.); late

    ἐτίθουν Act.Ap.4.35

    ; [dialect] Ion. [tense] impf. τίθεσκον Hes Fr.112; ἐτίθεα ([etym.] ὑπερ-) Hdt.3.155: imper.

    τίθει Il.1.509

    , etc.; inf. τιθέναι, not in Hom. or Hes.; [dialect] Ep.

    τιθήμεναι Il.23.83

    ;

    τιθέμεν Hes.Op. 744

    , Pi.P.1.40;

    τιθεῖν Thgn.286

    , IG12(9).189.5 ([place name] Eretria); written

    τιθῖν Byzantion 8.50

    (Phrygia, iv A.D.); part. τιθείς, but [dialect] Ion. pl. τιθεῦντες v.l. in Hdt.2.91: [tense] fut. θήσω, [dialect] Ep. inf.

    θησέμεναι Il.12.35

    ,

    θησέμεν Pi.P.10.58

    : [tense] aor.1 ἔθηκα, only used in indic., and mostly in sg., for though [ per.] 3pl. is common, the 1 and [ per.] 2pl. are rare, X.Mem.4.2.15, ([etym.] ἀν-) Hyp.Eux.9; even ἔθηκαν is very rare in early Attic,

    ἀνέθηκαν IG2.1620d

    , 22.2971 (both iv B.C.), but is found in Plb.8.4.4, etc.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    θῆκαν Il.24.795

    , etc.: [tense] aor. 2 ἔθην, not used in indic. sg., whereas pl. is very common, ἔθεμεν, ἔθετε, ἔθεσαν, [dialect] Ep.

    θέσαν 12.29

    , etc.; imper.

    θές Ar.Lys. 185

    , etc.; [dialect] Lacon. [ per.] 3sg. σέτω ib. 1081; subj. θῶ, [dialect] Aeol. and [dialect] Ion.

    θέω Sapph.12

    , ([etym.] προς-) Hdt.1.108, [dialect] Ep.

    θείω Il.16.83

    , al. (for Θή-ω); [dialect] Ep. 2 and [ per.] 3sg. θήῃς, θήῃ, 6.432, 16.96, Od.10.301, 341 (sts. with the opt. forms θείης, θείη as v.l.); [dialect] Ep. [ per.] 1pl. θέωμεν (disyll.) 24.485, θείομεν (for Θήο-μεν, short-vowel subjunctive) Il.23.244, Od.13.364; opt. θείην, [ per.] 1pl.

    θεῖμεν 12.347

    , Pl.Prt. 343e ( θείημεν codd. BT),

    προς-θεῖμεν Id.R. 370d

    , and

    κατα-θεῖτε D.14.27

    ; [ per.] 3pl.

    θεῖεν S.OC 865

    ; inf. θεῖναι, [dialect] Ep.

    θέμεναι Il.2.285

    ,

    θέμεν Od.21.3

    , Hes.Op.61,67; [dialect] Dor.

    θέμειν IG 12(1).677.13

    (Rhodes, iv B.C.); part.

    θείς Il.23.254

    , etc.: [tense] pf. τέθηκα [dialect] Att. Inscrr., IG22.2490.7 (iv B.C.), ([etym.] ἀνα-) ib.839.38, 1299.44, 1534.76, also at Delos, ib.11(2).161 A6 (iii B.C.), etc., and in Papyri, POxy. 1087.42 (i B.C.);

    τέθεικα PCair.Zen. 324

    (iii B.C.), ([etym.] ὑπο-) PPetr.3p.53 (iii B.C.), ([etym.] ἐκ-) UPZ62.4 (ii B.C.), ([etym.] ἀνα-) IG22.1011.71,80 (ii B.C.), ([etym.] προς-) Str.1.2.23; hence some editors restore τέθηκα for τέθεικα in Attic authors, as X.Mem.4.4.19, D.20.55, 22.16, 27.36, Alex.15.13; Phocian [ per.] 3pl.

    ἀνα-τεθέκαντι BCH59.202

    ([place name] Daulis):—[voice] Med. τίθεμαι, [ per.] 2sg.

    τίθεσαι Pl.Tht. 202c

    ; τίθη or τίθῃ dub. in PTeb.768.9 (ii B.C.); as [voice] Pass., AP11.300 (Pall.); imper.

    τίθεσο Ar. Pax 1039

    , Pl. Sph. 237b,

    τίθου A.Eu. 226

    , [dialect] Dor. τίθευσο cj. in AP9.564 (Nic., τιθεύσω cod., τίθεσσο Plan., cf. ἀφίκευσο); [dialect] Ep. part.

    τιθήμενος Il.10.34

    : [tense] fut.

    θήσομαι 24.402

    , etc.: [tense] aor. 1 ἒθηκάμην, only in indic. and part., and never in [dialect] Att.; [ per.] 2sg.

    ἐθήκαο Theoc.29.18

    ; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    θήκατο Il.10.31

    , Hes.Sc. 128; part.

    θηκάμενος Thgn.1150

    , Pi.P.4.29: [tense] aor. 2

    ἐθέμην Il.2.750

    , etc.; [dialect] Ep. and Lyr. [ per.] 3sg.

    θέτο 10.149

    , Pi.N.10.89; imper.

    θέο Od. 10.333

    ,

    θοῦ S.OC 466

    ; subj.

    θῶμαι E.HF 486

    , etc.; [dialect] Ep. [ per.] 2sg.

    θῆαι Od. 19.403

    ; opt.

    θείμην S.Ant. 188

    , etc.; [ per.] 3sg.

    θεῖτο Od.17.225

    , A.Pr. 527 (lyr.), Pl.Tht. 195c, etc. (πρός-θοιτο, -θοισθε, ἔν-θοιτο are found in D. 11.6, 21.188, 34.17, but

    προς-θεῖτο Id.6.12

    codd.; ἐπιθοίμεθα, -θοιντο, Th.6.34,11; cf.

    τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    ): [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass.

    τίθεμαι SIG57.25

    (Milet., v B.C.), Pl.Lg. 705e, 744a: [tense] fut.

    τεθήσομαι E.El. 1268

    , Pl.Lg. 730b, D.24.17: [tense] aor.

    ἐτέθην E.HF 1245

    , Lys.31.28, etc. (

    ἐθέθην IG14.862

    (Cumae, vi B.C.)): [tense] pf. τέθειμαι, rare in early Gr., LXX 1 Ki.9.24, Ev.Marc.15.47, ([etym.] προς-) Arist.Mech. 853a35; inf.

    τεθεῖσθαι Ar.Fr. 327

    codd. (but f.l.); part.

    τεθειμένος Demad.12

    , ([etym.] προ-) X.Hier.9.11, ([etym.] δια-) Men.591; also used in med. sense, D.21.49, SIG705.17 (Delph., ii B.C.), BGU1735.11 (i B.C.), Luc.Somn.9, ([etym.] ἐν-) D.34.16, ([etym.] προ-) Supp.Epigr.7.62.6 (Seleucia Pieria, ii B.C.), ([etym.] συν-) OGI229.62 (Smyrna, iii B.C.); ὑπεκ-τεθημένος (sic) BCH54.269 (Rhamnus, iii B.C.); ἀνα-τέθηται (pass. sense) Phld.Mus.p.81 K.; Phocian [tense] pf. part. (med. sense)

    ἀνα-τεθεμένος BCH59.202

    ([place name] Daulis):— the [voice] Pass. never occurs in Hom., and is generally rare, κεῖμαι being used instead.
    A in local sense, set, put, place,

    λίθον Il.21.405

    , cf. IG12.373.10, al.;

    θεμείλια Il.12.29

    ; τέρματα τ. Od.8.193; κλισίην, θρόνον τ. τινί, set a stool or chair for him, 4.123, 8.65 (so in [voice] Med., set for oneself,

    δίφρον 20.387

    );

    ἐκελήσατο θέμεν τὰν κλίναν, ἐφ' ἇς τὰν Σωστράταν ἔφερον

    lay down,

    IG42(1).122.31

    (Epid., iv B.C.); πόδα τ. plant the foot, i.e. walk, run, A.Eu. 294, E.IT32: so in [voice] Med., τετράποδος βάσιν θηρὸς τιθέμενος, i.e. going on all fours, Id.Hec. 1059 (lyr.): the mode is expressed by Advbs. or Preps.,
    a with Advbs., τ. τι πυρὸς ἐγγύς, ἀπάνευθε πυρός, Od.14.518, Il.18.412;

    προπάροιθε ποδῶν 20.324

    ;

    χαμαὶ τ. τὸν πόδα A.Ag. 906

    ; τὰ ἄνω κάτω and τὰ κάτω ἄνω τ. Hdt.3.3, cf. A.Eu. 651, etc.: with Advbs. implying motion,

    ἄλλοσε θῆκε Od.23.184

    , 204;

    ἔχεις.. ὅποι θήσεις Pl.R. 479c

    :—[voice] Med.,

    ὅποι.. τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    .
    b with Preps. of local sense,

    θεῖσα στέφανον ἀμφὶ βοστρύχοις E.Med. 1160

    ([voice] Med.,

    ἀμφ' ὤμοισι τιθήμενον ἔντεα Il.10.34

    ); ἀνά τινι or τι, as

    ἂμ βωμοῖσι Il.8.441

    ;

    ἀνὰ μυρίκην 10.466

    ; ἐπί τινος, τινι, or τι, as

    εἵματα ἐπ' ἀπήνης Od.6.252

    , cf. Il.16.223, etc.;

    ἐπὶ κρατὶ κυνέην 15.480

    ;

    πέπλον Ἀθηναίης ἐπὶ γούνασι 6.92

    (v. infr.111.2); ἐπὶ [θρόνον τὰ ἱμάτια] Hdt.1.9, cf. A.Supp. 483, etc.; τὴν ἀρχὴν (sc. τοῦ ἐπιδέσμου) κατὰ μεσοφρύου, ἐπὶ ἰνίον, etc., Sor.Fasc.1,2, al.; ὑπό τινι or τι, as

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ Il.24.644

    ;

    ἀμβροσίην ὑπὸ ῥῖνά τινι Od.4.445

    : most freq. with the Preps. ἐν or εἰς, put in or put into.., as

    θῆκεν ἐν ἀκμοθέτῳ ἄκμονα Il.18.476

    ;

    τόξα ἐν πυρί 5.215

    ;

    ἐν κίστῃ ἐδωδήν Od.6.76

    ; ἐν λεχέεσσι θ. [τινά] Il.18.352 (so in [voice] Med., ἐς δίφρον ἄρνας θέτο put into the car, 3.310;

    ὁ θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἐν τῷ σώματι 1 Ep.Cor.12.18

    ); ἐς λάρνακα, ἐς κάπετον, Il.24.795, 797;

    ἐς ταφάς S.Aj. 1110

    ([voice] Med.,

    ἐν τάφοισι θέσθε Id.OC 1410

    ), cf. Ant. 504, Tr. 1254.
    c in Poets also with dat. only,

    χρήματα μυχῷ ἄντρου Od.13.364

    (so in [voice] Med.,

    κολεῷ ἄορ θέο 10.333

    ), cf. S.Tr. 691, E.Hel. 1064.--The same constructions will be found under many of the following heads.
    II Special phrases:
    1 θεῖναί τινί τι ἐν χερσίν, ἐν χειρί, put it in his hands, Il.1.441, 585, etc.; ἐν χερσί or

    χείρεσσί τινος 6.482

    , 23.597;

    οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσι Od.14.448

    ; ἐς χεῖρά τινος into his hand, S.Aj. 751.
    2 of women, θέσθαι παῖδα, υἱὸν ὑπὸ ζώνῃ, to have a child put under her girdle, i.e. to conceive, h.Ven. 255, 282.
    3 ἐν ὄμμασι θέσθαι set before one's eyes, Pi.N.8.43.
    4 set a plant, X.Oec.19.7,9.
    b lay a mosaic, PCair.Zen.665.10,15 (iii B.C.).
    5 θέσθαι τὴν ψῆφον lay one's voting-pebble on the altar, put it into the urn,

    ἐς τεῦχος οὐ διχορρόπως ψήφους ἔθεντο A.Ag. 816

    : hence simply, give one's vote, ἐπὶ φόνῳ for death, E.Or. 756 (troch.); ἑωυτῷ in one's own favour, Hdt.8.123;

    σὺν τῷ νόμῳ X.Cyr.1.3.17

    ; εὔφρονα, δικαίαν τὴν ψῆφον τ., A.Supp. 640 (lyr.), Lycurg.128, etc.; and in [voice] Pass.,

    ἔστω δὴ φανερὰ ἡ ψῆφος τιθεμένη Pl.Lg. 855d

    : also γνώμην θέσθαι, c. inf., give one's opinion, Hdt.7.82;

    περὶ ἡμῶν And.3.21

    : τίθεσθαι abs., vote,

    γνώμῃ S.Ph. 1448

    codd. (anap., γνώμην Lambinus), Hld.2.29;

    μετά τινος A.Supp. 644

    (lyr.);

    ἐναντία τινί Pl.Phlb. 58b

    ; τινι S.E.P.2.37 codd., Lib.Decl.1.65.
    6 in Hom., θεῖναί τινί τι ἐν στήθεσσι, ἐν φρεσί, etc., put or plant it in his heart,

    ἐν στήθεσσι τιθεῖ νόον Il.13.732

    ; βουλὴν ἐν στήθεσσι τ. 17.470;

    ἔπος ἐν φρεσί 19.121

    , al.; also

    μένος δέ οἱ ἐν φρεσὶ θῆκε 21.145

    :—[voice] Med., ἄγριον ἐν στήθεσσι θέτο θυμόν laid up wrath in his heart, treasured it there, 9.629;

    ἐν φρεσὶ θέσθε αἰδῶ καὶ νέμεσιν 13.121

    ; τοῖσιν κότον αἰνὸν ἔθεσθε harboured enmity against them, 8.449;

    καθαρὸν θέμενος νόον Thgn.89

    ;

    θέμενος ἄγναμπτον νόον A.Pr. 164

    (lyr.); ἐνὶ φρεσὶ θέσθαι, c. inf., bear in mind, think of doing a thing, Od.4.729;

    θ. [τι] ἐν καρδίᾳ Ev.Luc. 1.66

    .
    7 deposit, as in a bank,

    τὰ πρυτανεῖα πρὸς τοὺς ἄρχοντας IG12.22.33

    ;

    θεὶς ἐπὶ τὴν τράπεζαν τὰς τετταράκοντα μνᾶς Hyp.Ath.5

    ;

    ἐνέχυρον τιθέναι τι Ar.Pl. 451

    , cf. Ec. 755, D.41.11, PEnteux.32.7 (iii B.C.), etc.:—[voice] Med.,

    τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης θέσθαι παρά τινα Hdt.6.86

    .ά, cf. Od.13.207;

    τὴν τιμὴν θήσονται ἐπὶ τὴν τράπεζαν, ἕως.. PCair.Zen.723.11

    (iii B.C.);

    ἐγγύην θέσθαι A.Eu. 898

    ;

    συνθήκας παρά τινι Lycurg.23

    :—[voice] Pass.,

    τὰ ληφθέντα καὶ τὰ τεθεντα D.49.5

    (but [voice] Act. and [voice] Med. are sts. distd., ὁ θείς the mortgagor, ὁ θέμενος the mortgagee,

    τοὺς θέντας ἡμᾶς ἢ καὶ τοὺς θεμένους ὑμᾶς Pl.Lg. 820e

    , cf. Hyp.Fr. 169, D.53.10; τίθεσθαι seems to have the same meaning as ὑποτίθεσθαι in IG22.43.41, 2758.4, 12(7).55.12 (Arcesine, iv/iii B.C.), but the two are distd. in Supp.Epigr.3.760 (Euboea, iv B.C.)): metaph., χάριν or χάριτα θέσθαι τινί deposit a claim for favour with one, lay an obligation on one, Hdt.9.60, 107, cf. A.Pr. 783, etc.
    8 pay down, pay, τόκον, εἰσφοράν, μετοίκιον, D.41.9, 22.43, 29.3;

    τὸ γιγνόμενον Id.18.104

    ;

    τὸν πριάμενον ἑκατοστὴν τιθέναι τῆς τιμῆς Thphr.Fr.97.1

    ;

    τὴν τιμήν PRev.Laws 18.13

    (iii B.C.);

    τὰ μέρη PCair.Zen.218.33

    (iii B.C.); [τὰς δραχμὰς] εἰς ἀνήλωμα τοῦ πλοίου ib.753.64 (iii B.C.):—[voice] Med.,

    θέμενος ἀρραβῶνα PFlor.303.3

    (vi A.D.).
    10 in military language, τίθεσθαι or θέσθαι τὰ ὅπλα has four senses,
    a rest arms, i.e. halt, with arms in an easy position but ready for action, Th.4.44,93, 7.3; θέμενοι ἐς τὴν ἀγορὰν τὰ ὅπλα advancing to the market-place and resting arms there, Id.2.2, cf. Hdt.9.52, X.An.1.5.14, 17, 1.6.4, etc.; εἰς τάξιν τὰ ὅπλα τ. ib.2.2.21, 5.4.11; so ἐν τάξει ib.2.2.8; ἀντία τισί over against them, Hdt.5.74 (in 1.62 ἀντία ἔθεντο τὰ ὅπλα over against it (the temple)); poet., πάτρας ἕνεκα εἰς δῆριν ἔθεντο ὅπλα Inscr. ap. D.18.289.
    b bear arms, fight,

    τὸ θυμοειδὲς.. ἐν τῇ τῆς ψυχῆς στάσει τίθεσθαι τὰ ὅπλα πρὸς τὸ λογιστικόν Pl.R. 440e

    ;

    τοῦ δήμου.. παρακαλοῦντος τοὺς στρατιώτας τίθεσθαι πρὸς τὴν πόλιν IG22.666.10

    ;

    ὃς ἂν μὴ θῆται τὰ ὅπλα μηδὲ μεθ' ἑτέρων Arist.Ath.8.5

    , cf. Lys.31.14, D.21.145; so ὁπόσοιπερ ἂν ὅπλα ἱππικὰ ἢ πεζικὰ τιθῶνται who serve on horseback or on foot, Pl.Lg. 753b, cf. 756a;

    ἐν ταῖς ναυσὶ τὰ ὅπλα θέσθαι Plu.Cim.5

    .
    c lay down one's arms, surrender, D.S.20.31,45; so, without the idea of surrender, θέσθαι τὰς ἀσπίδας X.HG2.4.12 (but [voice] Act.,

    τὰ ὅπλα θείς Plu.2.759a

    ).
    II lay in the grave, bury,

    ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέα 23.83

    (freq. with words added, ἐν τάφοισι, ἐς ταφάς, etc., v. supr. 1 b); ποῦ σφε θήσομεν χθονός; A.Th. 1006 (lyr.):— [voice] Pass.,

    τὰ δὲ ὀστᾶ φασι.. τεθῆναι.. ἐν τῇ Ἀττικῇ Th.1.138

    , cf. Pl.Mx. 242c, Lg. 947e;

    ἄλλῳ δὲ μηδενὶ ἐξεῖναι ἐν τῷ πυργίσκῳ τεθῆναι μετὰ τὸ ἐνταφῆναι αὐτήν· ἐπεὶ ὁ θείς τινα ἀσεβὴς ἔστω θεοῖς καταχθονίοις TAM 2(1).51

    ([place name] Telmessus), cf. 55, al., AJP48.30 ([place name] Apamea), Supp.Epigr. 6.221 ([place name] Phrygia), etc.
    12

    τιθέναι τὰ γόνατα

    kneel down,

    Ev.Marc. 15.19

    , Ev.Luc.22.41, al.
    III set up, of the prizes in games,

    ἄεθλα Il.23.263

    , etc.; ἀέθλιον ib. 748;

    νικητήρια S.Fr. 537

    (so in [voice] Pass., τὰ τιθέμενα the prizes, D.61.25); also with the object offered as the prize, τ. δέπας, βοῦν, σόλον, etc., Il.23.656, 750, 826, al., cf. Hdt. 1.144, S.Aj. 573:—this is more fully expressed by ἐς μέσσον τ., Il.23.704: after Hom. more generally, lay before people as common property,

    βούλομαι ὑμῖν εἰς τὸ μέσον αὐτὸ θεῖναι Pl.Lg. 719a

    ;

    ἐς μέσον ἀρχὴν τιθεὶς ἰσονομίην ὑμῖν προαγορεύω Hdt.3.142

    ; so also

    τ. τι εἰς τὸ κοινὸν X.Mem.3.14.1

    ; reading and sense are doubtful in A.Ch. 145.
    2 set up in a temple, dedicate,

    ἀγάλματα Od.12.347

    ;

    τάσδε.. θεοῖς ἀσπίδας ἔθηκε E.Ph. 576

    ; so perh. Il.6.92 (v. supr. 1b).
    IV assign, award,

    τιμήν τινι Il.24.57

    ;

    ὄνομά τινι Pl.Sph. 244d

    : esp. in [voice] Med., ὄνομα (or οὔνομα) θέσθαι τινί give a child a name at one's own discretion, Od.18.5, 19.406 (in 19.403 with v.l. θείης), Hdt.1.107, 113, cf. E.Ph.13: ellipt., without

    ὄνομα, ᾧ δὴ ἀθροίς ματι ἄνθρωπόν τε τίθενται καὶ λίθον Pl.Tht. 157b

    , cf. Cra. 402b: pleonast.,

    Ἴωνα δ' αὐτὸν ὄνομα κεκλῆσθαι θήσεται E. Ion75

    .
    V τιθέναι νόμον down or give a law, of a legislator, S.El. 580, E.Alc.57, Ar.Ach. 532, Pl.R. 339c, D.24.99, etc.:—so in [voice] Med., of Solon, Hdt.1.29; of a people, state, or legislature, give oneself a law, make a law, Pl.R. 338e, Isoc.3.6, Arist. Pol. 1289a14 ([voice] Pass.,

    τίθεται νόμος Ar.Nu. 1425

    , Pl.Lg. 705e, 744a; τιμωρίαι.. ἐτέθησαν ib. 943d); also

    θήσω θεσμόν A.Eu. 484

    ;

    κήρυγμα θεῖναι S.Ant.8

    ; σκῆψιν τιθέναι allege an excuse, Id.El. 584: c. acc. et inf., order matters so that.., [

    ὁ Λυκοῦργος] ἔθηκε θύειν βασιλέα πρὸ τῆς πόλεως τὰ δημόσια ἅπαντα X.Lac.15.2

    , cf. 1.5, 2.11; without inf.,

    καλῶς ἔθεντο ταῦτα πατέρες οἱ πάλαι E.Or. 512

    : c. dat. et inf.,

    γυναιξὶ σωφρονεῖν.. θήσει Id.Tr. 1057

    .
    2 [voice] Med., agree upon,

    ἡμέραν θέσθαι D.42.1

    ,13; so θ. συγγραφήν, ὁμολογίαν, σύμβολόν τινι, etc., PEleph. 2.16 (iii B.C.), PGoodsp.Cair. 6ii 2 (ii B.C.), PRein.11.9 (ii B.C.), etc.
    3 execute a document. τ. διαθήκην make a will, Stud.Pal.1.6.3 (v A.D.): so in [voice] Med., PSI10.1119.16 (ii A.D.); θέσθαι τινὸς ἀπαρχήν make out a person's birth-certificate, ib.9.1067.15 (iii B.C.), etc.
    VI establish, institute,

    ἀγῶνας A.Ag. 845

    , cf. X.An.1.2.10; ἐν τοῖς ἀγώνοις οἷς ἁ πόλις τίφητι (sic) Delph.3(3).120.17 (ii B.C.);

    πενταετηρίδα Pi.O.3.21

    .
    VII dispose, order, ordain, bring to pass, of gods,

    οὕτω νῦν Ζεὺς θείη Od.8.465

    , 15.180;

    ὣς ἄο' ἔμελλον θησέμεναι Il.12.35

    ; [

    Ζεὺς] τίθησ' ὅπῃ θέλει Semon.1.2

    ; τὰ δ' ἄλλα πάντ' ἄνω τε καὶ κάτω στρέφων τίθησιν (sc. Ζεύς) A.Eu. 651; πάντα παγκάκως θεοὶ θέσαν cj. in Id.Pers. 283 (lyr.);

    τέλος δ' ἔθηκε Ζεὺς.. καλῶς S.Tr. 26

    ; κόσμῳ θέντες, as etym. of θεοί, Hdt.2.52; of human beings, administer, manage, [τι] κακῶς θέμεν, εὖ θέμεν, Thgn.845, 846;

    τὰ δ' ἄλλα φροντὶς.. θήσει δικαίως A.Ag. 913

    ; ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς ib. 1673 (troch.);

    ταῦτ' ἐγὼ θήσω καλῶς E.Hipp. 521

    , cf. Andr. 737;

    τὰ παρ' ὑμῶν εὖ τίθει Ar.Lys. 243

    ;

    τ. τὰ τῶν φίλων ἀσφαλῶς X.Ages.11.12

    ;

    τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ πράξει καλῶς E.Fr. 287

    :—[voice] Med., administer for oneself,

    οἶκον εὖ θέσθαι Hes.Op.23

    ;

    ἄνδρας σοφοὺς χρὴ τὸ παρὸν πρᾶγμα καλῶς εἰς δύναμιν τίθεσθαι Cratin. 172

    (lyr.), cf. D.23.134, Anon.ap Suid.s.v. τίθεσθαι, Hsch.s.v.

    τὸ παρὸν εὖ τίθεσο; ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο θέσθαι τὸ παρόν Th.1.25

    ; τὸ παρὸν εὖ θέσθαι make the best of one's resources or situation, Luc.Nec.21, M. Ant.6.2, cf. Aristid.2.35 J.;

    εὐτυχίαν τὴν παροῦσαν ἔξεστι καλῶς θέσθαι Th.4.17

    ;

    τὰ παρόντα θέσθαι καλῶς Ach.Tat.5.11

    ;

    τὰ σεωυτοῦ τιθέμενος εὖ Hdt.7.236

    ;

    τὰ οἰκεῖα εὖ θέμενον Pl.R. 443d

    ;

    τὰ ἴδια ἕκαστοι εὖ βουλόμενοι δὴ θέσθαι Th.4.59

    ;

    τὰ πάντα ὅπως ἂν αὐτῇ ἡδὺ ᾖ οὕτως τίθεσθαι X.Mem.1.4.17

    ;

    εἰ μὴ θήσομαι τἄμ' ὡς ἄριστα E.Andr. 378

    ;

    τὸ σαυτοῦ θέμενος εὖ Id.IT 1003

    , cf. Ba.49, HF 605, 938, Hipp. 709, Dionys.Eleg.1.5;

    τὰ πρὶν εὖ θέμενος S.El. 1434

    ; συνετῶν ἀνδρῶν (sc. εἶναι)

    , πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι Pittac.

    ap. D.L.1.78; τὸ κοινῶς φοβερὸν ἅπαντας εὖ θέσθαι that all should face the common danger, Th.4.61; of wars, quarrels, etc., bring them to a successful issue, but sts. put a good face on them, patch them up,

    ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται Id.8.84

    ;

    θήσονται τὸν πόλεμον ᾗ βούλονται Id.1.31

    ; πόλεμον ἀραμένους οὐ ῥᾴδιον εὐπρεπῶς θέσθαι ib.82;

    ὅτῳ τρόπῳ.. τὸ σφέτερον ἀπρεπὲς εὖ θήσονται Id.6.11

    ;

    μεθ' ἧς τὸ νῦν παρεστὸς νεῖκος εὖ θέσθαι χρεών S. OT 633

    ;

    τὸν τρὸς τοὺς Ἐλευσῖνι πόλεμον ὡς μετρίως ἔθεντο Pl.Mx. 243e

    ; ἄμεινον ἢ τότε ἐθέμεθα τὸν πόλεμον ib. 245e;

    τὰς γενομένας συμφορὰς πρὸς ἀλλήλους θέσθαι καλῶς And.1.140

    : abs.,

    θέσθαι καλῶς S.Fr. 350

    :—pass.,

    εἰ τεθήσεται κατὰ νοῦν τὰ πράγματα Th.4.120

    .
    2 in the game of πεττεία, κυβεία, Lat. tesserae (cf. Ter.Adelph.739), to place as skilfully as possible the pieces which have been assigned to one by the luck of the dice,

    πεττείᾳ τινὶ ἔοικεν ὁ βίος, καὶ δεῖ ὥσπερ ψῆφόν τινα τίθεσθαι τὸ συμβαῖνον Socr.

    ap. Stob.4.56.39;

    ὥσπερ ἐν πτώσει κύβων πρὸς τὰ πεπτωκότα τίθεσθαι τὰ αὑτοῦ πράγματα ὅπῃ ὁ λόγος αἱρεῖ βέλτιστ' ἂν ἔχειν Pl.R. 604c

    , cf. Plu.Pyrrh.26;

    στέργειν δὲ τἀκπεσόντα καὶ θέσθαι πρέπει σοφὸν κυβευτήν S.Fr. 947

    ; τὰ δεσποτῶν γὰρ εὖ πεσόντα θήσομαι I will take advantage of my master's good luck, A.Ag.32: many of the passages cited in A. v11. I may be metaph. applications of this sense.
    B put in a certain state or condition, much the same as ποιεῖν, ποιεῖσθαι, and so often to be rendered by our make:
    I folld. by an attributive Subst., make one something, with the predicate in apposition, θεῖναί τινα αἰχμητήν, ἱέρειαν, μάντιν, etc., Il.1.290, 6.300, Od.15.253, etc.;

    θ. τινὰ ἀρχέπολιν Pi.P.9.54

    ; θεῖναί τινα ἄλοχόν τινος make her another's wife, of a third person who negotiates a marriage, Il.19.298 (for [voice] Med., v. infr. 3); ἥτε με τοῖον ἔθηκεν ὅπως ἐθέλει who has made me such as she will, Od.16.208; σῦς ἔθηκας ἑταίρους thou hast made my comrades swine, 10.338; so [

    νῆα] λᾶαν ἔθηκε 13.163

    , cf. Il.2.319, etc.;

    ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον LXX Ps.109(110).1

    ; but γέλων ἔθηκε συνδείπνοις caused them laughter, E. Ion 1172; λόγους εἰς μέτρα τ. put them into verse, Pl. Lg. 669d.
    2 with an Adj. for the attributive, θεῖναί τινα ἀθάνατον καὶ ἀγήρων make him undying and undecaying, Od.5.136; πηρόν, τυφλόν, ἀφνειὸν τ. τινά, Il.2.599, 6.139, 9.483;

    τὸν μὲν.. θῆκε μείζονά τ' εἰσιδέειν καὶ πάσσονα Od.6.229

    , cf. 18.195, Pl.Prt. 344d.
    b of things, ἅλιον πόνον, πόνον οὐκ ἀτέλεστον, πάντα μεταμώνια, Il.4.26,57, 363;

    ὄλεθρον ἀπευθέα θῆκε Κρονίων Od.3.88

    , cf. 11.274;

    ἀποίητον θέμεν ἔργων τέλος Pi.O.2.17

    ;

    ἀρὰν τ. ἀλαθῆ A.Th. 944

    (lyr.); ἀναστάτους οἴκους τ. S.Ant. 674;

    τ. λεῖον τὸν τραχὺν ἐχῖνον Ar. Pax 1086

    ; τὸ πραχθὲν ἀγένητον τ. Pl.Prt. 324b.
    3 freq. in [voice] Med., γυναῖκα or ἄκοιτιν θέσθαι τινά make her one's wife, Od.21.72, 316, B.5.169; παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν θ. take her own son as husband, A.Th. 929 (lyr.).
    b υἱὸν θέσθαι τινά, like ποιεῖσθαι, make one's son, adopt, Pl.Lg. 929c, etc.: abs., θέσθαι τινά adopt, Plu.Aem.5.
    4 c. inf., make one do so and so, τιθέναι τινὰ νικᾶσαι make him conquer, Pi.N.10.48 (dub.);

    μετατραπεῖν Id.Fr. 177

    ;

    τὸν πάθει μάθος θέντα κυρίως ἔχειν A.Ag. 178

    (lyr.), cf. 1036, 1174 (lyr.), E.Med. 718, Heracl. 990, etc.
    II in reference to mental action, when [voice] Med. is more freq. than [voice] Act., lay down. assume, hold, reckon or regard as.., τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε; Od.21.333;

    δαιμόνιον αὐτὸ τίθημ' ἐγώ S.El. 1270

    (lyr.);

    τοιοῦτον θέντες τὸν δίκαιον Pl.R. 361b

    , cf. 430b ([voice] Med.); θὲς δή μοι.. now suppose so and so, Id.Tht. 191c;

    εὐεργέτημά τι θεῖναι D.1.10

    ; with

    ὡς, θέντες ὡς ὑπάρχον εἶναι ὃ βούλονται Pl.R. 458a

    , cf. Phd. 100a;

    μὴ τοῦτο ὡς ἀδίκημα θῇς D.18.193

    .
    2 folld. by Advbs., ποῦ χρὴ τίθεσθαι ταῦτα; in what light must we regard these things? S.Ph. 451; οὐδαμοῦ τιθέναι τι hold of no account, E.Andr. 210; πρόσθεν or ἐπίπροσθέν τινος τιθέναι τι, Id.Hec. 129 (anap.), Supp. 515; πόρρω τίθεσθαί τί τινων set far below.., D.18.299.
    3 folld. by Preps.,

    τ. τινὰ ἐν φιλοσόφοις Pl.R. 475d

    ;

    ἐν τοῖς φίλοις X.Mem.2.4.4

    ; also εἰς ὁποτέραν (of two classes) Pl.Sph. 264c; εἰς τὸν δῆμον, εἰς τοὺς πλουσίους, X.Mem.4.2.39; also

    οὐκ ἐν λόγῳ τίθεσθαί τινα Tyrt.12.1

    ;

    ἐν τιμῇ τίθεσθαί τινα Hdt.3.3

    ;

    ἐν αἰτίῃ τιθέναι τινά Id.8.99

    ; ἐν οἰωνῷ τινι τοῦ μέλλοντος, ἐν ἐπαίνῳ, ἐν γέλωτι τίθεσθαι, Plu.Alex.31, Cat.Ma.20, TG17; θέσθαι παρ' οὐδέν set at naught, A.Ag. 230 (lyr.), E.IT 732, cf. Pl.Phdr. 252a (but

    ἐν οὐδενί BGU1816.23

    (i B.C.), Supp.Epigr.7.1.6 (Susa, i A.D., Epist.Artabani));

    ἐν παρέργῳ θοῦ με S.Ph. 473

    ; πάντα ταῦτ' ἐν εὐχερεῖ ἔθου ib. 876;

    ταῦτ' ἐν αἰσχρῷ θέμενος E. Hec. 806

    ;

    ἐν ἀδικήματι θέσθαι τι Th.1.35

    ;

    ἐν ἀδικήματος μέρει τιθέναι τι D.23.148

    ; θέσθαι τὰ δίκαια ἔκ τινος estimate them by.., Id.8.8.
    5 c. inf., οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον I hold not that he lives, count him not as living, S.Ant. 1166: so in [voice] Med., Pl.Phd. 93c, D. 25.43,44: rarely c. part., θήσω ἀδικοῦντα [αὐτόν] Id.23.76, cf. Pl. Prt. 343e, Ap. 27c.
    6 elliptically, lay down, assume, θῶμεν δύο εἴδη (sc. εἶναι) Id.Phd. 79a, etc.; θήσω οὕτω (sc. εἶναί τι) D.23.85, cf. Arist.Pol. 1290a30.
    C without any attributive word following, make, work, execute, of an artist,

    ἐν δ' ἐτίθει νειόν Il.18.541

    , cf. 550, 561, 607; [

    δόρπον] θησέμεναι Od.20.394

    .
    2 make, cause, bring to pass,

    ἔργα Il.3.321

    ;

    τ. κέλαδον καὶ ἀϋτήν 9.547

    ;

    ὀρυμαγδόν Od.9.235

    ;

    ἔριν μετ' ἀμφοτέροισιν 3.136

    ; φιλότητα, ὅρκια μετ' ἀμφ., Il.4.83, Od.24.546: c. dat. pers.,

    σῆμα τιθεὶς Τρώεσσι Il.8.171

    ;

    Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκεν 1.2

    , etc.;

    πᾶσι δ' ἔθηκε πόνον 21.524

    , cf. 15.721, 16.262;

    φόως ἑτάροισιν 6

    6, etc.;

    χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν Pi.O.2.99

    ;

    πόλει κατασκαφὰς θέντες A. Th.47

    ;

    εἰρήνην φίλοις Id.Pers. 769

    ;

    αἷμα θήσεις E.Ba. 837

    (s. v.l.).
    3 freq. in [voice] Med., make or prepare for oneself, θέσθαι κέλευθον make oneself a road, open a way, Il.12.418;

    θέτο δῶμα Od.15.241

    ; τίθεντο δὲ δαῖτα, δόρπα, Il.7.475, 9.88 (but δαῖτα τίθενται are holding a feast, Od.17.269); μεγάλην ἐπιγουνίδα θέσθαι to make oneself, get a large thigh, Od.17.225; θέσθαι μάχην engage in.., Il.24.402;

    δυσμενέεσσι πόνον καὶ δῆριν ἔθεντο 17.158

    ; ἱδρῶτα τίθεσθαι have an access of perspiration, Hp.Decent.2; μαρτύρια θέσθαι produce as testimony, Hdt.8.55; ἀνδρὸς αἰδοίου πρόσοψιν θηκάμενος putting on the aspect of a reverend man, Pi.P.4.29, cf. Hsch. s.v. θήκατο; πόνον πλέω τίθου work thyself the more annoy, A.Eu. 226;

    εὐκλεᾶ θέσθαι βίον S.Ph. 1422

    , etc.
    4 periphr. for a single Verb. μνηστήρων σκέδασιν θεῖναι make a scattering, Od.1.116; θέμεν κρυφόν, νέμεσιν, αἶνον, for κρύπτειν, νεμεσῦν, αἰνεῖν, Pi.O.2.97, 8.86, N.1.5;

    μὴ σχολὴν τίθει A. Ag. 1059

    ; ὑμῖν ἔθηκε σὺν θεοῖς σωτηρίαν (v.l. προμηθίαν) E.Med. 915:— also in [voice] Med., θέσθαι μάχην, for μάχεσθαι, Il.24.402; θέσθαι θυσίαν, γάμον, for θύειν, γαμεῖσθαι, Pi.O.7.42, 13.53; σπουδήν, πρόνοιαν θέσθαι, S.Aj.13, 536, cf. Pi.P.4.276;

    θ. ἐπιστροφὴν πρό τινος S.OT 134

    ;

    περὶ τούτων οἰκονομίας PEnteux.22.6

    (iii B.C.); and c. gen., θ. λησμοσύναν, συγγνωμοσύνην τινῶν, S.Ant. 151 (lyr.), Tr. 1265 (anap.). (Cf. Lith. dēti 'lay (eggs, etc.)', Skt. dáti 'lay down, place', Lat. -do in con-do, etc., Engl. do, doom.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τίθημι

  • 16 πιστεύω

    πιστεύω (Trag.+) impf. ἐπίστευον; 1 aor. ἐπίστευσα; pf. πεπίστευκα; plpf. πεπιστεύκειν Ac 14:23 (on the omission of the augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Pass.: fut. 3 pl. πιστευθήσονται Gen 42, 20; 1 aor. ἐπιστεύθην; pf. πεπίστευμαι (the word does not occur in Phlm, 2 Pt, 2 and 3J, Rv, MPol, or D. But it is a special favorite of J and 1J, where it is found 96 times and 9 times respectively; πίστις is not found in the gospel at all, and occurs in 1J only once, 5:4. Our lit. uses it quite predominantly in a transcendent sense, or at least w. transcendent coloring).
    to consider someth. to be true and therefore worthy of one’s trust, believe
    believe (in) someth., be convinced of someth., w. that which one believes (in) indicated
    α. by acc. of thing (Soph., Oed. Rex 646 τάδε; Aristot., Analyt. Pr. 2, 23, 68b, 13 ἅπαντα; PSI 494, 14 μηθέν; UPZ 70, 29 [152/151 B.C.] π. τὰ ἐνύπνια; ApcEsdr 7:12 p. 32, 26 τὸ βιβλίον τοῦτο) ἡ ἀγάπη πάντα πιστεύει 1 Cor 13:7. πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην we believe in the love 1J 4:16. πιστεύεις τοῦτο; J 11:26b. Cp. Ac 13:41 (Hab 1:5). Pass. ἐπιστεύθη τὸ μαρτύριον ἡμῶν our testimony was believed 2 Th 1:10b (cp. Aristot., EN 10, 2 p. 1172b, 15 ἐπιστεύοντο οἱ λόγοι; Gen 42:20).
    β. by means of a ὅτι-clause believe that (Plut., Mor. 210d; Aelian, VH 1, 16 p. 8, 9; Herm. Wr. 4, 4: Porphyr., Ad Marcellam 24; PLond III, 897, 12 p. 207 [I A.D.]; Tob 10:8 S; Job 9:16; 15:31; 39:12; La 4:12; 4 Macc 7:19; TestAbr A 18 p. 100, 18 [Stone p. 48]; ParJer 6:7; Just., A I, 18, 2 al.; Orig., C. Cels. 4, 89, 16) μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις Lk 1:45 (ὅτι here may=for: s. ὅτι 4b).—Mk 11:23; cp. vs. 24; J 8:24 (ὅτι ἐγώ εἰμι as Is 43:10); 11:27, 42; 13:19; 14:10; 16:27, 30; 17:8, 21; 20:31a; Ac 9:26; Ro 6:8; 10:9; 1 Th 4:14; Hb 11:6; Js 2:19a; 1J 5:1, 5; Hv 3, 8, 4; 4, 2, 4; m 1:1; 6, 2, 10b; Hs 2:5.—[ὅτι εἷς θεός] καὶ εἷς χριστός AcPl Ha 1, 17; AcPlCor 1:8. π. περί τινος ὅτι believe concerning someone that J 9:18 (M. Ant. 1, 15, 5 πιστεύειν περὶ ὧν λέγοι ὅτι οὕτως φρονεῖ=believe concerning whatever he might say, that it was what he actually thought; Just., D. 10, 1 π. ἡμῶν• ὅτι ἐσθίομεν ἀνθρώπους.—π. περί τινος as Plut., Lyc. 19, 4; Jos., Ant. 14, 267).
    γ. by the acc. and inf. (pres. Pla., Gorg. 524a; PTebt 314, 3 [II A.D.]; 4 Macc 5:25; Jos., C. Ap. 2, 160; Just., A I, 8, 2 al.; Ath. 20, 3) πιστεύω τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ εἶναι τὸν Ἰησοῦν Ac 8:37b.—GMary 463, 8.—IRo 10:2.—By the inf. (Thu 2, 22, 1; Job 15:22; AscIs 2:10 εἰς οὐρανὸν ἀναβῆναι) πιστεύομεν σωθῆναι Ac 15:11 (difft. JNolland, NTS 27, ’80, 112f [inf. of result: ‘we believe (in order) to be saved’]).—By the acc. and ptc. ἐν σαρκὶ αὐτὸν πιστεύω ὄντα I believe that he was in the flesh ISm 3:1.
    δ. by means of the dat. of thing give credence to, believe (Aeschyl., Pers. 786 θεῶν θεσφάτοισιν; Soph., Phil. 1374 τοῖς ἐμοῖς λόγοις, El. 886; Pla., Phd. 88c, Leg. 7, 798d; Polyb. 5, 42, 9; 9, 33, 1; Herodian 7, 5, 5 ἐλπίδι κρείττονι; BGU 674, 6 τῷ λόγῳ; 2 Ch 9:6 τοῖς λόγοις; Ps 105:24; Pr 14:15; Sir 19:15; En 104:13 ταῖς βίβλοις; Philo, Leg. All. 3, 229 τοῖς κενοῖς λογισμοῖς, Virt. 68 the sayings of God; Jos., C. Ap. 2, 286, Ant. 10, 39 τ. λόγοις; Tat. 18, 2 ὕλης οἰκονομία; Ath. 30, 2 ταῖς γοναῖς τοῦ Διό; Iren. 1, 10, 2 [Harv. I 92, 4] ἡ ἐκκλησία … π. τούτοις [sc. κήρυγμα and πίστις]) οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου Lk 1:20 (cp. Iambl., ViPyth. 28, 148 περὶ θεῶν μηδὲν θαυμαστὸν ἀπιστεῖν ‘concerning the gods nothing is so marvelous that it should occasion unbelief’). τῇ γραφῇ καὶ τῷ λόγῳ J 2:22. Cp. 4:50; 5:47ab. τοῖς γεγραμμένοις Ac 24:14 (Diod S 16, 52, 7 πιστεύσαντες τοῖς γεγραμμένοις). τῇ ἐπαγγελίᾳ τοῦ θεοῦ 2 Cl 11:1 (Diod S 1, 53, 10 τῇ τοῦ προρρήσει πιστεύειν; 19, 90, 3). τῷ ψεύδει, τῇ ἀληθείᾳ 2 Th 2:11, 12. τῇ καταλαλιᾷ Hm 2:2. τῇ ἀκοῇ ἡμῶν (Is 53:1; cp. Jos., C. Ap. 2, 14 π. ἀκοῇ πρεσβυτέρων) J 12:38; Ro 10:16; 1 Cl 16:3. τοῖς ἔργοις J 10:38b (=their testimony); Hm 6, 2, 10a (that they are good and must be followed).—Pass. ἐπιστεύθη τῷ λόγῳ μου they believed my word Hm 3:3.
    ε. w. prepositional expressions: εἰς Ro 4:18, if εἰς τὸ γενέσθαι αὐτόν here is dependent on ἐπίστευσεν. πιστεύειν εἰς τὴν μαρτυρίαν believe in the witness 1J 5:10c. ὁ Χριστιανισμὸς οὐκ εἰς Ἰουδαϊσμὸν ἐπίστευσεν the Christian way of life/Christianity did not commit itself to the Judean way/Judaism (s. Hdb. ad loc.) I Mg 10:3a; cp. b (Χριστιανισμόν, εἰς ὸ̔ν πᾶσα γλῶσσα πιστεύσασα). On πιστεύειν εἰς τὸ ὄνομά τινος s. 2aβ below. πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ believe in the gospel (so Ps 105:12 ἐπίστευσαν ἐν τοῖς λόγοις αὐτοῦ. Rather in the sense ‘put one’s trust in’ Sir 32:21 μὴ πιστεύσῃς ἐν ὁδῷ ἀπροσκόπῳ. See B-D-F §187, 6; Rob. 540. ALoisy, Les Évangiles synopt. I 1907, 430; 434; comm.) Mk 1:15 (Hofmann understands it as ‘on the basis of’, Wohlenberg ‘bei’; Lohmeyer is undecided; Dssm. and Mlt. 67f ‘in the sphere of’; s. p. 235). ἐν τῷ εὐαγγελίῳ οὐ πιστεύω IPhld 8:2 (s. Bihlmeyer ad loc.).—ἐπί τινι: πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται Lk 24:25; Ro 9:33 (Is 28:16).
    w. the pers. to whom one gives credence or whom one believes, in the dat. (Demosth. 18, 10; Aristot., Rhet. 2, 14 p. 1390a, 32; Polyb. 15, 26, 6 τοῖς εἰδόσι τὴν ἀλήθειαν; Herodian 2, 1, 10; PHib 72, 18; POxy 898, 29; PTebt 418, 15; Ex 4:1, 5; 3 Km 10:7; 2 Ch 32:15; Tob 2:14; Jer 47:14; JosAs 13:10; Philo, Praem. 49; Just., A I, 33, 5, D 7, 2 al.) τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν they did not believe those who saw him after he was raised from the dead Mk 16:14. Cp. Mt 21:25, 32abc; Mk 11:31; 16:13; Lk 20:5; J 5:46a; Ac 8:12; 26:27a (τ. προφήταις as Jos., Ant. 11, 96); 1J 4:1; Hm 6, 1, 2ab.—Also of Jesus and God whom one believes, in that one accepts their disclosures without doubt or contradiction: Jesus: Mt 27:42 v.l.; J 5:38, 46b; 6:30; 8:45, 46; 10:37, 38a. God: J 5:24; Ro 4:3 (Gen 15:6), 17 κατέναντι οὗ ἐπίστευσεν θεοῦ (= κατέναντι θεοῦ ᾧ ἐπίστευσεν); Gal 3:6; Js 2:23; 1 Cl 10:6 (all three Gen 15:6). ὁ μὴ πιστεύων τῷ θεῷ ψεύστην πεποίηκεν αὐτόν 1J 5:10b. AcPl Ha 3, 7.
    w. pers. and thing added π. τινί τι believe someone with regard to someth. (X., Apol. 15 μηδὲ ταῦτα εἰκῇ πιστεύσητε τῷ θεῷ) Hm 6, 2, 6.—W. dat. of pers. and ὅτι foll. (ApcEsdr 4:35 p. 29, 12 Tdf.): πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρί J 14:11a. Cp. 4:21; Ac 27:25.
    abs. (in which case the context supplies the obj., etc.; cp. ParJer 7:19 γέγονε δὲ τοῦτο, ἵνα πιστεύσωσιν) ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ• ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός, μὴ πιστεύσητε do not believe (him or it [the statement]) Mt 24:23; cp. vs. 26; Mk 13:21; Lk 22:67; J 3:12ab; 10:25f; 12:47 v.l.; 14:29; 16:31; 19:35; 20:8, 25; cp. GJs 19:3. J 20:29ab πιστεύσαντες those who have nevertheless believed (it=the fact of the Resurrection); Ac 4:4; 26:27b; 1 Cor 11:18 πιστεύω I believe (it=that there are divisions among you); 15:11; Js 2:19b even the daemons believe this; Jd 5. Pass. καρδίᾳ πιστεύεται with (or in) the heart men believe (it=that Jesus was raised fr. the dead) Ro 10:10.
    believe = let oneself be influenced κατά τινος against someone Pol 6:1.
    πιστεύομαι I am believed, I enjoy confidence (X., An. 7, 6, 33; Diod S 5, 80, 4 τοῖς μάλιστα πιστευομένοις ἐπηκολουθήσαμεν; 17, 32, 1; 1 Km 27:12; Jos., Ant. 10, 114; PGM 12, 279 πιστευθήσῃ=you will be believed) of Eve παρθένος πιστεύεται people believe that she is a virgin Dg 12:8, or perh. a virgin is entrusted (to someone without fear). S. 3 below.
    to entrust oneself to an entity in complete confidence, believe (in), trust, w. implication of total commitment to the one who is trusted. In our lit. God and Christ are objects of this type of faith that relies on their power and nearness to help, in addition to being convinced that their revelations or disclosures are true. The obj. is
    given
    α. in the dat. (cp. Soph., Philoct. 1374 θεοῖς πιστ.; X., Mem. 1, 1, 5; Ps.-Pla., Epinom. 980c πιστεύσας τοῖς θεοῖς εὔχου; Ptolem. Lagi [300 B.C.]: 138 Fgm. 8 Jac.; Maximus Tyr. 3, 8k τῷ Ἀπόλλωνι; Epict., app. E, 10 p. 488 Sch. θεῷ; Himerius, Or. 8 [=23], 18 πῶς Διονύσῳ πιστεύσω; how can I trust D.?; UPZ 144, 12 [164 B.C.] τ. θεοῖς; Jdth 14:10; Wsd 16:26; 4 Macc 7:21 al. in LXX; Philo, Leg. All. 3, 229 πιστεύειν θεῷ, Rer. Div. Her. 92 μόνῳ θεῷ, Op. M. 45, Sacr. Abel. 70 τῷ σωτήρι θεῷ, Abr. 269, Mos. 1, 225, Virt. 216 [on faith in Philo s. Bousset, Rel.3 446ff; EHatch, Essays in Biblical Gk. 1889, 83ff; ASchlatter, D. Glaube im NT4 1927; EBréhier, Les idées philosophiques et religieuses de Philon d’Alexandrie 1908, 21925; HWindisch, Die Frömmigkeit Philos 1909, 23ff; HWolfson, Philo ’47 I, 143–56, esp. II, 215–18; WPeisker, D. Glaubensbegriff bei Philon, diss. ’36]; Jos., Ant. 2, 117; 333; 3, 309; 20, 48, Bell. 3, 387 [s. ASchlatter, D. Theol. d. Judentums nach d. Bericht des Jos. ’32, 104ff]; Just., A I, 18, 6 al.). Some of the passages referred to in 1b above, end, are repeated, since they may be classified here or there w. equal justification. Of God: π. τῷ θεῷ (Orig., C. Cels. 4, 89, 15) Ac 16:34; 13:12 D; Tit 3:8; PtK 4 p. 16, 2; B 16:7; Hm 12, 6, 2; Hs 5, 1, 5. Cp. m 1:2; AcPl Ha 10, 13f. τῷ κυρίῳ (Sir 11:21; 2:8) Hv 4, 2, 6. οἱ πιστεύσαντες τῷ κυρίῳ διὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Hs 9, 13, 5. τῷ θεῷ w. ὅτι foll. m 9:7; cp. Hs 1:7.—Of Christ: Mt 27:42 v.l. (for ἐπʼ αὐτόν); J 6:30 (σοί=vs. 29 εἰς ὸ̔ν ἀπέστειλεν ἐκεῖνος); J 8:31 (αὐτῷ=vs. 30 εἰς αὐτόν, but see Mlt. 67f; JSwetnam argues for a plpf. sense here: Biblica 61, ’80, 106–9); Ac 5:14; 18:8a (both τῷ κυρίῳ); Ro 10:14b (οὗ οὐκ ἤκουσαν = τούτῳ [about equivalent to εἰς τοῦτον; cp. vs. 14a] οὗ οὐκ ἤκ.); 2 Ti 1:12; ITr 9:2; Hs 8, 3, 2.—Pass. be believed in (X., Cyr. 4, 2, 8; 6, 1, 39; Pla., Lach. 181b; Ps.-Demosth. 58, 44 al.; 1 Km 27:12; Just., D. 7, 3; Tat. 10, 2. S. B-D-F §312, 1; also s. Rob. 815f) ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ 1 Ti 3:16.—π. τῷ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ believe in the name of the Son, i.e. believe in the Son and accept what his name proclaims him to be 1J 3:23.
    β. w. εἰς (cp. Hippol., Elench. 6, 19, 7 W. οἱ εἰς τὸν Σίμωνα καὶ τὴν Ἑλένην πεπιστευκότες; Just., D. 35, 8 al.) God (BGU 874, 11 π. εἰς τὸν θεόν): J 12:44b; 14:1a (cp. ET 21, 1910, 53–57; 68–70; 138f); 1 Pt 1:21 v.l.=Pol 2:1.—Christ: Mt 18:6; Mk 9:42; J 2:11; 3:15 v.l., 16, 18a, 36; 4:39; 6:29, 35, 40, 47 v.l.; 7:5, 31, 38f, 48; 8:30; 9:35f; 10:42; 11:25, 26a, 45, 48; 12:11, 36 (εἰς τὸ φῶς), 37, 42, 44a, 46; 14:1b, 12; 16:9; 17:20; Ac 10:43; 14:23; 18:8 D; 19:4; Ro 10:14a; Gal 2:16; Phil 1:29; 1 Pt 1:8; 1J 5:10a; AcPlCor 2:31; Hs 8, 3, 2.—εἰς τὸ ὄνομα Ἰησοῦ (or αὐτοῦ, etc.) J 1:12; 2:23; 3:18c; 1J 5:13 (s. ὄνομα 1dβ and s. 2aα above, end). π. εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ITr 2:1. π. εἰς τὸ αἷμα Χριστοῦ ISm 6:1.
    γ. w. ἐπί and dat., of God Ac 11:17 D. Of Christ: Mt 27:42 v.l.; J 3:15 v.l.; Ro 9:33; 10:11; 1 Pt 2:6 (the last three Is 28:16); 1 Ti 1:16.
    δ. w. ἐπί and acc. (Wsd 12:2; Just., D. 46, 1 al.) of God: Ac 16:34 D; Ro 4:5, 24; PtK 3 p. 15, 12. Of Christ: Mt 27:42; J 3:15 v.l.; Ac 9:42; 11:17; 16:31; 22:19.
    ε. π. ἔν τινι believe in someone (Jer 12:6; Da 6:24 Theod.; Ps 77:22) is questionable in our lit.: in J 3:15 the best rdg. is ἐν αὐτῷ and is prob. to be construed w. ἔχῃ (in J πιστεύω usually takes the prep. εἰς when expressing the obj. of belief, as in 3:16); in Eph 1:13 both occurrences of ἐν ᾧ are prob. to be construed w. ἐσφραγίσθητε (=‘in connection with whom you have been sealed’ [cp. 4:30]); the acts of hearing and believing are coordinate, and πιστεύσαντες, along w. ἀκούσαντες, is used abs. (so REB; less clearly NRSV). But s. 1aε above: π. ἐν τῷ εὐαγγελίῳ Mk 1:15; IPhld 8:2.
    not expressed at all (the abs. πιστεύειν in a transcendent sense: Aeschin., In Ctesiph. 1 ἐγὼ πεπιστευκὼς ἥκω πρῶτον τοῖς θεοῖς; Aristot., Rhet. 2, 17, 1391b, 1ff; Plut., Mor. 170f; Porphyr., Ad Marcellam 24 πιστεῦσαι δεῖ, ὅτι [=because] μόνη σωτηρία ἡ πρὸς τὸν θεὸν ἐπιστροφή; Herm. Wr. 9, 10ab ἐπίστευσε καὶ ἐν τῇ καλῇ πίστει ἐπανεπαύσατο; cp. 1, 32 πιστεύω καὶ μαρτυρῶ=PapBerl 9795 [RReitzenstein, Studien z. antiken Synkretismus 1926, p. 161, 2]; Num 20:12; Ps 115:1; Is 7:9; Sir 2:13; 1 Macc 2:59; Philo, Rer. Div. Her. 14; 101, Deus Imm. 4, Mut. Nom. 178; τότε πιστεύσεις θέλων καὶ μὴ θέλων Theoph. Ant. 1, 8 [p. 74, 7]) Mk 15:32; 16:16f; Lk 8:12f; J 1:7, 50; 3:15, 18b; 4:41f, 48, 53; 5:44; 6:36, 47, 64ab, perh. 69 (MEnslin, The Perf. Tense in the Fourth Gosp.: JBL 55, ’36, 121–31, esp. 128); 9:38; 10:26; 11:15, 40; 12:39; 20:31b; Ac 4:4; 8:13, 37a; 11:21; 13:12, 39, 48; 14:1; 15:5, 7; 17:12, 34; 18:8b, 27; 19:2; 21:25; Ro 1:16; 3:22; 4:11; 10:4; 13:11; 15:13; 1 Cor 1:21; 3:5; 15:2; Gal 3:22; Eph 1:13, 19; 1 Th 2:10, 13; Hb 4:3; 1 Pt 2:7; 1 Cl 12:7; 2 Cl 17:3; 20:2; B 9:3; B 11:11; ISm 3:2; Hs 8, 10, 3; 9, 17, 4; 9, 22, 3. τὸ πιστεύειν faith IMg 9:2. ἐν ἀγάπῃ πιστεύειν IPhld 9:2 (ἐν ἀγάπῃ is here used adv.).—Participles in the var. tenses are also used almost subst.: (οἱ) πιστεύοντες (the) believers, (the) Christians (Orig., C. Cels. 1, 13, 34; Did., Gen. 106, 6) Ac 2:44; Ro 3:22; 1 Cor 14:22ab (opp. οἱ ἄπιστοι); 1 Th 1:7; Hs 8, 3, 3. (οἱ) πιστεύσαντες (those) who made their commitment = (those) who became believers, (the) Christians, Ac 2:44 v.l.; 4:32; 2 Th 1:10a; 2 Cl 2:3; Hs 9, 19, 1. οἱ πεπιστευκότες those who became (and remained) believers Ac 19:18; 21:20 (Just., D. 122, 2).—οἱ μέλλοντες πιστεύειν future believers 1 Cl 42:4; Hm 4, 3, 3a. οἱ νῦν πιστεύσαντες those who have just come to believe ibid. 4, 3, 3b.
    A special kind of this faith is the confidence that God or Christ is in a position to help suppliants out of their distress, have confidence (some of the passages already mentioned might just as well be classified here) abs. ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι may it be done to you in accordance with the confidence you have Mt 8:13. ὅσα ἂν αἰτήσητε πιστεύοντες whatever you pray for with confidence 21:22. Cp. Mk 5:36; 9:23f; Lk 8:50; 2 Cor 4:13a (Ps 115:1), b. W. ὅτι foll.: πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; do you have confidence that I am able to do this? Mt 9:28.—Mk 11:23.
    entrust τινί τι someth. to someone (X., Mem. 4, 4, 17; Plut., Mor. 519e; Athen. 8, 341a; Lucian, Dial. Deor. 25, 1; SIG2 845, 7, see for numerous other examples index VI p. 384b. Cp. Wsd 14:5; 1 Macc 8:16; 4 Macc 4:7; TestJob 11:11; Jos., Bell. 4, 492; Hippol., Ref. 9, 12, 6) τὸ ἀληθινὸν τίς ὑμῖν πιστεύσει; Lk 16:11. αὐτῷ τοσούτων πιστευο̣μ̣έ̣ν̣ω̣ν̣ since so many (or so much) were ( was) entrusted to him AcPl Ha 7, 21 (connection uncertain). αὐτόν (so N. and Tdf.; v.l. ἑαυτόν) τινι trust oneself to someone (Brutus, Ep. 25; Plut., Mor. 181d ἀνδρὶ μᾶλλον ἀγαθῷ πιστεύσας ἑαυτὸν ἢ ὀχυρῷ τόπῳ=entrusting himself to a good man rather than to a stronghold; EpArist 270; Jos., Ant. 12, 396) J 2:24 (EStauffer, CDodd Festschr., ’56, 281–99.—Diod S 34 + 35 Fgm. 39a οὐ τοῖς τυχοῦσι φίλοις ἑαυτὸν ἐπίστευσεν=he did not trust himself to casual friends).—Pass. πιστεύομαί τι (B-D-F §159, 4) I am entrusted with someth. (Pla., Ep. 1, 309a; Polyb. 8, 17, 5; 31, 26, 7; Diod S 20, 19, 2; Appian, Bell. Civ. 2, 136 §568 ἃ ἐπιστεύθην; ins; pap [e.g. PLond I, 121, 608 p. 203]; Jos., Bell. 5, 567, Vi. 137; Ath. 24, 3. Cp. Esth 8:12e.—Dssm., LO 320f [LAE 379]). ἐπιστεύθησαν τὰ λόγια τοῦ θεοῦ Ro 3:2. πεπίστευμαι τὸ εὐαγγέλιον Gal 2:7 (PGM 13, 140 ὁ ὑπό σου πάντα πιστευθείς; 446); cp. 1 Th 2:4; 1 Ti 1:11.—Tit 1:3. οἰκονομίαν πεπίστευμαι 1 Cor 9:17; cp. Dg 7:1. S. also 7:2; IMg 6:1; IPhld 9:1ab. πιστεύομαί τι παρά τινος I am entrusted by someone with someth. (Polyb. 3, 69, 1; Jos., Bell. 1, 667): οἱ πιστευθέντες παρὰ θεοῦ ἔργον τοιοῦτο 1 Cl 43:1.
    be confident about, a unique use found in ὸ̔ς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, someth. like the one is confident about eating anything Ro 14:2 (a combination of two ideas: ‘the pers. is so strong in the faith’ and: ‘the pers. is convinced that it is permissible to eat anything’; in brief: not cultically fussy. See Ltzm., Hdb. ad loc.; but also B-D-F §397, 2). Another probability is the sense
    think/consider (possible), in Ro 14:2 perh. holds everything possible; cp. J 9:18 οὐκ ἐπίστευσαν they refused to entertain the possibility, and Ac 9:26. S. 4 above.—For lit. s. πίστις, end. DELG s.v. πείθομαι. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πιστεύω

  • 17 ἔχω

    ἔχω (Hom.+) impf. εἶχον, 1 pl. εἴχαμεν and 3 pl. εἶχαν (both as vv.ll.; Mlt-H. 194; B-D-F §82) Mk 8:7; Rv 9:8 or εἴχοσαν (B-D-F §84, 2; Mlt-H. 194; Kühner-Bl. II p. 55) J 15:22, 24; 2 aor. ἔσχον; mixed aor. forms include ἔσχαν Hv 3, 5, 1, ἔσχοσαν 1 Esdr 6:5; 1 Macc 10:15 (ἔσχον, εἴχον vv.ll.); pf. ἔσχηκα; plpf. ἐσχήκειν.—In the following divisions: act. trans. 1–9; act. intr. 10; mid. 11.
    to possess or contain, have, own (Hom.+)
    to possess someth. that is under one’s control
    α. own, possess (s. esp. TestJob 9f) κτήματα πολλά own much property Mt 19:22; Mk 10:22. πρόβατα Lk 15:4; J 10:16. θησαυρόν Mt 19:21; Mk 10:21b. βίον living Lk 21:4; 1J 3:17. δραχμὰς δέκα Lk 15:8. πλοῖα Rv 18:19. κληρονομίαν Eph 5:5. θυσιαστήριον Hb 13:10a; μέρος ἔ. ἔν τινι have a share in someth. Rv 20:6. Gener. μηδὲν ἔ. own nothing (SibOr 3, 244) 2 Cor 6:10. ὅσα ἔχεις Mk 10:21; cp. 12:44; Mt 13:44, 46; 18:25. τί ἔχεις ὸ̔ οὐκ ἔλαβες; what do you have that you have not been given? 1 Cor 4:7. The obj. acc. is often used w. an adj. or ptc.: ἔ. ἅπαντα κοινά have everything in common Ac 2:44 (cp. Jos., Ant. 15, 18). ἔ. πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα have many good things stored up Lk 12:19.—Hb 12:1. Abs. ἔ. have (anything) (Soph.et al.; Sir 13:5; 14:11) Mt 13:12a; Mk 4:25a; Lk 8:18a. ἐκ τοῦ ἔχειν in accordance w. what you have 2 Cor 8:11. ἔ. εἰς ἀπαρτισμόν have (enough) to complete Lk 14:28. W. neg. ἔ. have nothing Mt 13:12b; Mk 4:25b; Lk 8:18b.—ὁ ἔχων the one who has, who is well off (Soph., Aj. 157; Eur., Alc. 57; X., An. 7, 3, 28; Ar. 15:7). πᾶς ὁ ἔχων everyone who has (anything) Mt 25:29a; Lk 19:26a. ὁ μὴ ἔχων the one who has nothing (X., An. 7, 3, 28; 1 Esdr 9:51, 54; 2 Esdr 18:10) Mt 25:29b; Lk 19:26b; 1 Cor 11:22.
    β. have = hold in one’s charge or keeping ἔ. τὰς κλεῖς hold the keys Rv 1:18; cp. 3:7. τὸ γλωσσόκομον the money-box J 12:6; 13:29.
    to contain someth. have, possess, of the whole in relation to its parts
    α. of living beings, of parts of the body in men and animals μέλη Ro 12:4a; cp. 1 Cor 12:12. σάρκα καὶ ὀστέα Lk 24:39 (Just., A I, 66, 2 καὶ σάρκα καὶ αἷμα) ἀκροβυστίαν Ac 11:3. οὖς Rv 2:7, 11. ὦτα Mt 11:15; Mk 7:16; Lk 8:8. χεῖρας, πόδας, ὀφθαλμούς Mt 18:8f; Mk 9:43, 45, 47. Of animals and animal-like beings ἔ. πρόσωπον Rv 4:7. πτέρυγας vs. 8. κέρατα 5:6. ψυχάς 8:9. τρίχας 9:8. κεφαλάς 12:3 (TestAbr B 14 p. 118, 19 [Stone p. 84]) al. ἔχοντες ὑγιῆ τὴν σάρκα AcPlCor 2:32 (Just., D. 48, 3 σάρκα ἔχων). Of plants (TestAbr B 3 p. 107, 6 [Stone p. 62] εὗρον δένδρον … ἔχον κλάδους) ῥίζαν ἔ. Mt 13:6; Mk 4:6.
    β. of inanimate things: of cities τ. θεμελίους ἔ. Hb 11:10; cp. Rv 21:14. Of a head-covering χαρακτῆρα ἔχει βασιλικόν has a royal emblem GJs 2:2.
    to have at hand, have at one’s disposal have ἄρτους Mt 14:17; cp. 15:34; J 21:5, where the sense is prob. ‘Did you catch any fish for breakfast?’. οὐκ ἔχω ὸ̔ παραθήσω αὐτῷ I have nothing to set before him Lk 11:6. μὴ ἐχόντων τί φάγωσι since they had nothing to eat Mk 8:1; cp. Mt 15:32 (Soph., Oed. Col. 316 οὐκ ἔχω τί φῶ). οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω I have no place to store Lk 12:17. ἄντλημα a bucket J 4:11a. οἰκίας ἔ. have houses (at one’s disposal) 1 Cor 11:22. Of pers.: have (at one’s disposal) (PAmh 92, 18 οὐχ ἕξω κοινωνόν and oft. in pap) Moses and the prophets Lk 16:29. παράκλητον an advocate, a helper 1J 2:1. οὐδένα ἔ. ἰσόψυχον Phil 2:20. ἄνθρωπον οὐκ ἔ. J 5:7.
    to have within oneself have σύλλημα ἔχει ἐκ πνεύματος ἁγίου she has something conceived through the Holy Spirit GJs 18:1. Var. constr. w. ἐν: of women ἐν γαστρὶ ἔ. be pregnant (γαστήρ 2) Mt 1:18, 23 (Is 7:14); 24:19; Mk 13:17; Lk 21:23; 1 Th 5:3; Rv 12:2. ἔ. τινὰ ἐν τῇ καρδίᾳ have someone in one’s heart Phil 1:7 (Ovid, Metam. 2, 641 aliquem clausum pectore habere). ἔ. τι ἐν ἑαυτῷ (Jos., Ant. 8, 171; cp. TestAbr A 3 p. 80, 14 [Stone p. 8] ἔκρυψεν τὸ μυστήριον, μόνος ἔχων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ): ζωήν J 5:26. τὴν μαρτυρίαν 1J 5:10; τὸ ἀπόκριμα τοῦ θανάτου have a sentence of death within oneself 2 Cor 1:9.
    to have with oneself or in one’s company have μεθʼ ἑαυτοῦ (X., Cyr. 1, 4, 17) τινά someone Mt 15:30; 26:11; Mk 2:19; 14:7; J 12:8; AcPl Ha 8, 35; σὺν αὐτῷ 4:18.—The ptc. w. acc. = with (Diod S 12, 78, 1 ἔχων δύναμιν with a [military] force; 18, 61, 1 ὁ θρόνος ἔχων τὸ διάδημα the throne with the diadem; JosAs 27:8 ἔχοντες ἐσπασμένας τὰς ῥομφαίας ‘with their swords drawn’) ἀνέβησαν ἔχοντες αὐτόν they went up with him Lk 2:42 D.
    to stand in a close relationship to someone, have, have as
    of relatives πατέρα ἔ. J 8:41. ἀδελφούς Lk 16:28. ἄνδρα (Aristot., Cat. 15b, 27f λεγόμεθα δὲ καὶ γυναῖκα ἔχειν καὶ ἡ γυνὴ ἄνδρα; Tob 3:8 BA) be married (of the woman) J 4:17f; 1 Cor 7:2b, 13; Gal 4:27 (Is 54:1). γυναῖκα of the man (cp. Lucian, Tox. 45; SIG 1160 γυναικὸς Αἴ., τῆς νῦν ἔχει; PGM 13, 320; 1 Esdr 9:12, 18; Just., D. 141, 4 πολλὰς ἔσχον γυναίκας. As early as Od. 11, 603 Heracles ἔχει Ἥβην) 1 Cor 7:2a, 12, 29 (for the wordplay cp. Heliod. 1, 18, 4 in connection w. the handing over of a virgin: σὺ ἔχων οὐκ ἕξεις; Crates, 7th Ep. [p. 58, 8 Malherbe] πάντʼ ἔχοντες οὐδὲν ἔχετε). τέκνα Mt 21:28; 22:24; 1 Ti 3:4; 5:4; Tit 1:6. υἱούς (Artem. 5, 42 τὶς τρεῖς ἔχων υἱούς; cp. θυγατέρα TestAbr B 10 p. 114, 17 [Stone p.76]) Lk 15:11; Gal 4:22. σπέρμα have children Mt 22:25. W. acc. as obj. and in predicate (Ar. 8, 4 τούτους συνηγόρους ἔχοντες τῆς κακίας; 11, 3 ἔσχε μοιχὸν τὸν Ἄρην; Ath. 7, 2 ἔχομεν προφήτας μάρτυρας) ἔ. τινὰ πατέρα have someone as father Mt 3:9. ἔ. τινὰ γυναῖκα (w. γυναῖκα to be understood fr. the context) 14:4; cp. Mk 6:18; ὥστε γυναῖκά τινα τοῦ πατρὸς ἔ. that someone has taken his father’s wife (as his own wife: the simple ἔχειν in this sense as Plut., Cato Min. 21, 3; Appian, Bell. Civ. 3, 10 §34; Jos., C. Ap. 1, 147. Perh. an illicit relationship is meant, as Longus 4, 17; Hesychius Miles. [VI A.D.], Viri Ill. 4 JFlach [1880] ἔχω Λαί̈δα) 1 Cor 5:1 (Diod S 20, 33, 5 of a man who had illicit relations with his stepmother: ἔχειν λάθρᾳ τοῦ πατρὸς τὴν Ἀλκίαν).
    more gener. φίλον have a friend Lk 11:5. ἀσθενοῦντας have sick people Lk 4:40 and χήρας widows 1 Ti 5:16 to care for; παιδαγωγοὺς ἔ. 1 Cor 4:15. δοῦλον Lk 17:7. οἰκονόμον 16:1; κύριον ἔ. have a master, i.e. be under a master’s control Col 4:1; δεσπότην ἔ. 1 Ti 6:2; βασιλέα J 19:15. ἀρχιερέα Hb 4:14; 8:1. ποιμένα Mt 9:36. ἔχων ὑπʼ ἐμαυτὸν στρατιώτας I have soldiers under me Lk 7:8. W. direct obj. and predicate acc. ἔ. τινὰ ὑπηρέτην have someone as an assistant Ac 13:5 (Just., A I, 14, 1) ἔ. τινὰ τύπον have someone as an example Phil 3:17.—Of the relation of Christians to God and to Jesus ἔ. θεόν, τὸν πατέρα, τὸν υἱόν have God, the Father, the Son, i.e. be in communion w. them 1J 2:23; 2J 9; AcPl Ha 4, 7.—HHanse, at end of this entry.
    to take a hold on someth., have, hold (to), grip
    of holding someth. in one’s hand ἔ. τι ἐν τῇ χειρί have someth. in one’s hand (since Il. 18, 505) Rv 1:16; 6:5; 10:2; 17:4. Of holding in the hand without ἐν τῇ χειρί (Josh 6:8; JosAs 5:7) ἔ. κιθάραν 5:8. λιβανωτὸν χρυσοῦν 8:3, cp. vs. 6; 14:17 and s. ἀλάβαστρον Mt 26:7 and Mk 14:3.
    of keeping someth. safe, a mina (a laborer’s wages for about three months) in a handkerchief keep safe Lk 19:20.
    of holding fast to matters of transcendent importance, fig. τὴν μαρτυρίαν Rv 6:9; 12:17; 19:10; the secret of Christian piety 1 Ti 3:9; an example of sound teaching 2 Ti 1:13; keep (Diod S 17, 93, 1 τὴν βασιλείαν ἔχειν=keep control) Mk 6:18.
    of states of being hold, hold in its grip, seize (Hom. et al.; PGiss 65a, 4 παρακαλῶ σε κύριέ μου, εἰδότα τὴν ἔχουσάν με συμφορὰν ἀπολῦσαί μοι; Job 21:6; Is 13:8; Jos., Ant. 3, 95 δέος εἶχε τοὺς Ἑβρ.; 5, 63; Just., D. 19, 3) εἶχεν αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις trembling and amazement had seized them Mk 16:8.
    to carry/bear as accessory or part of a whole, have on, wear, of clothing, weapons, etc. (Hom. et al.; LXX; TestAbr B p. 114, 22 [Stone p. 76]) τὸ ἔνδυμα Mt 3:4; 22:12 (cp. ἔνδυσιν TestJob 25:7). κατὰ κεφαλῆς ἔχων w. τὶ to be supplied while he wears (a covering) on his head 1 Cor 11:4. ἔ. θώρακας Rv 9:9, 17. ἔ. μάχαιραν wear a sword (Jos., Ant. 6, 190) J 18:10. Sim. of trees ἔ. φύλλα have leaves Mk 11:13 (ApcSed. 8:8).
    be in a position to do someth., can, be able, ἔ. w. inf. foll. (Hom. et al.; cp. Eur., Hec. 761; Hdt. 1, 49; Pla., Phd. p. 76d; Demosth., Ep. 2, 22; Theocr. 10, 37 τὸν τρόπον οὐκ ἔχω εἰπεῖν=I cannot specify the manner; Lucian, Dial. Mort. 21, 2, Hermot. 55; Epict. 1, 9, 32; 2, 2, 24 al.; Ael. Aristid. 51, 50 K.=27 p. 546 D.: οὐκ ἔχω λέγειν; PPetr II, 12, 1, 16; PAmh 131, 15; Pr 3:27; ApcEsdr 2:24; 3:7; 6:5; TestAbr A 8, p. 86, 13 [Stone p. 20]; Jos., Ant. 1, 338; 2, 58; Just., A I, 19, 5, D. 4, 6 οὐκ ἔχω εἰπεῖν) ἔ. ἀποδοῦναι be able to pay Mt 18:25a; Lk 7:42; 14:14. μὴ ἔ. περισσότερον τι ποιῆσαι be in a position to do nothing more 12:4. οὐδὲν ἔ. ἀντειπεῖν be able to make a reply Ac 4:14; cp. Tit 2:8. ἔ. κατηγορεῖν αὐτοῦ J 8:6 (cp. 9a below, end). ἀσφαλές τι γράψαι οὐκ ἔχω I have nothing definite to write Ac 25:26a; cp. 26b. ἔ. μεταδιδόναι Eph 4:28a. ἔ. τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι be able to recall these things to mind 2 Pt 1:15. κατʼ οὐδενὸς εἶχεν μείζονος ὀμόσαι he could swear by no one greater Hb 6:13. In the same sense without the actual addition of the inf., which is automatically supplied fr. context (X., An. 2, 1, 9) ὸ̔ ἔσχεν (i.e. ποιῆσαι) ἐποίησεν she has done what she could Mk 14:8.
    to have an opinion about someth., consider, look upon, view w. acc. as obj. and predicate acc. (POxy 292, 6 [c. 25 A.D.] ἔχειν αὐτὸν συνεσταμένον=look upon him as recommended; 787 [16 A.D.]; PGiss 71, 4; Job 30:9; Ps.-Clem., Hom. 16, 19; Ath. 32, 3 τοὺς μὲν υἱοὺς … νοοῦμεν, τοὺς δὲ ἀδελφούς ἔχομεν) ἔχε με παρῃτημένον consider me excused (= don’t expect me to come) Lk 14:18b, 19 (cp. Martial 2, 79 excusatum habeas me). τινὰ ἔντιμον ἔ. hold someone in honor Phil 2:29. ἔ. τινὰ ὡς προφήτην consider someone a prophet Mt 14:5; 21:26, 46 v.l. (cp. GNicod 5 [=Acta Pilati B 5 p. 297 Tdf.] ἔχειν [Jannes and Jambres] ὡς θεούς; Just., D. 47, 5 τὸν μετανοοῦντα … ὡς δίκαιον καὶ ἀναμάρτητον ἔχει). ἔ. τινὰ εἰς προφήτην consider someone a prophet Mt 21:46 (cp. Duris [III B.C.]: 76 Fgm. 21 Jac. ὸ̔ν εἰς θεοὺς ἔχουσιν). εἶχον τ. Ἰωάννην ὄντως ὅτι προφήτης ἦν they thought that John was really a prophet Mk 11:32.
    to experience someth., have (freq. in auxiliary capacity CTurner, JTS 28, 1927, 357–60)
    of all conditions of body and soul (Hom. et al.; LXX)
    α. of illness, et al. (ApcMos 6 νόσον καὶ πόνον ἔχω; Jos., C. Ap. 1, 305) ἀσθενείας have sicknesses/diseases Ac 28:9. μάστιγας physical troubles Mk 3:10. πληγὴν τῆς μαχαίρης Rv 13:14. θλῖψιν J 16:33b; 1 Cor 7:28; Rv 2:10. Esp. of possession by hostile spirits: δαιμόνιον ἔ. be possessed by an evil spirit Mt 11:18; Lk 7:33; 8:27; J 7:20; 8:48f, 52; 10:20. Βεελζεβούλ Mk 3:22. πνεῦμα ἀκάθαρτον vs. 30; 7:25; Ac 8:7. πνεῦμα δαιμονίου ἀκαθάρτου Lk 4:33. πνεῦμα πονηρόν Ac 19:13. πνεῦμα ἄλαλον Mk 9:17. πνεῦμα ἀσθενείας spirit of sickness Lk 13:11. τὸν λεγιῶνα (the evil spirit called) Legion Mk 5:15.
    β. gener. of conditions, characteristics, capabilities, emotions, inner possession: ἀγάπην ἔ. have love (cp. Diod S 3, 58, 3 φιλίαν ἔχειν; Just., D. 93, 4 φιλίαν ἢ ἀγάπην ἔχοντε) J 5:42; 13:35; 15:13; 1J 4:16; 1 Cor 13:1ff; 2 Cor 2:4; Phil 2:2; 1 Pt 4:8. ἀγνωσίαν θεοῦ fail to know God 1 Cor 15:34. ἁμαρτίαν J 9:41; 15:22a. ἀσθένειαν Hb 7:28. γνῶσιν 1 Cor 8:1, 10 (Just., A II, 13, 1; D. 28, 4). ἐλπίδα Ac 24:15; Ro 15:4; 2 Cor 3:12; 10:15; Eph 2:12; 1J 3:3 (Ath. 33, 1). ἐπιθυμίαν Phil 1:23. ἐπιποθίαν Ro 15:23b; ζῆλον ἔ. have zeal Ro 10:2. Have jealousy Js 3:14. θυμόν Rv 12:12. λύπην (ApcMos 3 p. 2, 16 Tdf.) J 16:21f; 2 Cor 2:3; Phil 2:27; μνείαν τινὸς ἔ. remember someone 1 Th 3:6. παρρησίαν Phlm 8; Hb 10:19; 1J 2:28; 3:21; 4:17; 5:14. πεποίθησιν 2 Cor 3:4; Phil 3:4. πίστιν Mt 17:20; 21:21; Mk 4:40; Ac 14:9; Ro 14:22; 1 Cor 13:2; 1 Ti 1:19 al. (Just., A I, 52, 1). προφητείαν have the gift of prophecy 1 Cor 13:2. σοφίαν (X., Mem. 2, 3, 10) Rv 17:9. συνείδησιν ἁμαρτιῶν Hb 10:2. καλὴν συνείδησιν 13:18; ἀγαθὴν ς. 1 Ti 1:19; 1 Pt 3:16; ἀπρόσκοπον ς. Ac 24:16; ὑπομονήν Rv 2:3. φόβον 1 Ti 5:20. χαράν Phlm 7. χάριν ἔ. τινί be grateful to someone Lk 17:9; 1 Ti 1:12; 2 Ti 1:3; σιγὴν ἔ. be silent Hs 9, 11, 5. ἀνάγκην ἔσχον I felt it necessary Jd 3 (HKoskenniemi, Studien zur Idee und Phraseologie des Griechischen Briefes bis 400 n. Chr. ’56, 78–87).
    γ. of advantages, benefits, or comforts that one enjoys: ἔ. τὰ αἰτήματα to have been granted the requests 1J 5:15; ἀνάπαυσιν ἔ. have rest Rv 4:8; 14:11; ἀπόλαυσιν τινος ἔ. enjoy someth. Hb 11:25. βάθος γῆς Mt 13:5b; Mk 4:5b; γῆν πολλήν Mt 13:5a; Mk 4:5a. τὴν προσέλευσιν τὴν πρὸς τὸν κύριον AcPl Ha 8, 22f; εἰρήνην Ro 5:1. ἐλευθερίαν Gal 2:4. S. ἐξουσία, ἐπαγγελία, ἔπαινος, ζωή, ἰκμάς, καιρός, καρπός, καύχημα, καύχησις, λόγος, μισθός, νοῦς, πνεῦμα, προσαγωγή, πρόφασις, τιμή, χάρις (=favor), χάρισμα.
    δ. of a sense of obligation in regard to someth.—W. dir. object have = have someth. over one, be under someth.: ἀνάγκην ἔχειν be under necessity 1 Cor 7:37a; w. inf. foll. have a need (ἀνάγκη 1) Lk 14:18; 23:16 v.l.; Hb 7:27; χρείαν ἔ. be in need abs. Eph 4:28b; τινός need someth. (Aeschyl. et al.; SIG 333, 20; 421, 35 al.; PPetr III, 42 G 9, 7 [III B.C.] ἐάν τινος χρείαν ἔχῃς; Ath. 13, 2 ποίας ἔτι χρείαν ἑκατόμβης ἔχει;) Mt 6:8; 9:12a; Mk 11:3; Lk 19:31, 34; J 13:29; 1 Cor 12:21; Hb 10:36 al.; w. inf. foll. (TestSol 13:2) Mt 3:14; 14:16; J 13:10; 1 Th 1:8; 4:9; 5:1. νόμον J 19:7. ἐπιταγήν 1 Cor 7:25. ἐντολήν (SIG 559, 9 ἔ. τὰς ἰντολάς; 1 Esdr 4:52; 2 Macc 3:13; Jos., Bell. 1, 261) Hb 7:5; 1J 2:7; 4:21; 2J 5; cp. J 14:21. διακονίαν 2 Cor 4:1. ἀγῶνα Phil 1:30; Col 2:1. πρᾶξιν Ro 12:4b. ἔγκλημα Ac 23:29. κόλασιν ApcPt Bodl. (ApcEsdr 1:22 p. 25, 17 Tdf.).
    ε. of a sense of inevitability in respect to some action.—W. inf. foll. one must (Ps.-Callisth. 2, 1, 3 καθαιρεθῆναι ἔχεις=you must be deposed; Porphyr., Against the Christians 63 Harnack [ABA 1916] παθεῖν; Gen 18:31; Jos., Ant. 19, 348 τοῦ τεθνάναι; TestSol 5:12 σίδηρα ἔχεις φορέσαι; TestAbr A 18 p. 100, 22 [Stone p. 48] τοῦ βίου τοῦτου ἀπαλλάξαι εἶχες; Just., D. 51, 2 ἔργῳ πεισθήναι ὑμῶν ἐχόντων) βάπτισμα ἔχω βαπτισθῆναι I must undergo a baptism Lk 12:50. ἔχω σοί τι εἰπεῖν I have someth. to say to you (Lucian, Philops. 1 ἔχεις μοι εἰπεῖν. Without dat. Aelian, VH 2, 23; Jos., Ant. 16, 312) 7:40. καινόν σοι θέαμα ἔχω ἐξηγήσασθαι I have a wonderful new thing to tell you=‘I must tell you about something wonderful that I’ve just seen’ GJs 19:3. ἀπαγγεῖλαι Ac 23:17, 19; cp. vs. 18. πολλὰ γράφειν 2J 12; 3J 13.
    of temporal circumstances w. indications of time and age: πεντήκοντα ἔτη οὔπω ἔχεις you are not yet fifty years old J 8:57 (cp. Jos., Ant. 1, 198). τριάκοντα κ. ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ who had been sick for 38 years 5:5 (Cyranides p. 63, 25 πολὺν χρόνον ἔχων ἐν τῇ ἀρρωστίᾳ. W. cardinal numeral TestJob 26:1 δέκα ἑπτὰ ἔτη ἔχω ἐν ταῖς πληγαῖς; POxy 1862, 17 τέσσαρες μῆνας ἔχει. Mirac. S. Georgii 44, 7 [JAufhauser 1913] ἔσχεν … ἔτη ἑπτά); cp. Mt 9:20 v.l. τέσσαρας ἡμέρας ἔ. ἐν τῷ μνημείῳ have lain in the grave for four days J 11:17 (Jos., Ant. 7, 1 αὐτοῦ δύο ἡμέρας ἔχοντος ἐν τῇ Σεκέλλᾳ). πολὺν χρόνον ἔ. be (somewhere or in a certain condition) for a long time 5:6. ἡλικίαν ἔχειν be of age (Pla., Euthyd. 32, 306d; Plut., Mor. 547a; BGU 168 τοῖς ἀτελέσι ἔχουσι τὴν ἡλικίαν) 9:21, 23. τέλος ἔχειν have an end, be at an end (Lucian, Charon 17; UPZ 81 III, 20 [II A.D.] τέλος ἔχει πάντα; Ar. 4:2 ἀρχὴν καὶ τέλος) Mk 3:26; Lk 22:37 (on the latter pass. s. τέλος 2); cp. Hb 7:3.
    as connective marker, to have or include in itself, bring about, cause w. acc. (Hom. et al.; Wsd 8:16) of ὑπομονή: ἔργον τέλειον Js 1:4. Of πίστις: ἔργα 2:17. Of φόβος: κόλασιν 1J 4:18. Of παρρησία: μεγάλην μισθαποδοσίαν Hb 10:35. Of πολυτέλεια: λύπην, χαράν Hs 1, 10. ἐσχάτην εὐλογίαν, ἥτις διαδοχὴν οὐκ ἔχει ultimate blessing, which has no successor GJs 6:2.
    special combinations
    w. prep. ἐν: τὸν θεὸν ἔ. ἐν ἐπιγνώσει acknowledge God Ro 1:28 (cp. ἐν ὀργῇ ἔ. τινά=‘be angry at someone’, Thu. 2, 18, 5; 2, 21, 3; ἐν ὀρρωδίᾳ ἔ. τ. 2, 89, 1; ἐν ἡδονῇ ἔ. τ.=‘be glad to see someone’ 3, 9, 1; ἐν εὐνοίᾳ ἔ. Demosth. 18, 167). ἐν ἑτοίμῳ ἔ. 2 Cor 10:6 (ἕτοιμος b). ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν he has no hold on me J 14:30 (Appian, Bell. Civ. 3, 32 §125 ἔχειν τι ἔν τινι=have someth. [hope of safety] in someone). κατά τινος: on 1 Cor 11:4 s. above 4. ἔ. τι κατά τινος have someth. against someone Mt 5:23; Mk 11:25; w. ὅτι foll. Rv 2:14. ἔ. κατά τινος w. sim. mng. Hm 2:2; Hs 9, 23, 2; w. ὅτι foll. Rv 2:4, 20. ἔ. τινὰ κατὰ πρόσωπον meet someone face to face Ac 25:16. μετά: ἔ. τι μετά τινος have someth. w. someone κρίματα lawsuits 1 Cor 6:7. περί: ἔ. περί τινος have (a word, a reference, an explanation) about someth. B 12:1; with adv. τελείως 10:10. πρός τινα have someth. against someone (Ps.-Callisth. 2, 21, 21 ὅσον τις ὑμῶν ἔχει πρὸς ἕτερον) Ac 24:19. ζητήματα ἔ. πρός τινα have differences w. someone (on points in question) 25:19. λόγον ἔ. πρός τινα 19:38. πρᾶγμα (=Lat. causa, ‘lawsuit’: BGU 19 I, 5; 361 II, 4) ἔ. πρός τινα (POxy 743, 19 [2 B.C.] εἰ πρὸς ἄλλους εἶχον πρᾶγμα; BGU 22:8) 1 Cor 6:1. ἵνα ἔχωσιν κατηγορίαν αὐτοῦ J 8:4 D (cp. 5 above). πρός τινα ἔ. μομφήν have a complaint against someone Col 3:13.
    τοῦτο ἔχεις ὅτι you have this (in your favor), that Rv 2:6. ἔ. ὁδόν be situated (a certain distance) away (cp. Peripl. Eryth. 37: Ὡραία ἔχουσα ὁδὸν ἡμερῶν ἑπτὰ ἀπὸ θαλάσσης) of the Mt. of Olives ὅ ἐστιν ἐγγὺς Ἰερουσαλὴμ σαββάτου ἔχον ὁδόν Ac 1:12.—ἴδε ἔχεις τὸ σόν here you have what is yours Mt 25:25. ἔχετε κουστωδίαν there you have a guard (=you can have a guard) 27:65 (cp. POxy 33 III, 4).
    to be in some state or condition, act. intr. (spatially: Ath. 25, 1 οἱ ἄγγελοι … περὶ τόν ἀέρα ἔχοντες καὶ τὴν γῆν) w. adv. (Hom. et al.; ins, pap, LXX).
    impers. it is, the situation is (Himerius, Or. 48 [=Or. 14], 10 πῶς ὑμῖν ἔχειν ταῦτα δοκεῖ; =how does this situation seem to you? Just., D. 3, 5 τὸ … ὡσαύτως ἀεὶ ἔχων) ἄλλως 1 Ti 5:25. οὕτως (Antig. Car. 20; Cebes 4, 1; POxy 294, 11 [22 A.D.] εἰ ταῦτα οὕτως ἔχει; TestSol 20:8; Jos., Ant. 15, 261; Just., D. 3:5 οὐχ οὕτως ἔχει) Ac 7:1; 12:15; 17:11; 24:9. τὸ καλῶς ἔχον what is right 1 Cl 14:2 (Michel 543, 12 [c. 200 B.C.] καλῶς ἔχον ἐστὶ τιμᾶσθαι τοὺς εὔνους ἄνδρας). τὸ νῦν ἔχον for the present Ac 24:25 (cp. Plut., Mor. 749a; Lucian, Anachars. 40, Catapl. 13 τὸ δὲ νῦν ἔχον μὴ διάτριβε; Tob 7:11).
    pers. be (in a certain way) πῶς ἔχουσιν how they are Ac 15:36 (cp. Gen 43:27; Jos., Ant. 4, 112). ἑτοίμως ἔ. be ready, hold oneself in readiness w. inf. foll. (BGU 80, 17 [II A.D.] ἡ Σωτηρία ἑτοίμως ἔχουσα καταγράψαι; Da 3:15 LXX; Jos., Ant. 13, 6; Just., D. 50, 1) 21:13; 2 Cor 12:14; 1 Pt 4:5. Also ἐν ἑτοίμῳ ἔ. 2 Cor 10:6 (s. ἕτοιμος b end). εὖ ἔ. be well-disposed πρός τινα toward someone Hs 9, 10, 7 (cp. Demosth. 9, 63 ἥδιον ἔχειν πρός τινα; SIG 1094, 4 φιλανθρώπως ἔχει πρὸς πάντας). κακῶς ἔ. be sick (Aristoph. et al.; POxy 935, 15; Ezk 34:4) Mt 4:24; 8:16; 9:12b; 17:15 v.l. (see πάσχω 2). καλῶς ἔ. be well, healthy (Epict. 1, 11, 4; PGen 54, 8; PFlor 230, 24) Mk 16:18; ἐσχάτως ἔ. (s. ἐσχάτως) 5:23; κομψότερον ἔ. feel better (κομψῶς ἔ.: Epict. 2, 18, 14; 3, 10, 13; PParis 18; PTebt 414, 10 ἐὰν κομψῶς σχῶ) J 4:52.
    to be closely associated, in a variety of renderings, hold fast, be next to, be next, mid. (Hom. et al.) in NT only ptc.
    of proper situation or placement, esp. of inner belonging hold fast, cling to. The ‘to’ of belonging and the ‘with’ of association are expressed by the gen. (Theognis 1, 32 ἀεὶ τῶν ἀγαθῶν ἔχεο=ever hold fast to the good people; X., Oec. 6, 1; Pla., Leg. 7, 811d; Lucian, Hermot. 69 ἐλπίδος οὐ μικρᾶς ἐχόμενα λέγεις; Sallust. 14 p. 26, 24 τ. θεῶν; Philo, Agr. 101 τὰ ἀρετῆς ἐχόμενα; Jos., Ant. 10, 204 οὐδὲν ἀνθρωπίνης σοφίας ἐχόμενον, C. Ap. 1, 83 παλαιᾶς ἱστορίας ἐχόμενον; Just., A I, 68, 1 λόγου καὶ ἀληθείας ἔχεσθαι; Tat. 33, 1 μανίας ἔχεται πολλῆς; Ath., R. 48, 3 λόγῳ … ἀληθείας ἐχομένῳ) τὰ ἐχόμενα σωτηρίας things that belong to salvation Hb 6:9.
    of proximity
    α. spatial, to be next to someth: ἐχόμενος neighboring (Isocr. 4, 96 νῆσος; Hdt. 1, 134 al. οἱ ἐχόμενοι=‘the neighbors’; Diod S 5, 15, 1; Appian, Bell. Civ. 2, 71 §294; Arrian, Peripl. 7, 2; PParis 51, 5 and oft. in pap; 1 Esdr 4:42; Jos., Ant. 6, 6 πρὸς τὰς ἐχομένας πόλεις; 11, 340) κωμοπόλεις Mk 1:38.
    β. temporal, to be next, immediately following (Thu. 6, 3, 2 τ. ἐχομένου ἔτους al.; SIG 800, 15; PRev 34, 20; PAmh 49, 4; PTebt 124, 43; LXX) τῇ ἐχομένῃ (sc. ἡμέρᾳ, as Polyb. 3, 112, 1; 5, 13, 9; 2 Macc 12:39; Jos., Ant. 6, 235; 7, 18 al.; cp. εἰς τὴν ἐχομένην [i.e. ἡμέραν] PMich 173, 16 [III B.C.]) on the next day Lk 13:33 (v.l. ἐρχομένῃ); Ac 20:15; w. ἡμέρᾳ added (PAmh 50, 17) 21:26. τῷ ἐχομένῳ σαββάτῳ 13:44 v.l. (for ἐρχομένῳ; cp. 1 Macc 4:28, where the witnesses are similarly divided).—On the whole word HHanse, ‘Gott Haben’ in d. Antike u. im frühen Christentum ’39.—B. 641; 740. EDNT. M-M. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἔχω

  • 18 πρός

    πρός, Prep., expressing direction,
    A on the side of, in the direction of, hence c. gen., dat., and acc., from, at, to: [dialect] Ep. also [full] προτί and [full] ποτί, in Hom. usually c. acc., more rarely c. dat., and each only once c. gen., Il.11.831, 22.198:—dialectal forms: [dialect] Dor.[full] ποτί (q. v.) and [full] ποί, but Cret. [full] πορτί Leg.Gort.5.44, etc., Argive [full] προτ( [full] ί) Schwyzer 84.3 (found at Tylisus, V B.C.), restored in Mnemos.57.208(Argos, vi B.C.), and in Alcm.30; Arc., Cypr. [full] πός SIG306.11 (Tegea, iv B.C.), Inscr.Cypr. 135.19H., also sts. in Asia Minor in compds., v. ποσάγω, ποσφέρω; [dialect] Aeol. [full] πρός Sapph.69 ([etym.] προς-), 109, Alc.20 (s. v.l.); [full] πρές Jo.Gramm. Comp.3.10; Pamphylian περτ ([etym.] ί) Schwyzer 686.7, 686a4. (With [full] προτί, [full] πρός cf. Skt. práti 'towards, near to, against, back, etc.', Slav. protiv[ucaron], Lett. pret 'against', Lat. pretium: [full] ποτί (q. v.) and [full] πός are not cogn.) A. WITH GEN., πρός refers to that from which something comes:
    I of Place, from,

    ἵκετο ἠὲ π. ἠοίων ἦ ἑσπερίων ἀνθρώπων Od. 8.29

    ;

    τὸν π. Σάρδεων ἤλεκτρον S.Ant. 1037

    (v.l.).
    2 on the side of, towards, νήσοισι πρὸς Ἤλιδος towards Elis, Od.21.347; π. ἁλός, π. Θύμβρης, Il.10.428, 430;

    εἶναι π. θαλάσσης Hdt.2.154

    ;

    ἱδρῦσθαι π. τοῦ Ἑλλησπόντου Id.8.120

    ;

    ἐστρατοπεδεύοντο π. Ὀλύνθου Th.1.62

    , etc.; φυλακαὶ π. Αἰθιόπων, π. Ἀραβίων, π. Διβύης, on the frontier towards the Ethiopians, etc., Hdt.2.30: freq. with words denoting the points of the compass, δύω θύραι εἰσίν, αἱ μὲν π. βορέαο, αἱ δ' αὖ π. νότου one on the north side, the other on the south side, Od.13.110;

    οἰκέουσι π. νότου ἀνέμου Hdt.3.101

    ; π. ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι ib. 102; π. μεσαμβρίης ib. 107; π. τοῦ Τμώλου τετραμμένον τῆς πόλιος (in such phrases the acc. is more common) Id.1.84;

    π. Πλαταιῶν Th. 3.21

    ;

    π. Νεμέας Id.5.59

    ; ἀπὸ τῆσδε τῆς ὁδοῦ τὸ π. τοῦ λιμένος ἅπαν everything on the harbour- ward side of this road, IG12.892: combined with π. c. acc.,

    π. ἠῶ τε καὶ τοῦ Τανάϊδος Hdt.4.122

    ;

    τὸν μέν π. βορέω ἑστεῶτα, τὸν δὲ π. νότον Id.2.121

    , cf. 4.17.
    3 before, in presence of,

    μάρτυροι ἔστων π. τε θεῶν μακάρων π. τε θνητῶν ἀνθρώπων Il.1.339

    ;

    οὐδ' ἐπιορκήσω π. δαίμονος 19.188

    ; ποίτοῦ Ἀπόλλωνος .. ὑπίσχομαι prob. in IG22.1126.7 (Amphict. Delph., iv B. C.); ὑποσχομένους πρὸς τοῦ Διός ib.1237.16: hence,
    b in the eyes of,

    ἄδικον οὐδὲν οὔτε π. θεῶν οὔτε π. ἀνθρώπων Th.1.71

    , cf. X.An.1.6.6, etc.; ὅσιος π. θεῶν Lex ap.And.1.97; κατειπάτω.. ἁγνῶς π. τοῦ θεοῦ if he wishes to be pure in the sight of the god, SIG986.9, cf. 17 (Chios, v/iv B. C.);

    ὁ γὰρ καιρὸς π. ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει Pi.P.4.286

    .
    4 in supplication or adjuration, before, and so, in the name of,

    σε.. γουνάζομαι.. π. τ' ἀλόχου καὶ πατρός Od.11.67

    ;

    π. θεῶν πατρῴων S.Ant. 839

    (lyr.), etc.; ἱκετεύω, ἀντιβολῶ π. παίδων, π. γυναικῶν, etc., D.28.20, etc.: the verb is freq. omitted with π. θεῶν or τῶν θεῶν, E.Hec. 551, S.OT 1037, Ar.V. 760;

    π. τοῦ Διός Id.Av. 130

    : less freq. with other words,

    π. τῆς ἑστίας E.Fr.953.39

    ;

    π. Χαρίτων Luc.Hist.Conscr.14

    ;

    μὴ π. γενείου S.El. 1208

    ;

    μὴ π. ξενίας τᾶς σᾶς Id.OC 515

    (lyr.): sts. in questions, π. θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν; in heaven's name, D.1.15;

    π. τῆς Ἀθηνᾶς.. ; Din.1.45

    ;

    ἆρ' οὖν, ὦ π. Διός,.. ; Pl.R. 459a

    , cf. Ap. 26e: sts. in Trag. with the pron. σε between prep. and case,

    π. νύν σε πατρὸς π. τε μητρός.. ἱκνοῦμαι S.Ph. 468

    ;

    μὴ π. σε γονάτων E.Med. 324

    .
    5 of origin or descent, from, on the side of, γένος ἐξ Ἁλικαρνησσοῦ τὰ π. πατρός by the father's side, Hdt.7.99;

    Ἀθηναῖον.. καὶ τὰ π. πατρὸς καὶ τὰ π. μητρός D.57.17

    , cf. Isoc.3.42, SIG1015.7 (Halic.); πρόγονοι ἢ π. ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν in the male or female line, Pl.Tht. 173d;

    ὁ πατὴρ π. μὲν ἀνδρῶν ἦν τῶν Εὐπατριδῶν Isoc.16.25

    ;

    οἱ συγγενεῖς τοῦ πατρὸς καὶ π. ἀνδρῶν καὶ π. γυναικῶν D.57.23

    ; οἱ π. αἵματος blood-relations, S.Aj. 1305;

    ἢ φίλων τις ἢ π. αἵματος φύσιν Id.El. 1125

    .
    II of effects proceeding from what cause soever:
    1 from, at the hand of, with Verbs of having, receiving, etc.,

    ὡς ἂν.. τιμὴν καὶ κῦδος ἄρηαι π. πάντων Δαναῶν Il.16.85

    , cf. 1.160, etc.;

    τιμὴν π. Ζηνὸς ἔχοντες Od.11.302

    ;

    δίδοι οἱ.. χάριν ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων Pi.O.7.90

    ;

    ἄνθεα τιμῆς πρὸς θνητῶν ἀνελέσθαι Emp.4.7

    ;

    φυλακῆς π. δήμου κυρῆσαι Hdt.1.59

    ;

    τυχεῖν τινος π. θεῶν A.Th. 550

    , cf. S.Aj. 527;

    λαχὼν π. δαιμόνων ὄλβον Pi.N.9.45

    ;

    κακόν τι π. θεῶν ἢ π. ἀνθρώπων λαβεῖν Hdt.2.139

    , etc.;

    μανθάνειν π. ἀστῶν S.OC13

    : with passive Verbs, προτὶ Ἀχιλλῆος δεδιδάχθαι to have been taught by.., Il.11.831, cf. S.OT 357;

    ἄριστα πεποίηται.. πρὸς Τρώων Il.6.57

    ; αἴσχε' ἀκούω π. Τρώων ib. 525, cf. Heraclit.79;

    ταῦτα.. π. τούτου κλύειν S.OT 429

    ;

    οὐ λέγεται π. οὐδαμῶν Hdt.1.47

    ; ἀτιμάζεσθαι, τετιμῆσθαι π. τινῶν, ib.61,2.75; also

    λόγου οὐδενὸς γίνεσθαι π. τινῶν Id.1.120

    ; παθεῖν τι π. τινός at the hand of, ib.73;

    π. ἀλλήλοιν θανεῖν E. Ph. 1269

    , cf. S.OT 1237; π. τῆς τύχης ὄλωλεν ib. 949;

    τὸ ποιεύμενον π. τῶν Λακεδαιμονίων Hdt.7.209

    ;

    αἰτηθέντες π. τινὸς χρήματα Id.8.111

    ;

    ἱμέρου βέλει π. σοῦ τέθαλπται A.Pr. 650

    : with an Adj. or Subst.,

    τιμήεσσα π. πόσιος Od.18.162

    ;

    ἐπίφθονος π. τῶν πλεόνων ἀνθρώπων Hdt.7.139

    ;

    ἔρημος π. φίλων S.Ant. 919

    ;

    ἀπαθὴς π. ἀστῶν Pi.P.4.297

    ;

    πειθὼ π. τινός S.El. 562

    ;

    π. Τρώων.. κλέος εἶναι Il.22.514

    ; ἄρκεσις π. ἀνδρός, δόξα π. ἀνθρώπων, S.OC73, E.Heracl. 624 (lyr.);

    ἐλίπετο ἀθάνατον μνήμην π. Ἑλλησποντίων Hdt.4.144

    : with an Adv., οἶμαι γὰρ ἂν οὐκ ἀχαρίστως μοι ἔχειν οὔτε π. ὑμῶν οὔτε π. τῆς Ἑλλάδος I shall meet with no ingratitude at your hands, X.An.2.3.18, cf. Pl.R. 463d.
    2 of things, π. τίνος ποτ' αἰτίας [τέθνηκεν]; from of by what cause? S.OT 1236; π. ἀμπλακημάτων by or by reason of.., Id.Ant.51.
    III of dependence or close connexion: hence,
    1 dependent on one, under one's protection,

    π. Διός εἰσι ξεῖνοί τε πτωχοί τε Od.6.207

    ,14.57; δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας π. Διὸς εἰρύαται by commission from him, Il.1.239; π. ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις at the bidding of another, 6.456.
    2 on one's side, in one's favour, Hdt.1.75, 124, S.OT 1434, Tr. 479, etc.;

    π. τῶν ἐχόντων.. τὸν νόμον τίθης E.Alc. 57

    .
    IV of that which is derivable from: hence, agreeable to, becoming, like,

    τὰ τοιαῦτα ἔργα οὐ π. τοῦ ἅπαντος ἀνδρὸς νενόμικα γίνεσθαι, ἀλλὰπ. ψυχῆς τε ἀγαθῆς καὶ ῥώμης ἀνδρηΐης Hdt.7.153

    , cf.5.12; ἦ κάρτα π. γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ 'tis very like a woman, A.Ag. 592, cf. 1636;

    οὐ π. ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδάς S.Aj. 581

    , cf. Ar.V. 369, E.Hel. 950, etc.;

    π. σοῦ ἐστι Id.HF 585

    , etc.;

    οὐκ ἦν π. τοῦ Κύρου τρόπου X.An. 1.2.11

    , etc.: of qualities, etc.,

    π. δυσσεβείας A.Ch. 704

    ; π. δίκης οὐδὲν τρέμων agreeably to justice, S.OT 1014, cf.El. 1211;

    οὐ π. τῆς ὑμετέρας δόξης Th.3.59

    ; ἐάν τι ἡμῖν π. λόγου ᾖ if it be at all to our purpose, Pl.Grg. 459c;

    εἰ τόδε π. τρόπου λέγω

    correctly,

    Id.R. 470c

    ; but π. τρόπου τι ὠνεῖσθαι buy at a reasonable price, Thphr.Char.30.12;

    τὰ γενήματα π. ἐλάσσονος τιμᾶς πωλῶν IG5(2).515.14

    ([place name] Lycosura); π. ἀγαθοῦ, π. κακοῦ τινί ἐστι or γίγνεται, it is to one's advantage or otherwise, Arist.Mu. 397a30, Arr.An.7.16.5, Hld.7.12; π. ἀτιμίας λαβεῖν τι to take a thing as an insult, regard it so, Plu.Cic.13;

    π. δέους λαβεῖν τι Id.Flam.7

    ; λαβεῖν τι π. ὀργῆς (v.l. ὀργήν) J.AJ8.1.3; μοι π. εὐκλείας γένοιτο ib. 18.7.7; τῷ δήμῳ π. αἰσχύνης ἂν ἦν, π. ὀνείδους ἂν ἦν τῇ πόλει, Lib.Decl.43.27,28.
    B WITH DAT., it expresses proximity, hard by, near, at,

    ποτὶ γαίῃ Od.8.190

    , 11.423;

    ποτὶ γούνασι Il.5.408

    ; ποτὶ δρυσίν among the oaks, 14.398 (nisi leg. περί)

    ; πρὸς ἄκμονι χαλκεύειν Pi.P.1.86

    ; ποτὶ γραμμᾷ στᾶσαί τινα ib.9.118; ἄγκυραν ποτὶ ναΐ κρημνάντων ib.4.24;

    δῆσαί τινα πρὸς φάραγγι A.Pr.15

    ;

    νεὼς καμούσης ποντίῳ π. κύματι Id.Th. 210

    ;

    π. μέσῃ ἀγορᾷ S.Tr. 371

    ;

    π. Ἀργείων στρατῷ Id.Aj.95

    ;

    π. πέδῳ κεῖται Id.OT 180

    (lyr.); θακεῖν π. ναοῖς ib.20, cf. A.Eu. 855;

    π. ἡλίου ναίουσι πηγαῖς Id.Pr. 808

    ;

    π. τῇ γῇ ναυμαχεῖν Th. 7.34

    ; ἐς μάχην καθίστασθαι π. (v.l. ὑπ')

    αὐτῇ τῇ πόλει Id.2.79

    ;

    τεῖχος π. τῇ θαλάσσῃ Id.3.105

    ;

    αἱ π. θαλάττῃ πόλεις X.HG4.8.1

    ; τὸ π. Αἰγίνῃ στράτευμα off Aegina, Th.1.105; Αίβυες οἱ π. Αἰγύπτῳ bordering on.., ib. 104; τὸ π. ποσί that which is close to the feet, before one, S.OT 130, etc.; θρηνεῖν ἐπῳδὰς π... πήματι over it, Id.Aj. 582; αἱ π. τῇ βάσει γωνίαι the angles at the base, Euc.1.5,al.;

    τὴν π. τῷ.. ιερῷ κρήνην IG22.338.13

    , cf. SIG1040.15 (Piraeus, iv B. C.), al.
    2 before, in the presence of, π. τοῖς θεσμοθέταις, π. τῷ διαιτητῇ λέγειν, D. 20.98,39.22;

    ὅσα π. τοῖς κριταῖς γέγονεν Id.21.18

    ;

    π. διαιτητῇ φεύγειν Id.22.28

    .
    3 with Verbs denoting motion towards a place, upon, against,

    ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ Il.1.245

    , Od.2.80;

    με βάλῃ.. ποτὶ πέτρῃ 5.415

    , cf. 7.279, 9.284;

    νῆας ποτὶ σπιλάδεσσιν ἔαξαν 3.298

    , cf. 5.401; λιαζόμενον ποτὶ γαίῃ sinking on the ground, Il.20.420;

    ἴσχοντες πρὸς ταῖς πόλεσι Th.7.35

    .
    4 sts. with a notion of clinging closely, προτὶ οἷ λάβε clasped to him, Il.20.418;

    προτὶ οἷ εἷλε 21.507

    ;

    πρὸς ἀλλήλῃσιν ἔχονται Od.5.329

    ;

    προσπεπλασμένας.. π. ὄρεσι Hdt.3.111

    ; π. δμῳαῖσι κλίνομαι fall into the arms of.., S.Ant. 1189;

    π. τινί

    close to,

    Men. Epit. 204

    .
    II to express close engagement, at the point of,

    π. αὐτῷ γ' εἰμὶ τῷ δεινῷ λέγειν S.OT 1169

    ; engaged in or about,

    π. τῷ εἰρημένῳ λόγῳ ἦν Pl.Phd. 84c

    , cf. Phdr. 249c, 249d;

    ἂν π. τῷ σκοπεῖν.. γένησθε D.18.176

    ;

    ἀεὶ π. ᾧ εἴη ἔργῳ, τοῦτο ἔπραττεν X. HG4.8.22

    ; διατρίβειν or σχολάζειν π. τινί, Epicr.11.3 (anap.), Arist. Pol. 1308b36 (but

    π. ταῦτα ἐσχόλασα X.Mem.3.6.6

    );

    ὅλος εἶναι π. τῷ λήμματι D.19.127

    ;

    π. τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ γίγνεσθαι Aeschin.1.74

    ; τὴν διάνοιαν, τὴν γνώμην ἔχειν π. τινί, Pl.R. 500b, Aeschin.3.192; κατατάξαι αὐτὸν π. γράμμασιν, i.e. give him a post as clerk, PCair.Zen. 342.3 (iii B. C.);

    ὁ π. τοῖς γράμμασι τεταγμένος Plb.15.27.7

    , cf. 5.54.7, D.S.2.29,3.22;

    ἐπιμελητὴς π. τῇ εἰκασίᾳ τοῦ σησάμου PTeb.713.2

    , cf.709.1 (ii B. C.).
    III to express union or addition, once in Hom., ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ π. τοῖσί τε ὕπνος and besides them sleep, Od.10.68;

    π. τοῖς παροῦσιν ἄλλα

    in addition to,

    A.Pr. 323

    , cf. Pers. 531, Xenoph.8.3. Emp.59.3;

    ἄλλους π. ἑαυτῷ Th.1.90

    ; π. ταῖς ἡμετέραις [τριήρεσι] Id.6.90;

    δέκα μῆνας π. ἄλλοις πέντε S.Tr.45

    ;

    τρίτος.. π. δέκ' ἄλλαισιν γοναῖς A.Pr. 774

    ; κυβερνήτης π. τῇ σκυτοτομίᾳ in addition to his trade of leather-cutter, Pl.R. 397e: freq. with neut. Adjs., π. τῷ νέῳ ἁπαλός besides his youth, Id.Smp. 195c, cf. Tht. 185e;

    π. τῷ βλαβερῷ καὶ ἀηδέστατον Id.Phdr. 240b

    ; π. τούτοισι besides this, Hdt.2.51, cf. A.Pers. 237 (troch.), etc.; rarely in sg.,

    π. τούτῳ Hdt.1.31

    ,41; π. τοῖς ἄλλοις besides all the rest, Th.2.61, etc.:—cf. the Advb. usage, infr. D.
    C WITH ACCUS., it expresses motion or direction towards an object:
    I of Place, towards, to, with Verbs of Motion,

    ἰέναι π. Ὄλυμπον Il.1.420

    ; ἰέναι π. δώματα, etc., Od.2.288, etc.;

    ἰέναι π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε Il.12.239

    ; φέρειν προτὶ ἄστυ, ἄγειν προτὶ Ἴλιον, etc., 13.538, 657, etc.; ἄγεσθαιπρὸς οἶκον, ἐρύεσθαι ποτὶ Ἴλιον, 9.147,18.174; ὠθεῖν, δίεσθαι προτὶ ἄστυ, 16.45, 15.681, etc.;

    ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα Od.8.374

    ;

    βαλεῖν ποτὶ πέτρας 12.71

    ;

    κυλινδόμενα προτὶ χέρσον 9.147

    ; ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν returned to his home, LXX Nu.24.25; κληθῆναι π. τὸ δεῖπνον (rarer than ἐπὶ δεῖπνον) Plu. Cat.Ma.3.
    2 with Verbs implying previous motion, upon, against, π. τεῖχος, π. κίονα ἐρείσας, Il.22.112, Od.8.66;

    ἅρματα.. ἔκλιναν π. ἐνώπια Il.8.435

    ;

    ἔγχος ἔστησε π. κίονα Od.1.127

    ;

    ποτὶ τοῖχον ἀρηρότες 2.342

    ;

    ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι 22.334

    ;

    πρὸς γοῦνα καθέζετό τινος 18.395

    ;

    π. ἄλλοτ' ἄλλον πημονὴ προσιζάνει A.Pr. 278

    ;

    τὰ πολλὰ πατρὸς π. τάφον κτερίσματα S.El. 931

    ; χῶρον π. αὐτὸν τόνδ' dub. in Id.Ph.23; later,

    ἔστη π. τὸν στῦλον LXX 4 Ki.23.3

    ;

    ὁ ὄχλος π. τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦσαν Ev.Marc.4.1

    ; π. ὑμᾶς παραμενῶ with you, 1 Ep.Cor.16.6;

    ἐκήδευσαν τὸν.. πατέρα.. π. τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς

    beside,

    Supp.Epigr.6.106

    ([place name] Cotiaeum).
    b of addition,

    ποὶ τὰν στάλαν ποιγραψάνσθω τάδε SIG56.46

    (Argos, v B. C.);

    ἵππον προσετίθει πρὸς τοὔνομα Ar.Nu.63

    , cf. Hdt.6.125, X.HG1.5.6, Pl.Phlb. 33c, Arist.Rh. 1359b28; προσεδαπάνησε π. τὸ μερισθὲν αὐτῷ εἰς τὸ ἔλαιον ἐκ τῶν ἰδίων over and above the sum allotted to him, IG22.1227.9; προσετέθη π. τὸν λαὸν αὐτοῦ was gathered to his people, LXX Ge.49.33.
    3 with Verbs of seeing, looking, etc., towards,

    ἰδεῖν π. τινά Od.12.244

    , al.; ὁρᾶν, ἀποβλέπειν π. τι or τινά, A.Supp. 725, Ar.Ach. 291, etc.;

    ἀνταυγεῖ π. Ὄλυμπον Emp.44

    ; στάντε ποτὶ πνοιήν so as to face it, Il.11.622 (similarly, πέτονται πρὸς τὸ πνεῦμα against the wind, Arist.HA 597a32); κλαίεσκε π. οὐρανόν cried to heaven, Il.8.364: freq. of points of the compass, π. ζόφον κεῖσθαι lie towards the West, Od.9.26;

    ναίειν π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε 13.240

    ;

    στάντα π. πρώτην ἕω S.OC 477

    ; so in Prose,

    π. ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολάς Hdt. 1.201

    , cf. 4.40;

    π. βορέην τε καὶ νότον Id.2.149

    ; also

    ἀκτὴ π. Τυρσηνίην τετραμμένη τῆς Σικελίης Id.6.22

    (v. supr. A. 1.2); π. ἥλιον facing the sun, and so, in the sunlight, Ar.V. 772; so π. λύχνον by lamplight, Id. Pax 692, Jul.Ep.4;

    π. τὸ λύχνον Hippon.22

    Diehl, cf. Arist.Mete. 375a27;

    πὸτ τὸ πῦρ Ar.Ach. 751

    ;

    πρὸς τὸ πῦρ Pl.R. 372d

    , cf. Arist.Pr. 870a21; π. φῶς in open day, S.El. 640; but, by torch-light, Plu.2.237a.
    4 in hostile sense, against,

    π. Τρῶας μάχεαι Il.17.471

    ;

    ἐστρατόωνθ'.. π. τείχεα Θήβης 4.378

    ; π. δαίμονα against his will, 17.98;

    βεβλήκει π. στῆθος 4.108

    ;

    γούνατ' ἐπήδα π. ῥόον ἀΐσσοντος 21.303

    ;

    χρὴ π. θεὸν οὐκ ἐρίζειν Pi.P.2.88

    ;

    π. τοὐμὸν σπέρμα χωρήσαντα S.Tr. 304

    ;

    ἐπιέναι π. τινάς Th.2.65

    ;

    ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες π. τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον Id.1.118

    ;

    ἀγωνίζεσθαι π. τινά Pl.R. 579c

    ;

    ἀντιτάττεσθαι π. πόλιν X.Cyr.3.1.18

    : also in argument, in reply to,

    ταῦτα π. τὸν Πιττακὸν εἴρηται Pl.Prt. 345c

    ; and so in the titles of judicial speeches, πρός τινα in reply to, less strong than κατά τινος against or in accusation, D.20 tit., etc.;

    μήτε π. ἐμὲ μήτε κατ' ἐμοῦ δίκην εἶναι Is.11.34

    .
    5 without any hostile sense,

    π. ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον Il.3.155

    ,cf.5.274,11.403,17.200;

    π.ξεῖνον φάσθαι ἔπος ἠδ' ἐπακοῦσαι Od.17.584

    ; λέγειν, εἰπεῖν, φράζειν π. τινά, Hdt. 1.8,90, Ar.V. 335, Nu. 359;

    ἀπαγγεῖλαι π. τινάς A.Ch. 267

    ;

    μνησθῆναι π. τινά Lys.1.19

    , etc.;

    ἀμείψασθαι π. τινά Hdt.8.60

    codd.;

    ἀποκρίνεσθαι π. τινάς Ar.Ach. 632

    , Th.5.42; ὤμοσε δὲ π. ἔμ' αὐτόν he swore to me, Od.14.331: π. sts. governs the reflex. pron.,

    διαλογίζεσθαι π. ὑμᾶς αὐτούς Is.7.45

    ; ἀναμνήσθητε, ἐνθυμήθητε π. ὑμᾶς αὐτούς, Isoc.6.52, 15.60;

    π. ἐμαυτὸν.. ἐλογιζόμην Pl.Ap. 21d

    ; μινύρεσθαι, ἄδειν π. ἑαυτόν, Ar.Ec. 880, 931;

    ἐπικωκύω.. αὐτὴ π. αὑτήν S.El. 285

    .
    b π. σφέας ἔχειν δοκέουσι, i.e. they think they are pregnant, Hp.Nat.Puer. 30.
    6 of various kinds of intercourse or reciprocal action, π... Διομήδεα τεύχε' ἄμειβεν changed arms with Diomedes, Il.6.235;

    ὅσα.. ξυμβόλαια.. ἦν τοῖς ἰδιώταις π. τοὺς ἰδιώτας ἢ ἰδιώτῃ π. τὸ κοινόν IG12.116.19

    ; σπονδάς, συνθήκας ποιεῖσθαι π. τινά, Th.4.15, Plb.1.17.6;

    ξυγχωρεῖν π. τινάς Th.2.59

    ;

    γίγνεται ὁμολογία π. τινάς Id.7.82

    , cf. Hdt. 1.61;

    π. τινὰς ξυμμαχίαν ποιεῖς θαι Th.5.22

    ;

    π. ἀλλήλους ἡσυχίαν εἶχον καὶ π. τοὺς ἄλλους.. εἰρήνην ἦγον Isoc.7.51

    ;

    π. ἀλλήλους ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα A.Pr. 491

    ; also

    σαίνειν ποτὶ πάντας Pi.P.2.82

    , cf. O.4.6;

    παίζειν πρός τινας E.HF 952

    , etc.;

    ἀφροδισιάζειν π. τινά X.Mem.1.3.14

    ;

    ἀγαθὸς γίγνεσθαι π. τινά Th.1.86

    ;

    εὐσεβὴς π. τινὰς πέλειν A.Supp. 340

    ; διαλέγεσθαι π. τινά converse with.., X.Mem.1.6.1, Aeschin.2.38,40, 3.219;

    κοινοῦσθαι π. τινάς Pl.Lg. 930c

    ;

    π. τοὺς οἰκέτας ἀνακοινοῦσθαι περὶ τῶν μεγίστων Thphr.Char.4.2

    ; διαλογίζεσθαι π. τινά balance accounts with.., D.52.3, cf. SIG241.127 (Delph., iv B. C.);

    ἃ ἔχει διελόμενος π. τὸν ἀδελφόν IG12(7).55.8

    (Amorgos, iv/iii B. C.), cf. D. 47.34.
    b in phrases of the form ἡ π. τινὰ εὔνοια (ἔχθρα, etc.), π. sts. means towards, as ἡ π. αὑτοὺς φιλία the affection of their wives towards or for them, X.Cyr.3.1.39;

    ἡ π. ὑμᾶς ἔχθρα Id.HG3.5.10

    ;

    ἡ ἀπέχθεια ἡ π. τοὺς πλουσίους Arist.Pol. 1305a23

    ;

    τὴν π. τοὺς τετελευτηκότας εὔνοιαν ὑπάρχουσαν D.18.314

    , cf. SIG352.13 (Ephesus, iv/iii B. C.), al.;

    φυσικαὶ τοκέων στοργαὶ π. τέκνα ποθεινά IG12(5).305.13

    ([place name] Paros): but sts. at the hands of, ἡ π. τὸ θεῖον εὐμένεια the favour of the gods, Th.5.105; φθόνος τοῖς ζῶσι π. τὸ ἀντίπαλον jealousy is incurred by the living at the hands of their rivals, Id.2.45; τὴν ἀπέχθειαν τὴν π. Θηβαίους.. τῇ πόλει γενέσθαι the hostility incurred by Athens at the hands of the Thebans, D.18.36, cf.6.3, 19.85; τῇ φιλίᾳ τῇ π. τὸν τετελευτηκότα the friendship with (not 'affection for') the deceased, Is.1.17, cf. Pl.Ap. 21c, 28a, Isoc.15.101,19.50, Lycurg.135, Din.1.19, etc.;

    τίνος ὄντος ἐμοὶ π. ὑμᾶς ἐγκλήματος; Lys.10.23

    , cf. 16.10;

    τιμώμενος.. διὰ τὴν π. ὑμᾶς πίστιν Din.3.12

    , cf. Lys.12.67, D.20.25; τῷ φόβῳ τῷ π. ὑμᾶς the fear inspired by you, Id.25.93; τῇ π. Ῥωμαίους εὐνοία his popularity with the Romans, Plb.23.7.5.
    7 of legal or other business transacted before a magistrate, witness, etc.,

    τάδε ὁ σύλλογος ἐβουλεύσατο.. π. μνήμονας SIG45.8

    (Halic., v B. C.), cf. IG7.15.1 (Megara, ii B. C.); γράφεσθαι αὐτὸν κλοπῆς.. π. τοὺς ἐπιμελητάς ib.12.65.46; ἀτέλειαν εἶναι αὐτῷ καὶ δίκας π. τὸν πολέμαρχον ib.153.7; λόγον διδόντων τῶν.. χρημάτων.. π. τοὺς λογιστάς ib.91.27; before a jury,

    ἔστι δὲ τούτοις μὲν π. ὑμᾶς ἁγών, ὑμῖν δὲ π. ἅπασαν τὴν πόλιν Lys. 26.14

    ;

    ἀντιδικῆσαι τῷ παιδὶ.. π. ὑμᾶς Is.11.19

    codd. (dub.); before a witness to whom an appeal for corroboration is made, Id.3.25;

    ὀμόσαντες πὸ (τ) τὸν θεόν Schwyzer 418.11

    ([place name] Elis); φέρρεν αὐτὸν πὸ (τ) τὸν Δία in the eyes of Zeus, ib.415.7(ibid.); λαχεῖν πρὸς τὸν ἄρχοντα, γράφεσθαι π. τοὺς θεσμοθέτας, D.43.15, Lex ib.21.47, cf. Arist.Ath.56.6;

    τοῖς ἐμπόροις εἶναι τὰς δίκας π. τοὺς θεσμοθέτας D.33.1

    ; θέντων τὰ.. ποτήρια.. π. Πολύχαρμον having pawned the cups with P., IPE12.32A15 (Olbia, iii B. C.); also

    διαβάλλειν τινὰ π. τοὺς πολλούς X. Mem. 1.2.31

    , cf. D.7.33.
    II of Time, towards or near a certain time, at or about,

    ποτὶ ἕσπερα Od.17.191

    ;

    ποτὶἕσπερον Hes.Op. 552

    ;

    πρὸς ἑσπέραν Pl.R. 328a

    ;

    ἐπεὶ π. ἑσπέραν ἦν X.HG4.3.22

    ;

    π. ἡμέραν Id.An.4.5.21

    ;

    π. ὄρθρον Ar.Lys. 1089

    ; ποτ' ὄρθρον (nisi leg. πότορθρον) Theoc.5.126, Erinn. in PSI9.1090.48 + 8 (p.xii);

    πρὸς ἕω Ar.Ec. 312

    ; π.ἀῶ ἐγρέσθαι, π. ἡμέραν ἐξεγρέσθαι, Theoc.18.55, Pl.Smp. 223c; π. γῆρας, π. τὸ γῆρας, in old age, E.Med. 592, Pl.Lg. 653a; π. εὐάνθεμον φυάν in the bloom of life, Pi.O.1.67; μέχρις ὅτου π. γυναῖκας ὦσι, i.e.of marriageable age, IG22.1368.41: later, π.τὸ παρόν for the moment, Luc.Ep. Sat.28, etc.; v. infr. 111.5.
    III of Relation between two objects,
    1 in reference to, in respect of, touching, τὰ π. τὸν πόλεμον military matters, equipments, etc., Th.2.17, etc.; τὰ π. τὸν βασιλέα our relations to the King, D.14.2; τὰ π. βασιλέα πράγματα the negotiations with the King, Th.1.128; τὰ π. τοὺς θεούς our relations, i.e. duties, to the gods, S.Ph. 1441;

    μέτεστι π. τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον.. ἐλευθέρως δὲ τὰ π. τὸ κοινὸν πολιτεύομεν Th.2.37

    ;

    οὐδὲν διοίσει π. τὸ γενέσθαι..

    in respect of..,

    Arist.APr. 24a25

    , cf. Pl.Phd. 111b; ἕτερος λόγος, οὐ π. ἐμέ that is another matter, and does not concern me, D.18.44, cf. 21,60, Isoc.4.12; τῶν φορέτρων ὄντων π. ἐμέ freightage shall be my concern, i.e. borne by me, PAmh.91.18 (ii A. D.);

    π. τοῦτον ἦν ἡ τῶν διαφόρων πρᾶξις LXX 2 Ma.4.28

    ; ἐὰν.. βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν π. τὸ πρᾶγμα, nihil ad rem, D.40.61; οὐδὲν π. τὸν Διόνυσον Prov. ap.Plb.39.2.3, Suid.; οὐδὲν αὐτῷ π. τὴν πόλιν ἐστίν he owes no reckoning to the State, D.21.44;

    λόγος ἐστὶν ἐμοὶ π. Ἀθηναίους Philonid. 1

    D.;

    π. Ἰάσονά ἐστιν αὐτῷ περὶ τῆς τιμῆς PHamb.27.8

    (iii B. C.), cf. PCair.Zen.150.18 (iii B. C.); ἔσται αὐτῷ π. τὸν Θεόν (sc. ὁ λόγος ) he shall have to reckon with God, Supp.Epigr.6.188, cf. 194, al. ([place name] Eumenia); without αὐτῷ, ib.236 ([place name] Phrygia);

    ἔσται π. τὴν Τριάδαν MAMA1.168

    , cf. Supp.Epigr.6.302 (Laodicea Combusta); ἕξει π. τὸν Θεόν ib.300, al. (ibid.); ἕξει π. τὴν ἐωνίαν κρίσιν ib.4.733 ([place name] Eukhaita), cf. 6.841 ([place name] Cyprus);

    π. πολλοὺς ἔχων ἀγωνιστάς Suid.

    s.v. ὅσα μῦς ἐν πίσσῃ, cf. 2 Ep.Cor.5.12: with Advbs.,

    ἀσφαλῶς ἔχειν π. τι X.Mem.1.3.14

    , etc.; [τὸ or τὰ] πρός τι, the relative term or terms, Arist.Cat. 1b25, 6a36, al.; τὸ π. τι, Pythag. name for two, Theol.Ar.8; π. ἡμᾶς relatively to us, opp. ἁπλῶς, Arist.APo. 72a1; ὀρθὸς πρός or ποτί c. acc., perpendicular to, Archim.Sph.Cyl.2.3, Spir.20; ἁ Δζ ποτὶ τὰν ΑΔ ἀμβλεῖαν ποιεῖ γωνίαν ib.16.
    2 in reference to, in consequence of,

    πρὸς τοῦτο τὸ κήρυγμα Hdt.3.52

    , cf. 4.161;

    π. τὴν φήμην

    in view of..,

    Id.3.153

    , cf. Th.8.39;

    χαλεπαίνειν π. τι Id.2.59

    ;

    ἀθύμως ἔχειν π. τι X.HG4.5.4

    , etc.: with neut. Pron.,

    π. τί;

    wherefore? to what end?

    S.OT 766

    , 1027, etc.; π. οὐδέν for nothing, in vain, Id.Aj. 1018; π. οὐδὲν ἀναγκαῖον unnecessarily, Sch.Il.9.23;

    π. ταῦτα

    therefore, this being so,

    Hdt.5.9

    ,40, A.Pr. 915, 992, S.OT 426, etc.; cf. οὗτος c. v111.1b.
    3 in reference to or for a purpose,

    ἕστηκεν.. μῆλα π. σφαγάς A.Ag. 1057

    ; χρήσιμος, ἱκανὸς π. τι, Pl.Grg. 474d, Prt. 322b;

    ὡς π. τί χρείας; S.OT 1174

    , cf. OC71, Tr. 1182;

    ἕτοιμος π. τι X.Mem.4.5.12

    ;

    ἱκανῶς ὡς π. τὴν παροῦσαν χρείαν Arist. Cael. 269b21

    ;

    ἢν ἀρήγειν φαίνηται π. τὴν σύμπασαν νοῦσον Hp.Acut. 60

    ; ποιεῖ π. ἐπιλημπτικούς is efficacious for cases of epilepsy, Dsc.1.6;

    ἐθέλοντες τὰ π. τὴν νοῦσον ἡδέα μᾶλλον ἢ τὰ π. τὴν ὑγιείην προσδέχεσθαι Hp. de Arte7

    .
    b with a view to or for a future time,

    ὅπως.. γράμματα δῷ π. ἢν ἂν ἡμέραν ἑκάτεροι παραγίνωνται SIG679.62

    (Senatus consultum, ii B. C.);

    θαυμάζεται τὰ Περικλέους ἔργα π. πολὺν χρόνον ἐν ὀλίγῳ γενόμενα Plu.Per.13

    .
    c = πρός B. 11,

    ἐγίνετο π. ἀναζογήν Plb.3.92.8

    ;

    ὄντων π. τὸ κωλύειν Id.1.26.3

    , cf. 1.29.3, al., Plu.Nic.5.
    4 in proportion or relation to, in comparison with,

    κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι π. τὸν πατέρα Κῦρον Hdt.3.34

    ;

    ἔργα λόγου μέζω π. πᾶσαν χώρην Id.2.35

    ;

    π. πάντας τοὺς ἄλλους Id.3.94

    , 8.44;

    πολλὴν ἂν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως.. π. τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι Th.1.10

    , cf. Pi.O.2.88, Pl. Prt. 327d, 328c, Phd. 102c, etc.; π. τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοπεῖν the mean between.., Th.1.10;

    τὸ κάλλιστον τῶν ἔργων π. τὸ αἴσχιστον συμβαλεῖν Lycurg.68

    ;

    ἓν π. ἓν συμβάλλειν Hdt.4.50

    ; also

    ἔχεις π. τὰ ἔτη μέλαιναν τὴν τρίχα Thphr. Char.2.3

    ;

    ἐνδεεστέρως ἢ π. τὴν ἐξουσίαν Th.4.39

    : also of mathematical ratio, οἷος ὁ πρῶτος (sc. ὅρος)

    ποτὶ τὸν δεύτερον, καὶ ὁ δεύτερος ποτὶ τὸν τρίτον Archyt.2

    , cf. Philol.11, Pl.Ti. 36b, Arist.Rh. 1409a4, al., Euc. 5 Def.4, etc.; πρὸς παρεὸν.. μῆτις ἀέξεται ἀνθρώποισι in proportion to the existing (physical development), Emp.106: also of price, value, πωλεῖσθαι δὶς π. ἀργύριον sells twice against or relatively to silver, i.e. for twice its weight in silver, Thphr.HP9.6.4;

    πωλεῖται ὁ σταθμὸς αὐτοῦ π. διπλοῦν ἀργύριον Dsc.1.19

    ; [ἡ μαργαρῖτις λίθος] πωλεῖται.. π. χρυσίον for its weight in gold, Androsthenes ap.Ath.3.93b: metaph.,

    π. ἀρετήν Pl.Phd. 69a

    ; ὅπως π. τὰς τιμὰς τῶν κριθῶν τὰ ἄλφιτα πωλήσουσι on the basis of the price of barley, Arist.Ath.51.3; ἐξέστω αὐτοῦ ἀπογραφὴ τῆς οὐσίας π. τοῦτο τὸ ἀργύριον Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ property equal in value to this silver, IG22.1013.14, cf. PHib. 1.32.9 (iii B. C.), IG5(1).1390.78 (Andania, i B. C.);

    τῶν ἐγγύων τῶν ἐγγυωμένων π. [αὐτὰ] τὰ κτήματα SIG364.42

    (Ephesus, iii B. C.);

    θέντων τὰ ποτήρια π. χρυσοῦς ἑκατόν IPE12.32A16

    (Olbia, iii B. C.); τοὺς ἀπαγομένους εἰς φυλακὴν π. τὰ χρέα imprisoned for debt, Plb. 38.11.10, cf. 1.72.5, 5.27.4,5,7,5.108.1, PTeb.707.9 (ii B. C.);

    τοὺς π. καταδίκας ἐκπεπτωκότας Plb.25.3.1

    , cf. SIG742.31 (Ephesus, i B. C.);

    ἐγδίδομεν τὸ ἔργον.. π. χαλκόν IG7.3073.6

    (Lebad., ii B. C.), cf. PSI5.356.7 (iii B. C.), PTeb. 825 (a).16 (ii B. C.), Sammelb.5106.3 (ii B. C.);

    οἷον π. ἀργύριον τὴν δόξαν τὰς ψυχὰς ἀποδιδόμενοι Jul. Or.1.42b

    ; π. ἅλας ἠγορασμένος, i.e. 'dirt cheap', Men.828 (also π. ἅλα δειπνεῖν καὶ κύαμον, i.e. dine frugally, take pot-luck, Plu.2.684f); so

    ἡδονὰς π. ἡδονὰς.. καταλλάττεσθαι Pl.Phd. 69a

    ; of measurements of time by the flow from the clepsydra,

    π. ἕνδεκα ἀμφορέας ἐν διαμεμετρημένῃ τῇ ἡμέρᾳ κρίνομαι Aeschin.2.126

    , cf. Arist.Ath.67.2,3,69.2;

    λεγέσθω τᾶς δίκας ὁ μὲν πρᾶτος λόγος ἑκατέροις ποτὶ χόας δεκαοκτώ SIG953.17

    (Calymna, ii B. C.); λεξάντων πρὸς τὴν τήρησιν τοῦ ὕδατος ib.683.60 (Olympia, ii B. C.); π. κλεψύδραν Eub.p.182 K., Epin. 2;

    π. κλεψύδρας Arist.Po. 1451a8

    ;

    π. ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν D.41.30

    ; hence later, π. ὀλίγον for a short time,

    ἐπανεῖναι π. ὀλίγον τὴν πολιορκίαν J.BJ5.9.1

    , cf. Alex.Aphr. in Top.560.2, Hld.2.19, POxy67.14 (iv A.D.), Orib.Fr.116, Gp.4.15.8; π.ὀλίγον καιρόν, χρόνον, Antyll. ap. Orib.9.24.26, Paul.Aeg.Prooem.; π. ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan;

    μήτηρ δ' ἦν π. μικρόν Sammelb. 7288.4

    ([place name] Ptolemaic);

    π. βραχύ Jul.Or.1.47b

    (but π. βραχὺ παρηβηκυίας (by) a little past their best, Gp.4.15.3);

    π. βραχὺν καιρόν Iamb. Protr. 21

    .

    κα'; π. τὸ ἀκαρές Porph.Gaur.3.3

    ;

    π. μίαν ἢ δευτέραν ἡμέραν Dsc. 2.101

    , cf. Sor.1.56;

    π. δύο ἡμέρας ἐκοίμησα ἐκεῖ BGU775.8

    (ii A. D.);

    π.μόνην τὴν ἐνεστῶσαν ἡμέραν Sammelb. 7399

    (ii A.D.), cf. M.Ant.12.4;

    προστιμάσθω π. χρόνον μὴ εἰσελθεῖν ὅσον ἂν δόξῃ IG22.1368.89

    .
    5 in or by reference to, according to, in view of,

    π. τὸ παρεὸν βουλεύεσθαι Hdt. 1.20

    , cf. 113, Th.6.46,47, IG22.1.20, etc.;

    π. τὴν παροῦσαν ἀρρωστίαν Th.7.47

    ;

    ἵνα π. τὸν ὑπάρχοντα καιρὸν ἕκαστα θεωρῆτε D.18.17

    , cf. 314, etc.;

    εἴ τι δεῖ τεκμαίρεσθαι π. τὸν ἄλλον τρόπον Id.27.22

    ; τοῖς π. ὑμᾶς ζῶσι those who live with your interests in view, Id.19.226;

    ἐλευθέρου τὸ μὴ π. ἄλλον ζῆν Arist.Rh. 1367a32

    ;

    π. τοῦτον πάντ' ἐσκόπουν, π. τοῦτον ἐποιοῦντο τὴν εἰρήνην D.19.63

    ; τὸ παιδεύεσθαι π. τὰς πολιτείας suitably to them, Arist.Pol. 1310a14; ὁρῶ.. ἅπαντας π. τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους according to their power, D.15.28;

    π. τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα

    according to..,

    E.Hipp. 701

    ; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc.); τὸν δικαστὰν ὀμνύντα κρῖναι πορτὶ τὰ μωλιόμενα having regard to the pleadings, Leg.Gort.5.44, cf. 9.30; αἱ ἀρχαὶ.. πρὸς τὰ κατεσκευασμένα σύμβολα σηκώματα ποιησάμεναι after making weights and measures in accordance with, or by reference to, the established standards, IG22.1013.7; π. τὰ στάθμια τὰ ἐν τῷ ἀργυροκοπίῳ as measured by the weights in the mint, ib. 30, cf. PAmh.43.10 (ii B. C.); [Εόλων] ἐποίησε σταθμὰ π. τὸ νόμισμα made (trade-) weights on the basis of (i.e. proportional to) the coinage, Arist.Ath.10.2;

    ὀρθὸν π. τὸν διαβήτην IG22.1668.9

    , cf. 95,7.3073.108 (Lebad., ii B. C.); π. τὸ δικαιότατον in accordance with the most just principle, D.C.Fr.104.6.
    6 with the accompaniment of musical instruments,

    π. κάλαμον Pi.O.10(11).84

    ; π. αὐλόν or τὸν αὐλόν, E.Alc. 346, X.Smp.6.3, etc.;

    π. λύραν.. ᾄδειν SIG662.13

    (Delos, ii B. C.); π. ῥυθμὸν ἐμβαίνειν to step in time, D.S.5.34.
    7 [full] πρός c.acc. freq. periphr. for Adv., π. βίαν, = βιαίως, under compulsion,

    νῦν χρὴ.. τινα π. βίαν πώνην Alc.20

    (s.v.l.);

    π. βίαν ἐπίνομεν Ar.Ach.73

    ;

    τὸ π. βίαν πίνειν ἴσον πέφυκε τῷ διψῆν κακόν S.Fr. 735

    ; ἥκω.. π. βίαν under compulsion, Critias 16.10 D.; by force, forcibly, A.Pr. 210, 355, etc.; οὐ π. βίαν τινός not forced by any one, Id.Eu.5 (but also, in spite of any one, S.OC 657);

    π. τὸ βίαιον A.Ag. 130

    (lyr.);

    π. τὸ καρτερόν Id.Pr. 214

    ; π. ἀλκήν, π. ἀνάγκαν, Id.Th. 498, Pers. 569 (lyr.);

    οὐ διαχωρέεει [ἡ γαστὴρ] εἰ μὴ π. ἀνάγκην Hp. Prog.8

    ,19;

    π. ἰσχύος κράτος S.Ph. 594

    ;

    π. ἡδονὴν εἶναί τινι A.Pr. 494

    ; π. ἡδονὴν λέγειν, δημηγορεῖν, so as to please, Th.2.65, S.El. 921, D.4.38, cf. E.Med. 773;

    οἱ πάντα π. ἡδονὴν ἐπαινοῦντες Arist.EN 1126b13

    ;

    ἅπαντα π. ἡδ. ζητεῖν D.1.15

    , cf. 18.4; λούσασθαι τὸ σῶμα π. ἡδ. as much or little as one like s, Hp.Mul.2.133;

    πίνειν π. ἡδ. Pl. Smp. 176e

    ; π. τὸ τερπνόν calculated to delight, Th.2.53; π. χάριν so as to gratify,

    μήτε π. ἔχθραν ποιεῖσθαι λόγον μήτε π. χ. D.8.1

    , cf. S.OT 1152;

    π. χάριν δημηγορεῖν D.3.3

    , etc.: c. gen. rei, π. χάριν τινός for the sake of,

    π. χ. βορᾶς S.Ant.30

    , cf. Ph. 1156 (lyr.);

    π. ἰσχύος χ.

    by means of,

    E.Med. 538

    ; π. ὀργήν with anger, angrily, S.El. 369, Th.2.65, D.53.16 (v.l.);

    π. ὀργὴν ἐλθεῖν τινι Id.39.23

    , etc.; π. τὸ λιπαρές importunately, S.OC 1119;

    π. εὐσέβειαν Id.El. 464

    ; π. καιρόν seasonably, Id.Aj.38, etc.;

    π. φύσιν Id.Tr. 308

    ; π. εὐτέλειαν cheaply, Antiph.226.2; π. μέρος in due proportion, D.36.32;

    π. ὀλίγον μέρος Gp.2.15.1

    ; τέτραπτο π. ἰθύ οἱ straight towards him, Il.14.403; π. ὀρθὰς (sc. γωνίας ( .. τῇ AEB at right angles to, Arist.Mete. 373a14, cf. Euc.1.11, Archim.Sph.Cyl.1.3;

    π. ὀρθὴν τέμνουσα Arist.Mete. 363b2

    ; π. ἀχθηδόνα, π. ἀπέχθειαν, Luc.Tox.9, Hist.Conscr.38; γυνὴ π. ἀλήθειαν οὖσα in truth a woman, a very woman, Ath.15.687a, cf. Luc. JTr.48, Alex.61: c. [comp] Sup., π. τὰ μέγιστα in the highest degree, Hdt.8.20.
    8 of Numbers. up to, about, Plb.16.7.5, etc.: cf. πρόσπου.
    D ABS. AS ADV., besides, over and above; in Hom. always π. δέ or ποτὶ δέ, Il.5.307, 10.108, al., cf. Hdt.1.71, etc.; π. δὲ καί ib. 164, 207;

    π. δὲ ἔτι Id.3.74

    ;

    καὶ π. Id.7.154

    , 184, prob. in A.Ch. 301, etc.;

    καὶ π. γε E.Hel. 110

    , Pl.R. 328a, 466e;

    καὶ.. γε π. A.Pr.73

    ;

    καὶ δὴ π. Hdt.5.67

    ; freq. at the end of a second clause,

    τάδε λέγω, δράσω τε π. E.Or. 622

    ;

    ἀλογία.., καὶ ἀμαθία γε π. Pl.Men. 90e

    , cf. E.Ph. 610;

    ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι π. D.4.28

    , cf. 22.60.
    I motion towards, as προσάγω, προσέρχομαι, etc.
    II addition, besides, as προσκτάομαι, προσδίδωμι, προστίθημι, etc.
    III a being on, at, by, or beside: hence, a remaining beside, and metaph. connexion and engagement with anything, as πρόσειμι, προσγίγνομαι, etc.
    F REMARKS,
    1 in poetry πρός sts. stands after its case and before an attribute,

    ποίμνας βουστάσεις τε π. πατρός A.Pr. 653

    , cf. Th. 185, S.OT 178 (lyr.), E.Or.94; ἄστυ πότι (or ποτὶ)

    σφέτερον Il.17.419

    , cf. Pi.O.4.5.
    2 in Hom. it is freq. separated from its Verb by tmesis.
    3 sts. (in violation of the rule given by A.D.Synt.127.8, Pron.42.5) followed by an enclit. Pron.,

    πρός με S.Aj. 292

    , Ar.Pl. 1055, D.18.14 (v.l.), Men.978, Pk.77, Com.Adesp.15.25 D., 22.68 D., etc.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρός

  • 19 κατακλείω

    κατα-κλείω, old [dialect] Att. [suff] κατα-κλῄω Th. (v. infr.): a rare [tense] fut. κατακλιῶ dub. in Eup.287, cf. HeroBel.107.13:—[voice] Med., [tense] aor.
    A

    - εκλεισάμην X. Cyr.7.2.5

    :—[voice] Pass., [tense] aor. -εκλῄσθην, -εκλείσθην (v. infr.); [dialect] Ion.

    - εκληΐσθην Hdt.2.128

    ; [dialect] Dor.

    - εκλᾴσθην Theoc.7.84

    : [tense] pf.

    - κέκλῃμαι Ar.Pl. 206

    .
    I c. acc. pers., shut in, enclose, e. g. a mummy in its case, Hdt.2.86: freq. of blockading, τοὺς Ἕλληνας ἐς τὴν νῆσον κ. Th.1.109;

    κ. ἑαυτοὺς εἰς ἔρυμα X.Cyr.4.1.18

    ;

    κατακλείειν τοὺς γυμνῆτας εἴσω τῶν ὅπλων Id.An.3.4.26

    ; κ. εἰς πολιορκίαν, εἰς δυσχωρίας, D.H. 6.74, 11.26;

    κ. τινὰ ἐν φυλακῇ Ev.Luc.3.20

    , cf. OGI669.17 (Egypt, i A. D.): metaph., κ. ἑαυτὸν εἰς πολιτείαν, i.e. not to be a cosmopolite, X.Mem.2.1.13:—[voice] Pass.,

    ἐς τὸ τεῖχος κατακλῄεσθαι Th.4.57

    ;

    ναυσὶ κατεκλῄσθησαν Id.1.117

    , cf. X.An.3.3.7; ὅταν ἐς [ νεφέλας]

    ἄνεμος κατακλῃσθῇ Ar.Nu. 404

    ;

    εἰς μικρὸν τόπον -κεκλῃμένοι Isoc.4.34

    ;

    διὰ τοῦ ζῆν.. κ. ἐν Ἀπόλλωνος ἢ Ἀθηνᾶς Phld.D.1.17

    :—[voice] Med., shut oneself up,

    ἐν τοῖς βασιλείοις X.Cyr.7.2.5

    ; also κατεκλᾴζετο shut up the bride with oneself [in the bridal-chamber], Theoc.18.5:—[voice] Pass.,

    κατεκλᾴσθης Id.7.84

    .
    2 metaph., νόμῳ κ. shut up, i.e. compel, oblige,

    ἂν.. πᾶσαν τὴν δύναμιν νόμῳ κατακλείσητε ἐπὶ τῷ πολέμῳ μένειν D.4.33

    , cf. And.3.7, Antiph.190.15.
    II c.acc.rei, shut up, close,

    τὰς πυλίδας Hdt.1.191

    ;

    τά ἱρά Id.2.124

    , cf. 128 ([voice] Pass.);

    τὸ ἐργαστήριον Id.4.14

    ;

    τὸν δίφρον X.Cyr.6.4.10

    ;

    εὑρὼν ἅπαντα κατακεκλῃμένα Ar.Pl. 206

    :—in [voice] Pass., of humours in the body, Hp.Loc.Hom. 27.
    2 clamp down, make fast, of stones in masonry, IG7.3073.158(Lebad.); also κ. [ τὴν δεξιάν] Luc.Prom.2.
    3 close a speech, conclude, D.L.10.138; εἰς ἀπειλὴν κ. τὸν λόγον with a threat, D.H. 7.14, cf. A.D.Synt.234.17; οὐ κ. διάνοιαν give no complete sense, Id.Adv.119.6 (δ. shd. be supplied, Id.Synt.179.13); conclude an argument or inference, Phld.Sign.15,33.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατακλείω

  • 20 συντελέω

    συντελ-έω, [tense] fut.
    A

    - έσω SIG1044.27

    (Halic.. iv/iii B.C.), [dialect] Att.

    συντελῶ BCH54.270

    (Rhamnus, iii B.C.):—bring to an end, complete, σ. τὴν δαπάνην make up the whole expense, D.14.20; σ. εἰς τὰ ἑκατὸν ἅρματα make up the number of the chariots to one hundred, X.Cyr.6.1.50; of a workman, σ. γεῖσον finish it off, Lys.Fr. 185 S. ([voice] Pass.), cf. IG12.372E14; στέφανον Test. ap. D.21.22;

    ναῦς Plb.1.21.3

    ([voice] Pass.); σ. ταχύ finish it in a hurry, Alex.149.12; σ. τὴν ἐπίνοιαν accomplish it, Plb.4.81.3;

    λόγον LXX Is.10.22

    , Gal.15.59:—[voice] Med.. Plb.1.9.6, PFay.12.8 (ii B.C.), D.S.1.59;

    ἵνα περὶ ὧν καταπέπλευκας συντετελεσμένος.. ἀναπλεύσῃς PSI6.614.9

    (iii B.C.), cf. Plb.5.100.9:— [voice] Pass., Inscr.Délos 502 A 15 (iii B.C.), PCair.Zen.124.7 (iii B.C.), D.S.12.26, Ev.Marc.13.4, etc.;

    λιθάρια συντετελεσμένα PHolm.5.4

    .
    b [voice] Act., c. inf., σ. καταφαγεῖν finish eating, LXX Ge.43.2, cf. Si.24.28: c. part., ib.Nu.4.15, 3 Ki.8.54.
    c perpetrate,

    βίαιόν τι BGU1818.21

    (i B.C.):—[voice] Med.,

    περὶ ὧν συντετέλεσται, τυχεῖν αὐτὸν.. τιμωρίας PEnteux.50.7

    (iii B.C.), cf. Klio 16.150 (Delph., ii B.C.):— [voice] Pass., SIG684.5 (Dyme, ii B.C.), BGU1762.7, al. (i B.C.).
    2 [voice] Pass., to be caused, brought about, freq. in Epicur., πλεοναχῶς ς., of a plurality of causes, Ep.2p.37U., cf. p.50 U.; simply, occur, happen,

    τὰς συντελουμένας.. φάσεις Ptol.Phas.p.10

    H.
    3 celebrate or hold sacred rites,

    ἁγιστείας Pl.Ax. 371d

    ;

    θυσίας SIG1044.27

    , al., Supp.Epigr.1.366.29 (Samos, iii B.C.);

    τὴν ἡμέραν Epicur.Fr. 217

    ; τὸν ἀγῶνα, τὴν πανήγυριν, D.S.11.29, 17.16;

    τὰ Ἴσθμια Plu.Ages.21

    ;

    τοὺς κός μους παρὰ τῇ Μητρί Michel 537

    (Cyzicus, i B.C.):—[voice] Pass., θυσία τῷ Διὶ ς. Arist.Mir. 844a35, cf. PEnteux.6.6 (iii B.C.).
    4 make an end of, destroy, LXX 2 Ch.20.23.
    II pay towards common expenses, contribute,

    σ. ἑξήκοντα τάλαντα Aeschin.3.95

    ; but mostly without the sum expressed, ἐν ταῖς εἰσφοραῖς σ. εἰς τὸν πόλεμον contribute by payment of the εἰσφοραί towards the war, D.20.28.
    2 generally, contribute, πρὸς or εἰς τὴν γένεσιν, Arist.GA 715a12, HA 509a29;

    πρὸς μίαν ἀρχήν Id.PA 669b19

    ; πρὸς ἓν ἅπαντα ς. Id.EN 1096b28;

    εἰς ἀνάδοσιν τροφῆς Gal.15.196

    : also c. dat., to be of service, be profitable, help,

    τῷ βίῳ Alex.271

    ;

    τῇ λεπτυνούσῃ διαίτῃ Gal.Vict.Att. 6

    ;

    τινὶ πρός τι Luc.Alex.36

    :—[voice] Pass., to be contributed,

    εἴς τι Arist. GA 725a5

    , al.
    3 ὧν οὐδὲν εἰς τὴν ἐξαλλαγὴν σ. τῆς ἐπιμελείας none of which make for (require) a change of treatment, Sor.2.17.
    III since at Athens all citizens were classed acc. to their rateable property, and the contributions to which they were liable, σ. εἰς.. meant to belong to a class, be counted in it (cf.

    τελέω 11.3

    ),

    σ. εἰς ἄνδρας Isoc.12.212

    ;

    εἰς τοὺς νόθους D.23.213

    ; ἐς τὸ μετοικικόν, ἐς τὸ συνέδριον, Luc.Bis Acc.9, Deor.Conc.15: c. dat.,

    σ. τῷ χορῷ Alciphr.3.71

    .
    2 σ. ἐς Ἀθήνας, ἐς Ὀρχομενόν, εἰς τὸ Ἀρκαδικόν, used of communities united in or to a state, Th.2.15, 4.76, X.HG7.4.12: c. dat.,

    σ. Θηβαίοις Isoc.14.8

    , cf. Plu.Arat.34: abs., Μακεδονίας καὶ τῶν συντελούντων the tributaries, ib.54: cf. sq. 111.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συντελέω

См. также в других словарях:

  • εις — (I) και εισέ και σε και σ( ) προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων τού άρθρου (AM εἰς και ές) πρόθ. που δηλώνει: 1. μέσα («..χύνονται στη θάλασσα», «οἵ τ εἰς ἅλαδε προρρέουσιν») 2. κίνηση προς, σε τόπο («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς… …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

  • ουρανός — Για τον γήινο παρατηρητή, είναι ο ημισφαιρικός θόλος που φαινομενικά ορίζει το διάστημα και στον οποίο προβάλλονται κατά τη νύχτα οι ορατοί αστέρες. Ο. αποκαλείται και ό,τιδήποτε έχει το σχήμα του ουράνιου θόλου, όπως οροφή ή στέγη σε σχήμα θόλου …   Dictionary of Greek

  • Karl von Utenhove — Karl (Karel, Carolus) von Utenhove, Herr van Nieuwland (* 18. März 1536 in Gent; † 31. August 1600[1] in Köln) war ein flämischer humanistischer Gelehrter (Philologe) und Dichter, der in Basel, Paris, London und am Niederrhein wirkte …   Deutsch Wikipedia

  • καταχωρίζω — (AM καταχωρίζω) γράφω κάτι στη δική του θέση σε βιβλίο ή κατάλογο, καταγράφω (α. «η αίτηση μου καταχωρίστηκε στο πρωτόκολλο» β. «οὐ κατεχωρίσθη ὁ ἀριθμὸς ἐν βιβλίῳ λόγων τῶν ἠμερῶν τοῡ βασιλέως», ΠΔ) νεοελλ. δημοσιεύω κάτι σε εφημερίδα μσν. 1.… …   Dictionary of Greek

  • Fass ohne Boden — Pi Inhaltsverzeichnis 1 πάθει μάθος 2 Παθήματα μαθήματα …   Deutsch Wikipedia

  • φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… …   Dictionary of Greek

  • φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός …   Dictionary of Greek

  • πατήρ — ο, ΝΜΑ, και πατέρας, ΝΜ 1. ο γεννήτορας, ο γονιός, ο γονέας (α. «τού πατέρα σου, όταν έρθεις, δε θα βρεις παρά τον τάφο», Σολωμ. β. «ἐπῆγεν ὁ πατέρας της εἰς κάποιον ταξίδι», Διγ. Ακρ. γ. «τοῡδε κεκλῆσθαι πατρός», Σοφ.) 2. φρ. «Πάτερ ημών» η… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • ημέρα — Χρονική μονάδα που αντιστοιχεί στη διάρκεια μιας πλήρους περιστροφής της Γης γύρω από τον άξονά της. Για τον προσδιορισμό της χρησιμοποιούνται διάφορα φαινόμενα, που κάνουν αντιληπτή την περιστροφική κίνηση της Γης. Ένα από τα φαινόμενα αυτά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»